Μπροστά σε νέες προκλήσεις τα ηλεκτρικά συστήματα της Ευρώπης
Άγνωστα συνεχίζουν παραμένουν τα αίτια που προκάλεσαν το black out στην Ισπανία και την Πορτογαλία και βύθισαν στα σκοτάδι περιοχές της Νότιας Γαλλίας τη περασμένη Δευτέρα.
Όσο περνούν οι ημέρες όμως και η συζήτηση γύρω από τους λόγους που προκάλεσαν το φαινόμενο αλλά και τον καταμερισμό των ευθυνών συνεχίζεται, τόσο περισσότερο αναδεικνύεται η σημασία των δικτύων για τα ηλεκτρικά συστήματα. Πολύ δε περισσότερο για τα νέα ηλεκτρικά συστήματα που διαμορφώνουν οι χώρες της Ευρώπης στο πλαίσιο της ενεργειακής μετάβασης, τα οποία τα οποία καλούνται να διαχειριστούν μεγάλες ποσότητες διάσπαρτης παραγωγής, διαλείπουσας ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές.
Καθώς μέσω επίσημων δηλώσεων αποκλείστηκαν σχετικά γρήγορα, τόσο το σενάριο της κυβερνοεπίθεσης, όσο και το σενάριο του σπάνιου ατμοσφαιρικού φαινομένου, η συζήτηση πλέον έχει επικεντρωθεί στο ρόλο των ΑΠΕ στο ενεργειακό σύστημα της Ιβηρικής, αλλά και στο κατά πόσο τα δίκτυα είναι κατάλληλα να διαχειριστούν το νέο ενεργειακό σύστημα που διαμορφώνεται.
Είναι χαρακτηριστικό ότι από τις πρώτες ώρες η Eurelectric (συλλογικός φορέας των ενεργειακών εταιριών της Ευρώπης) χωρίς να παίρνει θέση για τους λόγους που οδήγησαν στο black out της Ιβηρικής, υπογράμμισε ότι αυτό «αποτελεί μια έντονη υπενθύμιση ότι το δίκτυο είναι η ραχοκοκαλιά της κοινωνίας», και ότι «οι επενδύσεις σε ένα ανθεκτικό δίκτυο δεν είναι πλέον προαιρετική».
Ενεργειακή μετάβαση
Σύμφωνα με τη Eurelectric, η οποία μάλιστα έχει εκπονήσει σχετική μελέτη που παρουσίασε πέρυσι στο Λαγονήσι, προκειμένου να δημιουργηθεί ένα δίκτυο κατάλληλο να «σηκώσει» την ενεργειακή μετάβαση της Ευρώπης απαιτούνται επενδύσεις 67 δις. ευρώ έως το 2050.
Ανάλογη και εξίσου έντονη είναι η συζήτηση γύρω από τα δίκτυα στην Ισπανία η οποία ηγείται της ευρωπαϊκής προσπάθειας για την ενεργειακή μετάβαση. Είναι χαρακτηριστικό ότι το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο μείγμα παραγωγής της Ισπανίας έχει αυξηθεί στο 56% το 2024 από 43% μια δεκαετία νωρίτερα, ενώ η χώρα στοχεύει στο 81% έως το 2030. Λίγο πριν από την κατάρρευση του συστήματος, η ηλιακή ενέργεια αντιπροσώπευε το 53% της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, η αιολική σχεδόν το 11% και η πυρηνική ενέργεια και το φυσικό αέριο το 15%, σύμφωνα με στοιχεία του Ισπανού Διαχειριστή REE.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο REE τον Μάιο του 2024 είχε προειδοποιήσει για τους κινδύνους μιας μεγάλης διακοπής καθώς οι ΑΠΕ είναι διασκορπισμένες σε όλη την χώρα και συνδέονται με υποσταθμούς που δεν έχουν σχεδιαστεί για να χειρίζονται μεγάλους όγκους παραγωγής. Σύμφωνα με τη μελέτη του REE για να αντέξει τις ξαφνικές αυξομειώσεις στη συχνότητα, το δίκτυο πρέπει να επενδύσει σε αυτοματισμούς απόρριψης φορτίου που θα λειτουργούν ως αμορτισέρ όταν υπάρχει πτώση στην παραγωγή.
