Αυτό συμβαίνει διότι κρίθηκε ότι το μέγεθος και η ωριμότητα της αγοράς δεν κάνουν αναγκαία την ύπαρξή κρατικής εταιρίας για τη διαχείριση των αποθεμάτων - Άρθρο της Χρύσας Λιάγγου στην «Καθημερινή» της Κυριακής
Το 2008 ήταν το έτος δημιουργίας του ανεξάρτητου Κεντρικού Φορέα Τήρησης Αποθεμάτων Ασφαλείας. Δυστυχώς η Ελλάδα δε διαθέτει κάτι τέτοιο.
Βάσει ευρωπαϊκού πλαισίου οι εταιρίες που εισάγουν πετρέλαιο και προϊόντα πετρελαιοειδών, για ιδία χρήση ή για την εμπορία τους στην ελληνική αγορά υποχρεούνται να διατηρούν αποθέματα ποσότητας ίσης με την εγχώρια καθαρή κατανάλωση τους, χρονικής περιόδου 90 ημερών του προηγούμενου έτους.
Το 2002 και με το νόμο 3054 άλλαξε το καθεστώς που ίσχυε από το 1985 μετά από καταδικαστική απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για τη χώρα μας , που έκρινε ότι το σύστημα αυτό νόθευε τον ανταγωνισμό μεταξύ εγχώριας παραγωγής πετρελαιοειδών προϊόντων και απευθείας εισαγωγών.
Οι εταιρίες που δεν διέθεταν αποθηκευτικούς χώρους ήταν υποχρεωμένες να αποθηκεύουν σε πιστοποιημένες αποθήκες που κατά βάση διέθεταν τα διυλιστήρια των ΕΛΠΕ και της Μotor Oil.
Η πρόσβαση τρίτων σε αποθηκευτικούς χώρους για την διατήρηση αποθεμάτων ασφαλείας, σύμφωνα με το νόμο του 1985 ήταν δυνατή μόνο υπό την προϋπόθεση αποκλειστικής σύμβασης προμήθειας με τον κάτοχο αυτών, καθιστώντας ουσιαστικά με τον όρο αυτό αδύνατες τις εισαγωγές και ως εκ τούτου τον ανταγωνισμό σε αυτό το στάδιο της αγοράς. Επιπλέον το καθεστώς αυτό δεν έδινε την δυνατότητα διατήρησης των αποθεμάτων ασφαλείας σε άλλη χώρα της ΕΕ.
Το πρόβλημα ελλείμματος ανταγωνισμού από αυτές τις ρυθμίσεις είχε διαγνώσει με απόφασή της ένα χρόνο νωρίτερα, το 2001, η Επιτροπή Ανταγωνισμού.
Πρόταση για δημιουργία Κεντρικού Φορέα Αποθεμάτων Ασφαλείας
Το 2008 η Επιτροπή Ανταγωνισμού επανήλθε με κανονιστική πράξη καθώς διαπίστωσε ότι παρά τις θετικές τροποποιήσεις με το νόμο 2002 σε σχέση με το παρελθόν εμφανίζονται «σημαντικά προβλήματα που επιτείνουν την έλλειψη ανταγωνισμού και την εν γένει αδιαφάνεια που χαρακτηρίζει την αγορά διύλισης».
Με την απόφαση που εξέδωσε πρότεινε μεταξύ άλλων την δημιουργία ανεξάρτητου Κεντρικού Φορέα Τήρησης Αποθεμάτων Ασφαλείας κατά το πρότυπο των άλλων ευρωπαϊκών χωρών, ως μέτρο ενίσχυσης των εισαγωγών και του ανταγωνισμού.
Με την ίδια Κανονιστική απόφαση υποχρέωνε τα διυλιστήρια να γνωστοποιούν στοιχεία σχετικά με την κόστος τήρησης των αποθεμάτων ασφαλείας και τις προσαυξήσεις που χρεώνουν τις εταιρίες εμπορίας καθώς και να μην παρεμποδίζουν την απευθείας πρόσβαση σε ανεξάρτητα πρατήρια.
