Η ενεργειακή πολιτική ένα χρόνο μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία

Η ενεργειακή πολιτική ένα χρόνο μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία
Η μόνη βιώσιμη επιλογή μας είναι η μετάβαση σε μια οικονομία με μηδενικό ισοζύγιο άνθρακα

Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και ο πόλεμος που σοβεί από τον Φεβρουάριο του 2022 υπήρξε ένα σκληρό μάθημα για τα ευρωπαϊκά έθνη. Απετέλεσε όμως και τη θρυαλλίδα που πυροδότησε μια σειρά δραματικές αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο χαράσσεται και ασκείται η πολιτική σε όλες τις εκφάνσεις της.

Τα στενώς εννοούμενα εθνικά συμφέροντα που υπαγόρευαν, για χρόνια, μια πιο «οικονομίστικη» προσέγγιση, ιδίως στα θέματα της ενέργειας, έπρεπε να παραμεριστούν. Η σύρραξη εμφύσησε ένα νέο πνεύμα συνεργασίας και συναίνεσης μεταξύ των κρατών της Ευρώπης, με στρατηγικό και κοινωνικό πρόσημο.

Οι επιπτώσεις της πρωτοφανούς κρίσης έγιναν ιδιαίτερα αισθητές στον τομέα της ενέργειας. Βεβαιότητες και σχεδιασμοί δεκαετιών κατέρρευσαν μέσα σε μια στιγμή. Οι τιμές του ρεύματος, του πετρελαίου και του φυσικού αερίου παρασύρθηκαν σε ένα ιλιγγιώδες ανοδικό σπιράλ, πυροδότησαν ένα κύμα πληθωριστικών πιέσεων και υπέστρεψαν την ανάκαμψη των οικονομιών της περιοχής, μετά το πλήγμα της πανδημίας.

Από κοινού με τους Ευρωπαίους εταίρους μας, υιοθετήσαμε ευέλικτες λύσεις σε όλο το φάσμα της ενέργειας, παράλληλα με το άπλωμα ενός ιστού προστασίας των οικιακών και επιχειρηματικών καταναλωτών. Ανασχεδιάσαμε την ενεργειακή πολιτική μας κατά τρόπο που να εξυπηρετεί καλύτερα το εθνικό συμφέρον, απεξαρτηθήκαμε σε μεγάλο βαθμό από την ρωσική ενέργεια και θέσαμε σε κίνηση ένα εμπροσθοβαρές και συνεκτικό πρόγραμμα, τόσο για την ενίσχυση της ενεργειακής μας ασφάλειας, όσο και για τη συνέχιση της πορείας μας προς την Ενεργειακή Μετάβαση.

Αποδεικνύεται από το ότι στο άτυπο Συμβούλιο Υπουργών της 27ης Φεβρουαρίου, η Επίτροπος Ενέργειας, Kadri Simson, παρουσίασε ορισμένα πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία για τις εξελίξεις στην Ε.Ε., ένα χρόνο μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία: Η Ρωσία δεν είναι πλέον ο πρώτος εισαγωγέας φυσικού αερίου στην Ε.Ε., με τις ΗΠΑ και την Νορβηγία να την αντικαθιστούν ως προτιμητέοι ενεργειακοί εταίροι μας. Μεταξύ Αυγούστου 2022 και Ιανουαρίου 2023, η ζήτηση φυσικού αερίου μειώθηκε κατά 19%. Οι προμήθειες φυσικού αερίου από την Ρωσία μειώθηκαν από 155 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα (bcm) σε 62 bcm, ενώ οι εισαγωγές LNG αυξήθηκαν από 80 bcm, σε 135 bcm. Παράλληλα οι υπόγειες αποθήκες της Ευρώπης είναι γεμάτες σε ποσοστό 62% που είναι υψηλότερο από τον μέσο όρο των τελευταίων ετών για τη συγκεκριμένη περίοδο του έτους. Τέλος, η τροφοδοσία των καταναλωτών πραγματοποιήθηκε χωρίς διακοπές, παρά τις αρχικές ανησυχίες.


99.jpeg




Συγκρατημένα αισιόδοξοι για τον επόμενο χειμώνα

Από το τέλος του περασμένου έτους έγινε φανερό ότι η κατάσταση έχει αλλάξει προς το ευνοϊκότερο. Ο φόβος και η νευρικότητα των αγορών έχουν δώσει τη θέση τους στην ηρεμία. Σε συνδυασμό με τα θεμελιώδη μεγέθη προσφοράς και ζήτησης, μας κάνει μεν συγκρατημένα αισιόδοξους για την επόμενη χειμερινή περίοδο, αν και υπάρχουν δε αρκετές αβέβαιες παράμετροι.

