Σύμφωνα με το σχέδιο, η ΕΕ προτίθεται να αγοράσει συνολικά 750 δισεκατομμύρια δολάρια σε αμερικανική ενέργεια μέχρι το 2028, σε μια προσπάθεια να αντικαταστήσει τις εισαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου από τη Ρωσία
Η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται σε κρίσιμο ενεργειακό σταυροδρόμι, καθώς η νέα εμπορική συμφωνία με τις Ηνωμένες Πολιτείες, που προβλέπει εισαγωγές ύψους 700 δισεκατομμυρίων ευρώ σε ορυκτά καύσιμα και πυρηνική ενέργεια τα επόμενα τρία χρόνια, απειλεί να εκτροχιάσει τις ευρωπαϊκές προσπάθειες απανθρακοποίησης, προειδοποιεί το Ευρωπαϊκό Γραφείο Περιβάλλοντος (EEB) —το μεγαλύτερο δίκτυο περιβαλλοντικών ΜΚΟ στην Ευρώπη.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε τη συμφωνία ως ορόσημο για τη διατλαντική συνεργασία και την οικονομική σταθερότητα, όμως οι περιβαλλοντικές οργανώσεις τη χαρακτηρίζουν επικίνδυνη παρέκκλιση από τους κλιματικούς στόχους της ΕΕ για το 2030.
Το EEB τονίζει ότι η βασική πρόβλεψη της συμφωνίας, δηλαδή η τριπλάσια αύξηση των εισαγωγών αμερικανικής ενέργειας, είναι «θεμελιωδώς ασύμβατη» με τη στρατηγική της ΕΕ για το κλίμα.
Ο Luke Haywood, επικεφαλής Κλίματος και Ενέργειας του EEB, προειδοποίησε ότι το σχέδιο όχι μόνο είναι τεχνικά ανέφικτο, αλλά αντιστρατεύεται πλήρως τις δεσμεύσεις της ΕΕ για τη μείωση των εκπομπών μέχρι το 2030.
Όπως υποστηρίζει, η ιδέα πως αυτές οι ποσότητες αμερικανικής ενέργειας μπορούν να υποκαταστήσουν τις ρωσικές εισαγωγές δεν ευσταθεί, καθώς τα επίσημα στοιχεία της Eurostat δείχνουν ότι οι ΗΠΑ ήδη αντιπροσωπεύουν το 50% της αγοράς LNG στην Ευρώπη.
O αντίλογος του ΕΕΒ
Ο Haywood σημείωσε πως τα αξιόπιστα σενάρια επίτευξης των κλιματικών στόχων της ΕΕ δεν περιλαμβάνουν αύξηση στις εισαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου, ούτε εξάρτηση από χρονοβόρες και αμφίβολης αποδοτικότητας πυρηνικές τεχνολογίες, όπως οι μικροί αρθρωτοί αντιδραστήρες.
Αντί αυτών, πρότεινε ενίσχυση των ΑΠΕ, της ενεργειακής αποδοτικότητας και του εξηλεκτρισμού. «Η συμφωνία στέλνει ένα επικίνδυνο και αντικρουόμενο μήνυμα στον υπόλοιπο κόσμο», δήλωσε χαρακτηριστικά.
Κατά το EEB, η πλήρης αντικατάσταση του υπολειπόμενου 17% των ρωσικών ενεργειακών εισαγωγών θα κόστιζε μόλις 9 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως —ποσό που αντιστοιχεί σε μόλις 2,5% των συνολικών ενεργειακών εισαγωγών της ΕΕ— και δεν δικαιολογεί το εύρος της νέας συμφωνίας.
Σε αυτό το κλίμα αβεβαιότητας, αρκετές χώρες της ΕΕ στρέφονται ξανά στην εξερεύνηση υδρογονανθράκων. Ενδεικτικό είναι το παράδειγμα της Πολωνίας, όπου η Noble πραγματοποίησε πρόσφατα νέα ανακάλυψη πετρελαίου και φυσικού αερίου στη Βαλτική Θάλασσα, με τον διαχειριστή της άδειας Wolin να κάνει λόγο για μία από τις μεγαλύτερες συμβατικές ανακαλύψεις πετρελαίου στην Ευρώπη την τελευταία δεκαετία.
