Τα εμπορικά δεδομένα δείχνουν ξεκάθαρα την ανακατεύθυνση των εξαγωγών προς τις ΗΠΑ μέσω τρίτων χωρών – ένα φαινόμενο που και Κινέζοι αξιωματούχοι έχουν αναγνωρίσει δημοσίως
Ασυνήθιστα μεγάλες ποσότητες αντιμονίου – ενός μετάλλου κρίσιμου για τη βιομηχανία μπαταριών αλλά και ημιαγωγών– έχουν κατακλύσει τις Ηνωμένες Πολιτείες από την Ταϊλάνδη και το Μεξικό από τότε που το Πεκίνο απαγόρευσε τις εξαγωγές προς τις ΗΠΑ, σύμφωνα με τελωνειακά και ναυτιλιακά δεδομένα που αποκαλύπτουν ότι τουλάχιστον μία κινεζική εταιρεία εμπλέκεται στην εφοδιαστική αλυσίδα.
Όπως διαβάζουμε στο Reuters, η Κίνα κυριαρχεί στον εφοδιασμό αντιμονίου, γαλλίου και γερμανίου – μετάλλων ζωτικής σημασίας για τις τηλεπικοινωνίες, τους ημιαγωγούς και την αμυντική τεχνολογία.
Τον Δεκέμβριο του 2023, το Πεκίνο απαγόρευσε επισήμως τις εξαγωγές αυτών των ορυκτών στις Ηνωμένες Πολιτείες, σε αντίποινα για τους περιορισμούς που επέβαλε η Ουάσιγκτον στον κινεζικό τομέα μικροτσίπ.
Η αναδιαμόρφωση των εμπορικών ροών που ακολούθησε αποκαλύπτει την έντονη παγκόσμια μάχη για την εξασφάλιση κρίσιμων ορυκτών και τις δυσκολίες της Κίνας να επιβάλει αποτελεσματικά τους περιορισμούς της, σε ένα πλαίσιο στρατηγικής αντιπαράθεσης με τις ΗΠΑ για την οικονομική και τεχνολογική κυριαρχία.
Τα εμπορικά δεδομένα δείχνουν ξεκάθαρα την ανακατεύθυνση των εξαγωγών προς τις ΗΠΑ μέσω τρίτων χωρών – ένα φαινόμενο που και Κινέζοι αξιωματούχοι έχουν αναγνωρίσει δημοσίως.
Τρεις ανεξάρτητοι ειδικοί του κλάδου επιβεβαιώνουν την εκτίμηση αυτή, μεταξύ των οποίων δύο στελέχη αμερικανικών εταιρειών που δήλωσαν στο Reuters ότι προμηθεύτηκαν απευθείας μεταλλεύματα από την Κίνα τους τελευταίους μήνες, παρά τις κυρώσεις.
Από τον Δεκέμβριο έως τον Απρίλιο, οι ΗΠΑ εισήγαγαν 3.834 μετρικούς τόνους οξειδίου του αντιμονίου από την Ταϊλάνδη και το Μεξικό, σύμφωνα με στοιχεία των αμερικανικών τελωνείων – ποσότητα που ξεπερνά το σύνολο σχεδόν της τριετίας που προηγήθηκε.

Η Ταϊλάνδη και το Μεξικό εκτινάχθηκαν φέτος στις τρεις κορυφαίες εξαγωγικές αγορές της Κίνας για αντιμόνιο, σύμφωνα με στοιχεία των κινεζικών τελωνείων έως τον Μάιο, παρότι καμία από τις δύο χώρες δεν συγκαταλεγόταν καν στη δεκάδα το 2023, δηλαδή πριν από την επιβολή των περιορισμών.
Σύμφωνα με τη συμβουλευτική RFC Ambrian, η καθεμία διαθέτει μόλις ένα εργοστάσιο επεξεργασίας αντιμονίου – με εκείνο του Μεξικού να έχει μόλις επαναλειτουργήσει τον Απρίλιο. Καμία από τις δύο χώρες δεν εξορύσσει ουσιαστικές ποσότητες του μετάλλου.
Οι αμερικανικές εισαγωγές αντιμονίου, γαλλίου και γερμανίου για το 2025 βαδίζουν σε επίπεδα ίσα ή και υψηλότερα από εκείνα προ της απαγόρευσης, αν και με αυξημένο κόστος.
