Οι στρατηγικές της αγοράς

Ερμηνεύοντας τα σημερινά θεμελιώδη της αγοράς φυσικού αερίου

Ερμηνεύοντας τα σημερινά θεμελιώδη της αγοράς φυσικού αερίου
Υπό τις παρούσες συνθήκες οι «εξωπραγματικές» τιμές που βιώσαμε το περασμένο έτος φαίνεται να αποτελούν παρελθόν

Ο Ρωσο-Ουκρανικός πόλεμος παραμένει σε εξέλιξη. Οι ρωσικές εξαγωγές αερίου προς την Κεντρική και Δυτική Ευρώπη παραμένουν σχεδόν μηδενικές. Ο ΟΠΕΚ+ δεν επιδεικνύει καμία διάθεση αύξησης της παραγωγής προς εκτόνωση των τιμών πετρελαίου, ούτε σήμερα ούτε μακροπρόθεσμα. Η παγκόσμια κοινότητα δεν φαίνεται να έχει έτοιμες λύσεις στις γεωπολιτικές κρίσεις του πλανήτη.

Και όμως οι τιμές φυσικού αερίου έχουν υποχωρήσει δραματικά και συνεχίζουν να διανύουν μία καθοδική πορεία. Αν αυτό αφορούσε απλά τη βραχυπρόθεσμη αγορά (spot), τότε το γεγονός αυτό δεν θα προκαλούσε ιδιαίτερη εντύπωση εξαιτίας του εξαιρετικά ήπιου χειμώνα που αφήνουμε πίσω μας. Όμως η καθοδική πορεία των τιμών έχει ξεκινήσει ήδη πολλούς μήνες πριν στην προθεσμιακή αγορά (ακόμη και όταν οι spot τιμές ήταν σε τριψήφια επίπεδα τιμών) για τις παραδόσεις εντός του διαστήματος 2024 – 2029.

Ενδεικτικά, την ημέρα που γράφεται το παρόν άρθρο, κάποιος μπορεί να αγοράσει φυσικό αέριο (τιμολογημένο στο δείκτη TTF) παραδοτέο σήμερα στα 45 ευρώ/MWh, ενώ ταυτόχρονα μπορεί να αγοράσει φυσικό αέριο παραδοτέο το έτος 2026 στα 32 ευρώ/MWh και το έτος 2027 στα 28 ευρώ/MWh.

Επειδή εξακολουθούμε να ζούμε σε έναν ευμετάβλητο κόσμο είναι λογικό να συνεχίσουμε να βλέπουμε μεταβλητότητα (volatility) και στις τιμές. Γι’ αυτό και οι προβλέψεις παραμένουν δύσκολες στη σημερινή εποχή σε όλους τους τομείς, συμπεριλαμβανομένου του ενεργειακού. Όμως υπό τις παρούσες συνθήκες οι «εξωπραγματικές» τιμές που βιώσαμε το περασμένο έτος φαίνεται να αποτελούν παρελθόν και η καθοδική πορεία των τιμών προς το 2026 δείχνει προδιαγεγραμμένη.

Αυτή η πραγματικότητα μπορεί να εξηγηθεί από μία σειρά λόγους, που ακροθιγώς παραθέτουμε στο παρόν άρθρο.


Οι απαιτήσεις του 2023


Όσον αφορά το βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, οι απαιτήσεις σε ποσότητες αερίου κατά την επερχόμενη περίοδο εισροών (injections) στις υπόγειες αποθήκες αερίου διαφαίνεται πολύ μικρότερη σε σχέση με το 2022. Πιο συγκεκριμένα, φαίνεται πως την άνοιξη και το καλοκαίρι του 2023 η Ευρώπη θα χρειαστεί περίπου 30 δις κ.μ αερίου λιγότερα (-40%) σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2022, προκειμένου να φτάσει ξανά στο ίδιο ιστορικό υψηλό απόθεμα ενόψει του επόμενου χειμώνα.

Ταυτόχρονα, η ρωσική Gazprom έχει απωλέσει οριστικά τον έλεγχο των υπογείων αποθηκών που διέθετε σε ευρωπαϊκό έδαφος, καθώς αυτές πλέον βρίσκονται υπό ευρωπαϊκή ιδιοκτησία. Οι αποθήκες αυτές αφορούν περίπου στο 10% της συνολικής δυναμικότητας της ηπείρου μας. Και πέρσι οι αποθήκες αυτές ξεκίνησαν να δέχονται σημαντικές ποσότητες αερίου μόλις στα τέλη Μαϊου, δηλαδή μη αξιοποιώντας το 1/3 της περιόδου δημιουργίας αποθεμάτων. Αυτός ο «εκβιασμός» πλέον δεν δύναται να επαναληφθεί.