Φυσικά, τίποτε δεν έγινε αυτόματα. Προηγήθηκε ένας κεντρικός σχεδιασμός για τη μείωση της κατανάλωσης καθώς και για την υποκατάσταση του ρωσικού φ αερίου. Στη χώρα μας, η μείωση της κατανάλωσης επετεύχθη κυρίως χάρη στην αλλαγή καυσίμου στη βιομηχανία (-68,2%) και στην ηλεκτροπαραγωγή (-13,9%). Πρέπει να επισημάνω πως το 2022 καλύψαμε τις ανάγκες μας στο τελευταίο σκέλος, από ΑΠΕ κατά 45%, έναντι 41% το 2021. Μόνο πέρυσι, εγκαταστήσαμε περίπου 2 GW σε νέα ανανεώσιμη ισχύ, με ακόμη ένα 1 GW να βρίσκεται υπό κατασκευή.

Επί πλέον, οι εισαγωγές LNG και αζερικού αερίου κάλυψαν το 62,3% των εισαγωγών μας, έναντι 48,5% το 2021. Η βελτίωση στον τομέα της διαφοροποίησης των πηγών προμήθειας φυσικού αερίου θα συνεχισθεί, αφού από το 2024 αναμένεται να λειτουργήσει το FSRU Αλεξανδρούπολης, ενώ υπό ωρίμανση ευρίσκεται και το FSRU στους Αγ. Θεοδώρους. Δεν καλύπτουμε όμως μόνο τις εγχώριες ανάγκες, αφού τροφοδοτούμε με LNG την Βουλγαρία και άλλες χώρες της ΝΑ Ευρώπης.

Το 2022 η διαμετακόμιση αερίου μέσω Ελλάδος ανήλθε σε 2,6 bcm έναντι 0,7 bcm το 2021, ενώ με την προσθήκη των νέων σταθμών LNG, σε συνδυασμό με τα έργα ενίσχυσης του Συστήματος Μεταφοράς που εκτελούνται, η δυναμικότητα διαμετακόμισης θα ανέλθει στα 8,5 bcm/ετησίως, έως το 2025. Τότε αναμένουμε ότι η Ελλάδα θα έχει αποκτήσει πλήρη ανεξαρτησία επιλογής προμηθειών αερίου.

Οφείλω επίσης να θυμίσω πως η Ελλάδα πρωταγωνίστησε στην απόφαση για επιβολή ανώτατου ορίου τιμών στο φ. αέριο, τον Δεκέμβριο του 2022, καθώς διέγνωσε σε πολύ πρώιμο στάδιο τον κίνδυνο για την οικονομία από την υπερβολική αστάθεια των τιμών σε ευρωπαϊκό επίπεδο Ευρωπαϊκή αγορά ΦΑ.

Πρωταρχικός στόχος μας ήταν και παραμένει η απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα. Η ενεργειακή κρίση επιβεβαίωσε και ενδυνάμωσε αυτή την στρατηγική στροφή στην πολιτική, τόσο επίπεδο Ε.Ε., όσο και σε εθνικό. Χάρη στους διαθέσιμους πόρους από το Ταμείο Ανάκαμψης και το ΕΣΠΑ, στοχεύουμε στο δραστικό μετασχηματισμό του συστήματος ηλεκτροπαραγωγής στην Ελλάδα, ώστε το 2030, το 80% της κατανάλωσης ηλεκτρισμού να προέρχεται αμιγώς από ΑΠΕ.

Εν τέλει, η ενεργειακή κρίση μπορεί να απείλησε πρόσκαιρα την πορεία μας προς την πράσινη ενέργεια, κατέδειξε, όμως, ότι η μόνη βιώσιμη επιλογή μας είναι η μετάβαση σε μια οικονομία με μηδενικό ισοζύγιο άνθρακα. Διαθέτουμε όλα τα αναγκαία όπλα για να φθάσουμε στο στόχο: πολιτική βούληση, τεχνογνωσία, υποδομές και χρηματοδότηση.

*Η Αλεξάνδρα Σδούκου είναι η Γενική Γραμματέας Ενέργειας και Ορυκτών Πρώτων Υλών του ΥΠΕΝ

www.worldenergynews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Δείτε επίσης