Απόψεις

Π. Οικονόμου: Οι γερμανικές εκλογές και εμείς

Π. Οικονόμου: Οι γερμανικές εκλογές και εμείς
Ο Παντελής Οικονόμου είναι πρώην αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών και βουλευτής του ΠΑΣΟΚ, ιδρυτής της πολιτικής οργάνωσης ΕΚΚΙΝΗΣΗ ΕΛΛΗΝΕΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΕΣ

Την Κυριακή 26 Σεπτεμβρίου διεξάγονται οι ομοσπονδιακές εκλογές στην Γερμανία και έγκυρες προβλέψεις φέρνουν τους Σοσιαλδημοκράτες του SPD στην πρώτη θέση, μετά από χρόνια. Αν αυτή η πρόγνωση επιβεβαιωθεί στις κάλπες, αναμένεται ο σχηματισμός κυβέρνησης με την στήριξη του SPD και των Πράσινων και Καγκελάριο τον Olaf Scholz. Ασφαλώς, μετά την καταμέτρηση της λαϊκής ψήφου, θα υπάρξουν διεργασίες ώστε να συμφωνηθεί ποιος θα είναι ο τρίτος κυβερνητικός εταίρος, εφ’ όσον αποδειχθεί απαραίτητος. Έτσι ή αλλιώς, μια τέτοια νέα κυβέρνηση, σε συνδυασμό με την αποδρομή της Angela Merkel, σηματοδοτεί μεγάλη στροφή στα γερμανικά και ευρωπαϊκά πράγματα και επιτρέπει την βελτίωση των σχέσεων Γερμανίας-Ελλάδας.
 

«Βαρβαρότητα και αποτυχία» 

Με την σειρά: η απερχόμενη καγκελάριος θεώρησε σκόπιμο να δηλώσει προ ημερών ότι «η πιο δύσκολη στιγμή της θητείας της ήταν όταν ζήτησε τόσα πολλά από τους Έλληνες». Σκοπιμότητες μιας τέτοιας δήλωση μπορεί να είναι πολλές. Θα μπορούσε κάποιος να διαβλέψει στον συμπονετικό αυτό λόγο ακόμα και πρόθεση εξευμενισμού του Ελληνισμού στην Γερμανία σε προεκλογική περίοδο. Σε κάθε περίπτωση, η συμπεριφορά της Angela Merkel απέναντι στην Ελλάδα δεν μπορεί να συνοψιστεί σε μια δύσκολη στιγμή. Η αλήθεια είναι ότι η απερχόμενη καγκελάριος ασκεί με επιμονή μια πολιτική διαρκείας υπέρ των γερμανικών συμφερόντων (όπως τα καταλάβαινε η ίδια) εις βάρος των ελληνικών.  

Προκειμένου να επιβάλλει τις θέσεις της, αποσταθεροποίησε διαδοχικές ελληνικές κυβερνήσεις: του Γιώργου Παπανδρέου, του Αντώνη Σαμαρά και του Αλέξη Τσίπρα. Πιθανότατα, οι μεθοδεύσεις αυτές θα είχαν ναυαγήσει αν οι δυο τελευταίοι δεν είχαν, εξ αντικειμένου, συμπράξει προκειμένου να γίνουν πρωθυπουργοί μια ώρα αρχύτερα. Αλλά στις ομοσπονδιακές εκλογές της 26ης Σεπτεμβρίου δεν κρίνεται ο καιροσκοπισμός απελθόντος ελληνικού πολιτικού προσωπικού. Κρίνεται η απερχόμενη γερμανική κυβέρνηση. Η Ελλάδα σήμερα, παρά «τα τόσα πολλά που ζήτησε από τους Έλληνες» -και πήρε, ας μην ξεχνάμε- η Angela Merkel, είναι η μόνη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της ζώνης του ΕΥΡΩ που έχει αποστερηθεί την δημοσιονομική της κυριαρχία της, παραμένει με την δημόσια περιουσία της υποθηκευμένη και το δημόσιο χρέος της να κινείται σε απαράδεκτα υψηλά επίπεδα. «Βαρβαρότητα και Αποτυχία»!
 

Lebensraum 

Δεν είναι όμως μόνον αυτά. Η κυβέρνηση Merkel υπήρξε η πρώτη ομοσπονδιακή γερμανική κυβέρνηση που δήλωσε δια του Υπουργού Οικονομικών της ότι δεν αναγνωρίζει την υποχρέωση εξόφλησης του αναγκαστικού κατοχικού δανείου που είχε επιβάλλει στην Ελλάδα, ούτε την υποχρέωση καταβολής επανορθώσεων και αποζημιώσεων. 

Σαν να μην έφτανε αυτό, δια του Υπουργού Εξωτερικών της  ανέλαβε «μεσολαβητική πρωτοβουλία» για την διευθέτηση των διαφορών Ελλάδας-Τουρκίας. Αποκλείοντας, εν τω μεταξύ, συστηματικά την επιβολή ευρωπαϊκών κυρώσεων προς την Τουρκία για σωρεία παρανομιών και προκλήσεων εις βάρος της Ελληνικής και της Κυπριακής Δημοκρατίας, επικαλούμενη αυτή την «μεσολαβητική πρωτοβουλία» της. Γνωρίζοντας ότι ευόδωση της μεσολάβησης θα σήμαινε να «δώσουμε κάτι» στην Τουρκία, εφ’ όσον εμείς δεν διεκδικούμε τίποτα. Nα καταβάλλουμε δηλαδή μη οφειλόμενο τίμημα το οποίο θα πιστωθεί η ίδια για την «μεσολαβητική» της πρωτοβουλία.   

Αλλά δεν είναι μόνα αυτά. Είναι η απερχόμενη ομοσπονδιακή κυβέρνηση πάντα, η οποία, απολύτως αντισυμβατικά και αυθαίρετα, έχει αναλάβει ρόλο «λόρδου προστάτη» απέναντι στην Ελλάδα. Υπό την απειλή ότι «θα ζητήσει από τους Έλληνες» ακόμα περισσότερα, αξιώνει και αποσπά επιδοτήσεις εξαγωγών της προς την Ελλάδα και αγοράζει ή ορίζει την χρήση δημόσιων περιουσιακών μας στοιχείων.  

Όλα αυτά βέβαια επειδή δεν υπάρχει ελληνική κυβέρνηση διατεθειμένη και ικανή να προασπίσει τα συμφέροντά μας. Κοντολογίς, η πιθανολογούμενη νίκη του SPD και μια κυβέρνηση Olaf Scholz ανοίγει μια ευκαιρία διαλόγου για τις σχέσεις της Γερμανίας με την Ελλάδα και την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά απομένει να βρούμε και τον, εκ μέρους μας, έγκυρο συνομιλητή της.

www.worldenergynews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Δείτε επίσης