Παρά τους περιορισμούς του Πεκίνου, το εμπόριο συνεχίζεται με ενδιάμεσους προορισμούς, υποδεικνύοντας ότι οι μηχανισμοί επιτήρησης παρακάμπτονται μεθοδικά.
Ο Ραμ Μπεν Τζιόν, συνιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της πλατφόρμας ψηφιακής επαλήθευσης αποστολών Publican, επιβεβαίωσε την ύπαρξη διαμετακόμισης, αν και –όπως εξηγεί– τα εμπορικά δεδομένα δεν επιτρέπουν τον εντοπισμό συγκεκριμένων εταιρειών.
«Το μοτίβο είναι ξεκάθαρο και επαναλαμβάνεται. Οι κινεζικές επιχειρήσεις είναι εξαιρετικά δημιουργικές όταν πρόκειται να παρακάμψουν τους κανονισμούς», δήλωσε στο Reuters.
Το κινεζικό Υπουργείο Εμπορίου ανέφερε τον Μάιο ότι ξένες οντότητες «συνεργάστηκαν με εγχώριους παραβάτες» για να παρακάμψουν τους περιορισμούς, χαρακτηρίζοντας την καταστολή τέτοιων ενεργειών «ζήτημα εθνικής ασφάλειας».
Ωστόσο, δεν απάντησε σε ερωτήσεις σχετικά με την αλλαγή στις εμπορικές ροές μετά την 3η Δεκεμβρίου, όταν και επιβλήθηκαν οι εξαγωγικοί έλεγχοι. Το αμερικανικό Υπουργείο Εμπορίου, όπως και τα αρμόδια υπουργεία σε Ταϊλάνδη και Μεξικό, απέφυγαν να σχολιάσουν.
Η αμερικανική νομοθεσία δεν απαγορεύει την αγορά κινεζικής προέλευσης αντιμονίου, γαλλίου ή γερμανίου.
Οι κινεζικές εταιρείες μπορούν να τα εξάγουν σε τρίτες χώρες, αρκεί να διαθέτουν σχετική άδεια.
Ο Λέβι Πάρκερ, επικεφαλής της εταιρείας Gallant Metals με έδρα τις ΗΠΑ, αποκάλυψε ότι λαμβάνει περί τα 200 κιλά γαλλίου τον μήνα από την Κίνα, αποφεύγοντας ωστόσο να κατονομάσει τους εμπλεκόμενους λόγω του κινδύνου αντιποίνων.
Όπως περιγράφει, μεσάζοντες στην Κίνα προμηθεύονται το υλικό και στη συνέχεια μια εταιρεία logistics το αποστέλλει μέσω άλλης ασιατικής χώρας, ανασυσκευασμένο και ετικετοποιημένο ως σίδηρος, ψευδάργυρος ή ακόμα και «είδη τέχνης».
Οι παρακάμψεις αυτές ούτε είναι τέλειες, ούτε φθηνές, σύμφωνα με τον Πάρκερ. Θα ήθελε να εισάγει τακτικά 500 κιλά, αλλά οι μεγαλύτερες ποσότητες ενέχουν τον κίνδυνο εντοπισμού, ενώ οι κινεζικές μεταφορικές εταιρείες «είναι εξαιρετικά προσεκτικές».
Στο μεταξύ, η εταιρεία Thai Unipet Industries, θυγατρική της κινεζικής Youngsun Chemicals με έδρα την Ταϊλάνδη, πραγματοποιεί έντονη εμπορική δραστηριότητα με τις ΗΠΑ τους τελευταίους μήνες.
Σύμφωνα με 36 φορτωτικές που εξετάστηκαν από τις πλατφόρμες ImportYeti και Export Genius, η Unipet απέστειλε τουλάχιστον 3.366 τόνους προϊόντων αντιμονίου στις ΗΠΑ το διάστημα Δεκεμβρίου–Μαΐου – ποσότητα 27 φορές μεγαλύτερη από το ίδιο διάστημα του προηγούμενου έτους.