Η γνώμη του IEEFA
Η νέα συμφωνία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την αγορά αμερικανικής ενέργειας αξίας 250 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως τα επόμενα τρία χρόνια είναι μη ρεαλιστική και ενδέχεται να απειλήσει την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης, προειδοποιεί η Ana Maria Jaller-Makarewicz, αναλύτρια του Ινστιτούτου Ενέργειας και Οικονομικών IEEFA.
Η δέσμευση αυτή εντάσσεται στη νέα εμπορική συμφωνία ΕΕ–ΗΠΑ που υπεγράφη στις 27 Ιουλίου και προβλέπει επιπλέον επιβολή δασμών 15% στις περισσότερες εξαγωγές της ΕΕ προς τις ΗΠΑ.
Σύμφωνα με το σχέδιο, η ΕΕ προτίθεται να αγοράσει συνολικά 750 δισεκατομμύρια δολάρια σε αμερικανική ενέργεια μέχρι το 2028, σε μια προσπάθεια να αντικαταστήσει τις εισαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου από τη Ρωσία.
Παράλληλα, έχει συμφωνηθεί και η πραγματοποίηση επενδύσεων 600 δισεκατομμυρίων δολαρίων από την ΕΕ στις ΗΠΑ.
Ωστόσο, η Jaller-Makarewicz εκτιμά ότι μια τόσο μαζική αύξηση στις εισαγωγές LNG είναι ανέφικτη, καθώς η ευρωπαϊκή ζήτηση για φυσικό αέριο βρίσκεται σε διαρκή πτωτική πορεία, ενώ η αγορά δεν είναι σε θέση να απορροφήσει πλεονάζουσες ποσότητες. Επιπλέον, όπως σημειώνει, το LNG παραμένει ακριβό και εξαιρετικά ευμετάβλητο ως καύσιμο.
Το Ευρωπαϊκό Γραφείο Περιβάλλοντος προσθέτει ότι, με βάση την τρέχουσα αξία των ενεργειακών εισαγωγών της ΕΕ που ανέρχεται σε περίπου 370 δισεκατομμύρια ευρώ για το 2024, η στροφή σε αμερικανικές εισαγωγές πετρελαίου και αερίου θα απέφερε λιγότερα από 100 δισεκατομμύρια ευρώ επιπλέον ετησίως.
Ακόμη και με τα πιο ριζοσπαστικά σενάρια, ο στόχος των 250 δισεκατομμυρίων δολαρίων τον χρόνο θεωρείται απρόσιτος.
Ζήτημα βιωσιμότητας (;)
Η Jaller-Makarewicz υπογράμμισε επίσης πως η συμφωνία ενέχει σοβαρούς κινδύνους όσον αφορά τη ζήτηση για LNG, τη διαφοροποίηση προμηθευτών, τη συμμόρφωση με τις κλιματικές πολιτικές και τη συνολική οικονομική της βιωσιμότητα.
Με τη ζήτηση φυσικού αερίου στην Ευρώπη να προβλέπεται να μειώνεται συνεχώς έως το 2030 και μετά, οι πωλητές LNG θα δυσκολευτούν να βρουν αγοραστές στην ήπειρο.
«Πόσο περισσότερο LNG μπορεί να αγοράσει η ΕΕ από τις ΗΠΑ, όταν προβλέπεται παγκόσμια υπερπροσφορά LNG έως το 2030; Η ενίσχυση των εισαγωγών LNG μπορεί να παγιώσει την εξάρτηση από το ορυκτό αέριο, θέτοντας σε κίνδυνο τον στόχο της ΕΕ για μείωση των καθαρών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 90% έως το 2040, σε σχέση με τα επίπεδα του 1990», σημείωσε.
Επιπλέον, η συμφωνία ενδέχεται να ενέχει και χρηματοοικονομικό ρίσκο, λόγω ενδεχόμενης μη συμμόρφωσης με τον Κανονισμό Μεθανίου της ΕΕ.