Υπό αυτό το πρίσμα είναι σαφές ότι το πρόβλημα δεν αφορά μόνο την Ιβηρική όπου σημειώθηκε το black out, αλλά ολόκληρη την Ευρώπη και φυσικά την Ελλάδα.
Σε εγρήγορση οι διαχειριστές
Το ερώτημα που τέθηκε αυτόματα στην πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ αλλά και στους διαχειριστές του συστήματος ΑΔΜΗΕ και ΔΕΔΔΗΕ είναι το κατά πόσο είναι έτοιμοι να ανταποκριθούν σε μια τέτοια πρόκληση. Η απάντηση από όλες τις πλευρές είναι οι διαχειριστές των δικτύων στην Ελλάδα βρίσκονται σε συνεχή εγρήγορση καθώς και ότι πραγματοποιούνται σημαντικές επενδύσεις ακριβώς για την ενίσχυση των δικτύων και την αντιμετώπιση των νέων προκλήσεων που δημιουργούν οι ΑΠΕ.
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι επενδύσεις του ΑΔΜΗΕ το 2024 ξεπεράσαν τα 700 εκατ. ευρώ, ενώ η ΔΕΗ που ελέγχει τον ΔΕΔΔΗΕ αλλά και μέρος του δικτύου της Ρουμανίας, το 2024 πραγματοποίησε επενδύσεις στα δίκτυα άνω του 1 δις ευρώ.
Γνώστες του ελληνικού ηλεκτρικού συστήματος επισημαίνουν ότι οι διακοπές ρεύματος μπορούν να συμβούν ανά πάσα στιγμή για διαφορετικούς λόγους και ανεξαρτήτως του είδους της ενέργειας που τροφοδοτεί το δίκτυο. Παράλληλα βέβαια, αναφέρουν ότι οι μεγαλύτερες ποσότητες ΑΠΕ έχουν καταστήσει πιο δύσκολη την απορρόφηση μιας διαταραχής στη συχνότητα μεταφοράς του ρεύματος στα δίκτυα και σημειώνουν ότι πρέπει να γίνουν μεγαλύτερες επενδύσεις σε μετασχηματιστές, οι οποίοι μπορούν να βοηθήσουν στη σταθεροποίηση τους.
Η αδράνεια μονάδων
Ένα άλλο ζήτημα που τίθεται από τους ειδικούς των δικτύων είναι η αδράνεια. Όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά τα δίκτυα που λειτουργούν με ενέργεια από φυσικό αέριο ή άλλες θερμικές μονάδες έχουν υψηλή αδράνεια, πράγμα που σημαίνει ότι διαθέτουν αντίσταση στις αλλαγές συχνότητας. Αυτό δεν ισχύει για την ενέργεια που παράγεται από ΑΠΕ και όταν η χαμηλή αδράνεια δεν αντιμετωπίζεται κάνει τα δίκτυα λιγότερο ανθεκτικά σε ξαφνικούς κραδασμούς.
Σύμφωνα με πηγές της αγοράς η αποθήκευση με μπαταρίες, οι υπερπυκνωτές και οι σφόνδυλοι, μπορούν να υποκαταστήσουν τις παραδοσιακές μορφές αδράνειας.
Στο πλαίσιο αυτό άλλωστε η ΔΕΗ προγραμματίζει τη μετατροπή των παλαιών γεννητριών των μονάδων 3 και 4 του ΑΗΣ Καρδιάς, σε σύγχρονους πυκνωτές που συμβάλλουν στη σταθεροποίηση του συστήματος υπερυψηλής τάσης. Μάλιστα έχει ήδη ξεκινήσει τη διαδικασία επιλογής αναδόχου, μετά την ολοκλήρωση των απαιτούμενων αδειοδοτήσεων, ενώ η επένδυση εκτιμάται στα 30 εκατ. ευρώ.
www.worldenergynews.gr