Φυσικά, το γεγονός πως η αγορά έμαθε να διαχειρίζεται τον φόβο και απέδειξε πως «τα φώτα μπορούν να παραμείνουν ανοιχτά» ακόμη και υπό τις πιο αντίξοες συνθήκες, αφαίρεσε ένα σημαντικό μέρος του φόβου από την τιμολόγηση του αερίου και συνεπώς ελαχιστοποίησε τα risk premia.

Τι έδειξε το 2022

Όσον αφορά τον τομέα της ζήτησης, το 2022 η Ευρώπη κατάφερε να «εξαφανίσει» περίπου 55 δις κ.μ από την ετήσια ζήτησή της, σύμφωνα με στοιχεία της Διεθνούς Ενεργειακής Υπηρεσίας (IEA). Από αυτά τα 55 δις κ.μ, τα 15 δις κ.μ προήλθαν από τον ήπιο καιρό και 10 δις κ.μ από περικοπές στη βιομηχανική παραγωγή. Όμως δεν ελέγχουμε τον καιρό, ενώ οι περικοπές παραγωγής πλήττουν τον ρυθμό ανάπτυξης. Η υπόλοιπη ποσότητα οφείλεται σε εξοικονόμηση ενέργειας και σε αλλαγή καυσίμου ή συμπεριφοράς του καταναλωτή.

Συνεπώς, η συνολική μείωση ζήτησης ωφέλησε μεν την βραχυπρόθεσμη αγορά αλλά από την άλλη, περίπου μόνο η μισή ποσότητα (δηλ. αυτή που οφείλεται στην εξοικονόμηση και την αλλαγή συμπεριφοράς του καταναλωτή) μπορεί να αποτελέσει πραγματική βαλβίδα εκτόνωσης για το ισοζύγιο προσφοράς και ζήτησης σε μακροπρόθεσμο επίπεδο.

Προς περαιτέρω επίρρωση της προδιαγραφόμενης εκτόνωσης του ισοζυγίου προσφοράς και ζήτησης αερίου υπέρ του καταναλωτή στα επόμενα έτη, αξίζει να αναφέρουμε δύο τελευταία στοιχεία.

Πρώτον, ήδη κατασκευάζονται νέα τερματικά παραγωγής LNG, τα οποία αναμένεται να προσθέσουν στην παγκόσμια αγορά δυναμικότητα που θα ξεπερνά τα 150 δις κ.μ/έτος έως το 2026. Για να καταλάβουμε το μέγεθος αυτής της ποσότητας, αντιστοιχεί στο σύνολο των ετήσιων ρωσικών εξαγωγών αερίου προς την Ευρώπη κατά το διάστημα πριν τη Ρωσο-Ουκρανική κρίση.

Δεύτερον, προστίθενται διαρκώς τερματικά εισαγωγής LNG στην Ευρώπη, δίνοντας τη δυνατότητα πληρέστερης κάλυψης της ευρωπαϊκής ενδοχώρας με αυτή την τόσο σημαντική εναλλακτική πηγή τροφοδοσίας. Ενδεικτικά, η μεγαλύτερη αγορά της Ευρώπης, η Γερμανία, το 2022 είχε μηδενική δυνατότητα εισαγωγής LNG. Μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους, η Γερμανία θα διαθέτει 5 τερματικά εισαγωγής, που θα της επιτρέπουν να καλύπτει ακόμη και το 50% της εθνικής της ζήτησης αποκλειστικά με LNG.

Συνεπώς, η τρέχουσα πραγματικότητα μας δίνει τη (σχετική) αυτοπεποίθηση να πούμε πως αφενός τα «δύσκολα είναι πίσω μας» και αφετέρου, το φυσικό αέριο επιστρέφει πίσω στον πρωταγωνιστικό ρόλο που του αρμόζει στο ευρωπαϊκό ενεργειακό σύστημα.

*O Αλέξανδρος Λαγάκος είναι Γενικός Διευθυντής της Blue Grid, Συνιδρυτή Greek Energy Forum

www.worldenergynews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Δείτε επίσης