Οι αποστολές είχαν προορισμό την εταιρεία Youngsun & Essen με έδρα το Τέξας, που στο παρελθόν εισήγαγε κυρίως αντιμονικό τριοξείδιο απευθείας από την Youngsun Chemicals. Καμία από τις δύο εταιρείες δεν απάντησε στα ερωτήματα του Reuters.
Η Κίνα έχει ξεκινήσει από τον Μάιο εκστρατεία κατά της διαμετακόμισης και λαθρεμπορίας κρίσιμων ορυκτών.
Οι παραβάτες κινδυνεύουν με πρόστιμα, απαγόρευση μελλοντικών εξαγωγών και –σε σοβαρές περιπτώσεις– φυλάκιση άνω των πέντε ετών.
Όπως εξηγεί ο δικηγόρος Τζέιμς Σιάο από το White & Case στο Χονγκ Κονγκ, οι σχετικοί νόμοι εφαρμόζονται σε κινεζικές εταιρείες ακόμη και για διεθνείς συναλλαγές.
Ειδικά σε περιπτώσεις διαμετακόμισης, οι αρχές μπορούν να διώξουν όσους δεν έχουν ελέγξει επαρκώς την τελική χρήση του προϊόντος.

Αξίζει το ρίσκο
Για όσους είναι διατεθειμένοι να αναλάβουν το ρίσκο, οι απολαβές στο εξωτερικό είναι ιδιαίτερα υψηλές, καθώς οι ελλείψεις σε γάλλιο, γερμάνιο και αντιμόνιο έχουν εκτινάξει τις τιμές των μετάλλων αυτών σε ιστορικά υψηλά επίπεδα.
Τα τρία ορυκτά υπάγονταν ήδη σε εξαγωγικούς ελέγχους με άδεια όταν το Πεκίνο επέβαλε την πλήρη απαγόρευση εξαγωγών προς τις ΗΠΑ.
Παρότι η Κίνα εξακολουθεί να εξάγει αντιμόνιο και γερμάνιο, οι ποσότητες παραμένουν κάτω από τα προ της απαγόρευσης επίπεδα, σύμφωνα με κινεζικά τελωνειακά δεδομένα.

Το Πεκίνο καλείται πλέον να αποδείξει ότι μπορεί να εφαρμόσει αποτελεσματικά το καθεστώς ελέγχου των εξαγωγών του, σχολιάζει ο Ραμ Μπεν Τζιόν της Publican.
«Το να θεσπίζεις πολιτικές είναι το ένα πράγμα. Το να τις επιβάλλεις στην πράξη είναι κάτι εντελώς διαφορετικό», δήλωσε χαρακτηριστικά.
Όπως διαβάζουμε στο Reuters, η Κίνα κυριαρχεί στον εφοδιασμό αντιμονίου, γαλλίου και γερμανίου – μετάλλων ζωτικής σημασίας για τις τηλεπικοινωνίες, τους ημιαγωγούς και την αμυντική τεχνολογία.
Τον Δεκέμβριο του 2023, το Πεκίνο απαγόρευσε επισήμως τις εξαγωγές αυτών των ορυκτών στις Ηνωμένες Πολιτείες, σε αντίποινα για τους περιορισμούς που επέβαλε η Ουάσιγκτον στον κινεζικό τομέα μικροτσίπ.
Η αναδιαμόρφωση των εμπορικών ροών που ακολούθησε αποκαλύπτει την έντονη παγκόσμια μάχη για την εξασφάλιση κρίσιμων ορυκτών και τις δυσκολίες της Κίνας να επιβάλει αποτελεσματικά τους περιορισμούς της, σε ένα πλαίσιο στρατηγικής αντιπαράθεσης με τις ΗΠΑ για την οικονομική και τεχνολογική κυριαρχία.
Τα εμπορικά δεδομένα δείχνουν ξεκάθαρα την ανακατεύθυνση των εξαγωγών προς τις ΗΠΑ μέσω τρίτων χωρών – ένα φαινόμενο που και Κινέζοι αξιωματούχοι έχουν αναγνωρίσει δημοσίως.
Τρεις ανεξάρτητοι ειδικοί του κλάδου επιβεβαιώνουν την εκτίμηση αυτή, μεταξύ των οποίων δύο στελέχη αμερικανικών εταιρειών που δήλωσαν στο Reuters ότι προμηθεύτηκαν απευθείας μεταλλεύματα από την Κίνα τους τελευταίους μήνες, παρά τις κυρώσεις.
