Αυξημένη η ζήτηση λόγω των καυσώνων - Στροφή στα σταθερά συμβόλαια σε Ελλάδα, Γερμανία, Μεγάλη Βρετανία και Ολλανδία
Χαμηλότερα του μέσου όρου των χωρών της Ευρώπης διαμορφώθηκε η λιανική τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας συμπεριλαμβανομένων των τελών και των φόρων στην ελληνική αγορά τον Ιούλιο. Συγκεκριμένα ανήλθε σε 25,20 λεπτά/KWh, έναντι των 25,27 λεπτών/KWh του μέσου όρου των 27 χωρών της ΕΕ και 24,13 λεπτών/KWh του μέσου όρου 33 ευρωπαϊκών πρωτευουσών.
Σύμφωνα με την μελέτη της ΗΕΡΙ η τιμή στην Ελλάδα αυξήθηκε κατά 5% σε σχέση με τον Ιούνιο ενώ παρουσιάζει μια συνεχή ανοδική πορεία τους τελευταίους τρεις μήνες. Η αύξηση του Ιουλίου αποδίδεται από τη μελέτη στην άνοδο τόσο της συνιστώσας της ενέργειας, όσο και του κόστους διανομής και των φόρων.
Σημειώνεται δε ότι στην Αθήνα, η αυξημένη ζήτηση για ψύξη λόγω των καυσώνων οδήγησε σε αύξηση της λιανικής του ρεύματος με παράλληλη αύξηση στις τιμές χονδρικής λόγω και της αβεβαιότητας γύρω από την προμήθεια φυσικού αερίου.
Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι στην Ελλάδα τη Γερμανία, τη Μεγάλη Βρετανία και την Ολλανδία καταγράφεται στροφή προς στα σταθερά συμβόλαια προμήθειας. Κατά μέσο όρο τα σταθερά συμβόλαια στις αγορές των 33 πρωτευουσών που εξετάζει η μελέτη είναι ακριβότερα κατά 1,99 λεπτά/KWh και συγκεκριμένα διαμορφώνονται στα 30,56 λεπτά /kwh.
Πάντως ανοδικά κινήθηκε η μέση λιανική τιμή του ηλεκτρισμού σε όλη την Ευρώπη κατά 2%, καθώς οι υψηλές θερμοκρασίες αύξησαν τη ζήτηση για ψύξη. Είναι χαρακτηριστικό ότι από τις 33 πρωτεύουσες που εξετάζει η μελέτη, οι 14 παρουσίασαν αυξήσεις τιμών ενώ μόνο τρεις είχαν μείωση μεταξύ των οποίων και η Λευκωσία (-2%), λόγω μείωσης στη συνιστώσα της ενέργειας.
Διακύμανση τιμών
Σχεδόν οι μισές πρωτεύουσες δεν παρουσίασαν διακύμανση στις τιμές των τελικών χρηστών ηλεκτρικής ενέργειας. Η πλέον εντυπωσιακή αύξηση κατά 76% σημειώθηκε στο Βουκουρέστι και αποδίδεται στην ανοδική πορεία της τιμής προμήθειας και των φόρων αλλά και της λήξης του μέτρου στήριξης των καταναλωτών με ανώτατο όριο τιμών.
Σημειώνεται ότι στη Ρουμανία όπου ως γνωστόν δραστηριοποιείται και η ΔΕΗ το ανώτατο όριο τιμών τέθηκε σε ισχύ για πρώτη φορά τον Νοέμβριο του 2021 ως μέτρο στήριξης για την προστασία των οικιακών καταναλωτών από τις αυξανόμενες τιμές ηλεκτρικής ενέργειας.
Πάντως η μελέτη διαπιστώνει ότι οι τιμές στις πρωτεύουσες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης (ΚΑΕ) τείνουν να είναι χαμηλότερες από τον μέσο όρο.
Όπως επισημαίνεται στη μελέτη πριν από την ενεργειακή κρίση, οι σταθερές και οι κυμαινόμενες τιμές ήταν σχετικά παρόμοιες. Μια κυμαινόμενη τιμή ήταν συχνά φθηνότερη, καθώς παρείχε στον προμηθευτή χαμηλότερη αφοσίωση και κίνδυνο προμηθειών. Αν και οι καταναλωτές ουσιαστικά έπαιζαν λίγο με την κατεύθυνση της αγοράς, δεν ήταν μια ιδιαίτερα σημαντική επιλογή για τους περισσότερους από αυτούς.
Σταθερές τιμές επιλέγουν οι καταναλωτές
Στις πιο ώριμες αγορές, οι ενεργοί καταναλωτές παρ' όλα αυτά έτειναν να επιλέγουν σταθερές τιμές. Λόγω της κρίσης, η κατάσταση αντιστράφηκε. Οι σταθερές τιμές, όπου ήταν διαθέσιμες (σε ορισμένες αγορές δεν ήταν διαθέσιμες από την αρχή ή τα μέσα της κρίσης), ήταν υψηλότερες από τις κυμαινόμενες τιμές, σε ορισμένες περιπτώσεις με πολύ μεγάλη διαφορά περιθώριο. Ωστόσο, αυτή η τάση φαίνεται να αντιστρέφεται ξανά.
Τον Ιούλιο του 2025, ο αριθμός των προσφερόμενων συμβολαίων σταθερής τιμής φαίνεται να έχει αυξηθεί, ενώ η μέση τιμή τους είναι υψηλότερη από τη μέση κυμαινόμενη τιμή κατά 1,99 λεπτά/kWh. Σε τέσσερις από τις αγορές της Ευρώπης των 15, όπου παρατηρείται ότι τα συμβόλαια σταθερής τιμής είναι κατά μέσο όρο φθηνότερα από τα μεταβλητά.
Τέλος η έρευνα δείχνει ότι κατά μέσο όρο, η ενέργεια αντιπροσωπεύει το 50% της τιμής τελικού χρήστη στον λογαριασμό ηλεκτρικής ενέργειας, η διανομή το 28%, οι ενεργειακοί φόροι το 8% και ο ΦΠΑ το 14% για τις πρωτεύουσες της ΕΕ.