«Για να απαντηθεί το ερώτημα κατά πόσο στην αγορά της διύλισης υφίσταται ή όχι επαρκείς ανταγωνιστικές πιέσεις, θα πρέπει να διερευνηθεί εάν υπάρχουν ή όχι εκείνες οι ευνοϊκές συνθήκες, οι οποίες θα επέτρεπαν στους χονδρέμπορους (εταιρίες εμπορίας) και τους λοιπούς εισαγωγείς (μεγάλοι τελικοί καταναλωτές ή ακόμη και ομάδες ανεξάρτητων πρατηρίων) να εισάγουν απευθείας πετρελαϊκά προϊόντα σε ανταγωνιστικές τιμές» ανέφερε η Επιτροπή στην σχετική απόφασή της, για να καταλήξει ότι με βάση τα πορίσματα των δύο προηγούμενων κανονιστικών παρεμβάσεων αλλά και την υφιστάμενη έρευνα στον κλάδο αυτές οι συνθήκες.
Σημείωνε επίσης ότι μόνο οι εταιρίες διύλισης διαθέτουν αποθήκες με τις κατάλληλες προδιαγραφές, γεγονός που τους δίνει συγκριτικό πλεονέκτημα έναντι των εταιριών εμπορίας.
Εν ολίγοις εντόπιζε το πρόβλημα του ανταγωνισμού στην αποθάρρυνση των εισαγωγών και πρότεινε την δημιουργία του ανεξάρτητου Κεντρικού Φορέα Τήρησης Αποθεμάτων Ασφαλείας, σημειώνοντας τότε, (το 2008) ότι από τις 27 χώρες της ΕΕ μόνο η Ελλάδα, η Ιταλία και το Ηνωμένο Βασίλειο δεν διαθέτουν τέτοιο φορέα.
Ανέφερε επίσης ότι η Γαλλία προκειμένου να ενισχύσει τον ανταγωνισμό είχε απαλλάξει τους μικρούς εισαγωγείς από την υποχρέωση τήρησης αποθεμάτων ασφαλείας.
Κατά την κρίση της Επιτροπής, οι αποθήκες εταιριών διύλισης θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως «ουσιώδεις» υποδομές, καθώς περιβαλλοντικοί και άλλοι περιορισμοί δεν επιτρέπουν την δημιουργία νέων αποθηκευτικών χώρων.
Με τον τρόπο αυτό θα μπορούσε να διασφαλιστεί η ισότιμη πρόσβαση των υπόχρεων εταιριών διατήρησης αποθεμάτων ασφαλείας με την εκ των προτέρων διοικητική ρύθμιση των όρων και κανόνων τιμολόγησης που θα εγκρίνει η ΡΑΑΕΥ, όπως συμβαίνει με την πρόσβαση στα δίκτυα ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου.
Αιτία μη σύστασης ΚΦΔΑ
Το 2013 και υπό την πίεση της τρόικα η Ελλάδα εναρμονίστηκε με την Οδηγία της ΕΕ, θεσπίζοντας τη δυνατότητα των εταιριών που εισάγουν, να διατηρούν το 30% των υποχρεωτικών αποθεμάτων ασφαλείας σε άλλη ευρωπαϊκή χώρα. Με τον ίδιο νόμο θεσπίστηκε και η δυνατότητα σύστασης Κεντρικού Φορέα Διατήρησης Αποθεμάτων (ΚΦΔΑ).
Ο φορέας αυτός δεν έχει συσταθεί μέχρι σήμερα καθώς κρίθηκε ότι το μέγεθος και η ωριμότητα της αγοράς δεν κάνουν αναγκαία την ύπαρξή κρατικής εταιρίας για τη διαχείριση των αποθεμάτων….
www.worldenergynews.gr