Από τον Δεκέμβριο έως τον Απρίλιο, οι ΗΠΑ εισήγαγαν 3.834 μετρικούς τόνους οξειδίου του αντιμονίου από την Ταϊλάνδη και το Μεξικό, σύμφωνα με στοιχεία των αμερικανικών τελωνείων – ποσότητα που ξεπερνά το σύνολο σχεδόν της τριετίας που προηγήθηκε.

Η Ταϊλάνδη και το Μεξικό εκτινάχθηκαν φέτος στις τρεις κορυφαίες εξαγωγικές αγορές της Κίνας για αντιμόνιο, σύμφωνα με στοιχεία των κινεζικών τελωνείων έως τον Μάιο, παρότι καμία από τις δύο χώρες δεν συγκαταλεγόταν καν στη δεκάδα το 2023, δηλαδή πριν από την επιβολή των περιορισμών.
Σύμφωνα με τη συμβουλευτική RFC Ambrian, η καθεμία διαθέτει μόλις ένα εργοστάσιο επεξεργασίας αντιμονίου – με εκείνο του Μεξικού να έχει μόλις επαναλειτουργήσει τον Απρίλιο. Καμία από τις δύο χώρες δεν εξορύσσει ουσιαστικές ποσότητες του μετάλλου.
Οι αμερικανικές εισαγωγές αντιμονίου, γαλλίου και γερμανίου για το 2025 βαδίζουν σε επίπεδα ίσα ή και υψηλότερα από εκείνα προ της απαγόρευσης, αν και με αυξημένο κόστος.
Παρά τους περιορισμούς του Πεκίνου, το εμπόριο συνεχίζεται με ενδιάμεσους προορισμούς, υποδεικνύοντας ότι οι μηχανισμοί επιτήρησης παρακάμπτονται μεθοδικά.
Ο Ραμ Μπεν Τζιόν, συνιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της πλατφόρμας ψηφιακής επαλήθευσης αποστολών Publican, επιβεβαίωσε την ύπαρξη διαμετακόμισης, αν και –όπως εξηγεί– τα εμπορικά δεδομένα δεν επιτρέπουν τον εντοπισμό συγκεκριμένων εταιρειών.
«Το μοτίβο είναι ξεκάθαρο και επαναλαμβάνεται. Οι κινεζικές επιχειρήσεις είναι εξαιρετικά δημιουργικές όταν πρόκειται να παρακάμψουν τους κανονισμούς», δήλωσε στο Reuters.
Το κινεζικό Υπουργείο Εμπορίου ανέφερε τον Μάιο ότι ξένες οντότητες «συνεργάστηκαν με εγχώριους παραβάτες» για να παρακάμψουν τους περιορισμούς, χαρακτηρίζοντας την καταστολή τέτοιων ενεργειών «ζήτημα εθνικής ασφάλειας».
Ωστόσο, δεν απάντησε σε ερωτήσεις σχετικά με την αλλαγή στις εμπορικές ροές μετά την 3η Δεκεμβρίου, όταν και επιβλήθηκαν οι εξαγωγικοί έλεγχοι. Το αμερικανικό Υπουργείο Εμπορίου, όπως και τα αρμόδια υπουργεία σε Ταϊλάνδη και Μεξικό, απέφυγαν να σχολιάσουν.
Η αμερικανική νομοθεσία δεν απαγορεύει την αγορά κινεζικής προέλευσης αντιμονίου, γαλλίου ή γερμανίου.
Οι κινεζικές εταιρείες μπορούν να τα εξάγουν σε τρίτες χώρες, αρκεί να διαθέτουν σχετική άδεια.
Ο Λέβι Πάρκερ, επικεφαλής της εταιρείας Gallant Metals με έδρα τις ΗΠΑ, αποκάλυψε ότι λαμβάνει περί τα 200 κιλά γαλλίου τον μήνα από την Κίνα, αποφεύγοντας ωστόσο να κατονομάσει τους εμπλεκόμενους λόγω του κινδύνου αντιποίνων.