Ως εκ τούτου, το Ευρωπαϊκό Γραφείο Περιβάλλοντος καλεί το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα κράτη μέλη να εξετάσουν με αυστηρότητα και να απορρίψουν κάθε στοιχείο της συμφωνίας που υπονομεύει τους ευρωπαϊκούς κλιματικούς στόχους, την ενεργειακή κυριαρχία και τη διεθνή αξιοπιστία της ΕΕ.
www.worldenergynews.gr
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε τη συμφωνία ως ορόσημο για τη διατλαντική συνεργασία και την οικονομική σταθερότητα, όμως οι περιβαλλοντικές οργανώσεις τη χαρακτηρίζουν επικίνδυνη παρέκκλιση από τους κλιματικούς στόχους της ΕΕ για το 2030.
Το EEB τονίζει ότι η βασική πρόβλεψη της συμφωνίας, δηλαδή η τριπλάσια αύξηση των εισαγωγών αμερικανικής ενέργειας, είναι «θεμελιωδώς ασύμβατη» με τη στρατηγική της ΕΕ για το κλίμα.
Ο Luke Haywood, επικεφαλής Κλίματος και Ενέργειας του EEB, προειδοποίησε ότι το σχέδιο όχι μόνο είναι τεχνικά ανέφικτο, αλλά αντιστρατεύεται πλήρως τις δεσμεύσεις της ΕΕ για τη μείωση των εκπομπών μέχρι το 2030.
Όπως υποστηρίζει, η ιδέα πως αυτές οι ποσότητες αμερικανικής ενέργειας μπορούν να υποκαταστήσουν τις ρωσικές εισαγωγές δεν ευσταθεί, καθώς τα επίσημα στοιχεία της Eurostat δείχνουν ότι οι ΗΠΑ ήδη αντιπροσωπεύουν το 50% της αγοράς LNG στην Ευρώπη.
O αντίλογος του ΕΕΒ
Ο Haywood σημείωσε πως τα αξιόπιστα σενάρια επίτευξης των κλιματικών στόχων της ΕΕ δεν περιλαμβάνουν αύξηση στις εισαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου, ούτε εξάρτηση από χρονοβόρες και αμφίβολης αποδοτικότητας πυρηνικές τεχνολογίες, όπως οι μικροί αρθρωτοί αντιδραστήρες.
Αντί αυτών, πρότεινε ενίσχυση των ΑΠΕ, της ενεργειακής αποδοτικότητας και του εξηλεκτρισμού. «Η συμφωνία στέλνει ένα επικίνδυνο και αντικρουόμενο μήνυμα στον υπόλοιπο κόσμο», δήλωσε χαρακτηριστικά.
Κατά το EEB, η πλήρης αντικατάσταση του υπολειπόμενου 17% των ρωσικών ενεργειακών εισαγωγών θα κόστιζε μόλις 9 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως —ποσό που αντιστοιχεί σε μόλις 2,5% των συνολικών ενεργειακών εισαγωγών της ΕΕ— και δεν δικαιολογεί το εύρος της νέας συμφωνίας.
Σε αυτό το κλίμα αβεβαιότητας, αρκετές χώρες της ΕΕ στρέφονται ξανά στην εξερεύνηση υδρογονανθράκων. Ενδεικτικό είναι το παράδειγμα της Πολωνίας, όπου η Noble πραγματοποίησε πρόσφατα νέα ανακάλυψη πετρελαίου και φυσικού αερίου στη Βαλτική Θάλασσα, με τον διαχειριστή της άδειας Wolin να κάνει λόγο για μία από τις μεγαλύτερες συμβατικές ανακαλύψεις πετρελαίου στην Ευρώπη την τελευταία δεκαετία.
Η γνώμη του IEEFA
Η νέα συμφωνία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την αγορά αμερικανικής ενέργειας αξίας 250 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως τα επόμενα τρία χρόνια είναι μη ρεαλιστική και ενδέχεται να απειλήσει την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης, προειδοποιεί η Ana Maria Jaller-Makarewicz, αναλύτρια του Ινστιτούτου Ενέργειας και Οικονομικών IEEFA.
Η δέσμευση αυτή εντάσσεται στη νέα εμπορική συμφωνία ΕΕ–ΗΠΑ που υπεγράφη στις 27 Ιουλίου και προβλέπει επιπλέον επιβολή δασμών 15% στις περισσότερες εξαγωγές της ΕΕ προς τις ΗΠΑ.
Σύμφωνα με το σχέδιο, η ΕΕ προτίθεται να αγοράσει συνολικά 750 δισεκατομμύρια δολάρια σε αμερικανική ενέργεια μέχρι το 2028, σε μια προσπάθεια να αντικαταστήσει τις εισαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου από τη Ρωσία.
Παράλληλα, έχει συμφωνηθεί και η πραγματοποίηση επενδύσεων 600 δισεκατομμυρίων δολαρίων από την ΕΕ στις ΗΠΑ.
Ωστόσο, η Jaller-Makarewicz εκτιμά ότι μια τόσο μαζική αύξηση στις εισαγωγές LNG είναι ανέφικτη, καθώς η ευρωπαϊκή ζήτηση για φυσικό αέριο βρίσκεται σε διαρκή πτωτική πορεία, ενώ η αγορά δεν είναι σε θέση να απορροφήσει πλεονάζουσες ποσότητες. Επιπλέον, όπως σημειώνει, το LNG παραμένει ακριβό και εξαιρετικά ευμετάβλητο ως καύσιμο.
Το Ευρωπαϊκό Γραφείο Περιβάλλοντος προσθέτει ότι, με βάση την τρέχουσα αξία των ενεργειακών εισαγωγών της ΕΕ που ανέρχεται σε περίπου 370 δισεκατομμύρια ευρώ για το 2024, η στροφή σε αμερικανικές εισαγωγές πετρελαίου και αερίου θα απέφερε λιγότερα από 100 δισεκατομμύρια ευρώ επιπλέον ετησίως.
Ακόμη και με τα πιο ριζοσπαστικά σενάρια, ο στόχος των 250 δισεκατομμυρίων δολαρίων τον χρόνο θεωρείται απρόσιτος.
Ζήτημα βιωσιμότητας (;)
Η Jaller-Makarewicz υπογράμμισε επίσης πως η συμφωνία ενέχει σοβαρούς κινδύνους όσον αφορά τη ζήτηση για LNG, τη διαφοροποίηση προμηθευτών, τη συμμόρφωση με τις κλιματικές πολιτικές και τη συνολική οικονομική της βιωσιμότητα.
Με τη ζήτηση φυσικού αερίου στην Ευρώπη να προβλέπεται να μειώνεται συνεχώς έως το 2030 και μετά, οι πωλητές LNG θα δυσκολευτούν να βρουν αγοραστές στην ήπειρο.
«Πόσο περισσότερο LNG μπορεί να αγοράσει η ΕΕ από τις ΗΠΑ, όταν προβλέπεται παγκόσμια υπερπροσφορά LNG έως το 2030; Η ενίσχυση των εισαγωγών LNG μπορεί να παγιώσει την εξάρτηση από το ορυκτό αέριο, θέτοντας σε κίνδυνο τον στόχο της ΕΕ για μείωση των καθαρών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 90% έως το 2040, σε σχέση με τα επίπεδα του 1990», σημείωσε.
Επιπλέον, η συμφωνία ενδέχεται να ενέχει και χρηματοοικονομικό ρίσκο, λόγω ενδεχόμενης μη συμμόρφωσης με τον Κανονισμό Μεθανίου της ΕΕ.
Ως εκ τούτου, το Ευρωπαϊκό Γραφείο Περιβάλλοντος καλεί το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα κράτη μέλη να εξετάσουν με αυστηρότητα και να απορρίψουν κάθε στοιχείο της συμφωνίας που υπονομεύει τους ευρωπαϊκούς κλιματικούς στόχους, την ενεργειακή κυριαρχία και τη διεθνή αξιοπιστία της ΕΕ.
www.worldenergynews.gr