Όπως περιγράφει, μεσάζοντες στην Κίνα προμηθεύονται το υλικό και στη συνέχεια μια εταιρεία logistics το αποστέλλει μέσω άλλης ασιατικής χώρας, ανασυσκευασμένο και ετικετοποιημένο ως σίδηρος, ψευδάργυρος ή ακόμα και «είδη τέχνης».
Οι παρακάμψεις αυτές ούτε είναι τέλειες, ούτε φθηνές, σύμφωνα με τον Πάρκερ. Θα ήθελε να εισάγει τακτικά 500 κιλά, αλλά οι μεγαλύτερες ποσότητες ενέχουν τον κίνδυνο εντοπισμού, ενώ οι κινεζικές μεταφορικές εταιρείες «είναι εξαιρετικά προσεκτικές».
Στο μεταξύ, η εταιρεία Thai Unipet Industries, θυγατρική της κινεζικής Youngsun Chemicals με έδρα την Ταϊλάνδη, πραγματοποιεί έντονη εμπορική δραστηριότητα με τις ΗΠΑ τους τελευταίους μήνες.
Σύμφωνα με 36 φορτωτικές που εξετάστηκαν από τις πλατφόρμες ImportYeti και Export Genius, η Unipet απέστειλε τουλάχιστον 3.366 τόνους προϊόντων αντιμονίου στις ΗΠΑ το διάστημα Δεκεμβρίου–Μαΐου – ποσότητα 27 φορές μεγαλύτερη από το ίδιο διάστημα του προηγούμενου έτους.
Οι αποστολές είχαν προορισμό την εταιρεία Youngsun & Essen με έδρα το Τέξας, που στο παρελθόν εισήγαγε κυρίως αντιμονικό τριοξείδιο απευθείας από την Youngsun Chemicals. Καμία από τις δύο εταιρείες δεν απάντησε στα ερωτήματα του Reuters.
Η Κίνα έχει ξεκινήσει από τον Μάιο εκστρατεία κατά της διαμετακόμισης και λαθρεμπορίας κρίσιμων ορυκτών.
Οι παραβάτες κινδυνεύουν με πρόστιμα, απαγόρευση μελλοντικών εξαγωγών και –σε σοβαρές περιπτώσεις– φυλάκιση άνω των πέντε ετών.
Όπως εξηγεί ο δικηγόρος Τζέιμς Σιάο από το White & Case στο Χονγκ Κονγκ, οι σχετικοί νόμοι εφαρμόζονται σε κινεζικές εταιρείες ακόμη και για διεθνείς συναλλαγές.
Ειδικά σε περιπτώσεις διαμετακόμισης, οι αρχές μπορούν να διώξουν όσους δεν έχουν ελέγξει επαρκώς την τελική χρήση του προϊόντος.

Αξίζει το ρίσκο
Για όσους είναι διατεθειμένοι να αναλάβουν το ρίσκο, οι απολαβές στο εξωτερικό είναι ιδιαίτερα υψηλές, καθώς οι ελλείψεις σε γάλλιο, γερμάνιο και αντιμόνιο έχουν εκτινάξει τις τιμές των μετάλλων αυτών σε ιστορικά υψηλά επίπεδα.
Τα τρία ορυκτά υπάγονταν ήδη σε εξαγωγικούς ελέγχους με άδεια όταν το Πεκίνο επέβαλε την πλήρη απαγόρευση εξαγωγών προς τις ΗΠΑ.
Παρότι η Κίνα εξακολουθεί να εξάγει αντιμόνιο και γερμάνιο, οι ποσότητες παραμένουν κάτω από τα προ της απαγόρευσης επίπεδα, σύμφωνα με κινεζικά τελωνειακά δεδομένα.

Το Πεκίνο καλείται πλέον να αποδείξει ότι μπορεί να εφαρμόσει αποτελεσματικά το καθεστώς ελέγχου των εξαγωγών του, σχολιάζει ο Ραμ Μπεν Τζιόν της Publican.
«Το να θεσπίζεις πολιτικές είναι το ένα πράγμα. Το να τις επιβάλλεις στην πράξη είναι κάτι εντελώς διαφορετικό», δήλωσε χαρακτηριστικά.
www.worldenergynews.gr






