Οι Ευρωπαίοι ηγέτες, αν και κατανοούν τη «στρατηγική αξία» της κολακείας, δείχνουν να αγνοούν το όριο της χρησιμότητάς της - Ο Trump δεν πέφτει εύκολα
Η επίσημη επίσκεψη του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ στο Ηνωμένο Βασίλειο την περασμένη εβδομάδα ήταν ένα υπερθέαμα βασιλικής μεγαλοπρέπειας, με άμαξες, ιππικό και επίσημα δείπνα, σχεδιασμένο ακριβώς για να προσφέρει στον Τραμπ αυτό που λαχταρά περισσότερο: προβολή και κύρος.
Ο ίδιος έδειχνε απολύτως ικανοποιημένος, μοιράζοντας χαμόγελα και επαίνους στους Βρετανούς οικοδεσπότες του, χαρακτηρίζοντας μάλιστα τη σχέση ΗΠΑ–Ηνωμένου Βασιλείου ως «μοναδική στον κόσμο».
Σύμφωνα με το Politico, αυτός ο ενθουσιασμός όμως δεν ήταν τυχαίος – ήταν ο βασικός στόχος της επίσκεψης.
Από την επιστροφή του Τραμπ στον Λευκό Οίκο, οι σύμμαχοι των ΗΠΑ φαίνεται να έχουν υιοθετήσει μια κοινή στρατηγική αντιμετώπισής του: κολακεία, εξευμενισμός, περισπασμός.
Πολιτική εξευμενισμού
Αν καταφέρουν να θρέψουν τον εγωισμό του με πομπώδεις τελετές και προσωπικές φιλοφρονήσεις, μπορούν – θεωρητικά – να αποφύγουν εξάρσεις θυμού, κυρώσεις ή δυσάρεστους αιφνιδιασμούς.
Η πρόσφατη επίσκεψη στο Λονδίνο ήταν ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της τακτικής, η οποία όντως απέδωσε σε επίπεδο δημοσίων σχέσεων.
Ωστόσο, εδώ ακριβώς κρύβεται η παγίδα. Η κολακεία μπορεί να εξασφαλίσει ένα ήρεμο ραντεβού, αλλά δεν διαμορφώνει πολιτική.
Δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να δείχνει ότι η προσωπική προσέγγιση και τα μεγάλα λόγια επηρεάζουν ουσιαστικά τις θέσεις ή τις απαιτήσεις του Τραμπ.
Το αντίθετο μάλιστα: φαίνεται να τον ενθαρρύνουν να ζητά ακόμη περισσότερα. Μια ομαλή συνάντηση μπορεί να αποφέρει ένα ευγενικό tweet ή έναν προσωρινό έπαινο, ωστόσο δεν αλλάζει την γενική κατεύθυνση της πολιτικής του.
Ακόμα χειρότερα, η κολακεία έχει κόστος. Εκπέμπει αδυναμία. Και στο κόσμο των συναλλαγών που πρεσβεύει ο Τραμπ, η αδυναμία δεν συγχωρείται – εκμεταλλεύεται.
Χωρίς μπούσουλα η Ευρώπη
Οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι, αν και κατανοούν τη «στρατηγική αξία» της κολακείας, δείχνουν να αγνοούν το όριο της χρησιμότητάς της.
Ο Γάλλος πρόεδρος Μακρόν, με τη στρατιωτική παρέλαση της Ημέρας της Βαστίλης, ο πρώην πρωθυπουργός της Ιαπωνίας Άμπε, με την «διπλωματία του σούμο», και οι Βρετανοί με τις βασιλικές τελετές, είχαν όλοι ευχάριστες επαφές με τον Τραμπ. Όμως τα θετικά αποτελέσματα τελειώνουν εκεί. Η ιδέα ότι η διαχείριση του εγωισμού του μπορεί να μετατραπεί σε στρατηγικά οφέλη είναι απλώς λανθασμένη.
Ο Τραμπ δεν αλλάζει τις θέσεις του με εντυπώσεις· συνεχίζει να απαιτεί παραχωρήσεις. Μια επιτυχημένη επίσκεψη δεν λειτουργεί ως ανάχωμα – αλλά ως πρόσκληση για περισσότερες πιέσεις.
Η Βρετανία θα έπρεπε ήδη να έχει διδαχθεί από την εμπειρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τον Ιούλιο, η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν ταξίδεψε στη Σκωτία για να συναντήσει τον Τραμπ, σε μια προσπάθεια εξομάλυνσης των σχέσεων. Παρουσίασε εγκώμια, δεσμεύσεις για αγορά αμερικανικών προϊόντων και θερμές δηλώσεις υπέρ του διατλαντικού δεσμού.
Η συνάντηση κρίθηκε «επιτυχής» και οδήγησε σε ένα εμπορικό πλαίσιο που οι Βρυξέλλες παλαιότερα είχαν απορρίψει. Ο Τραμπ δήλωσε θριαμβευτής, ενώ η Ε.Ε. θεώρησε πως «κατεύνασε το θηρίο».
Το λεγόμενο «επίτευγμα», όμως, δεν κράτησε. Πριν τελειώσει το καλοκαίρι, ο Τραμπ κατήγγειλε τη νέα νομοθεσία της Ε.Ε. για τις ψηφιακές υπηρεσίες ως «στοχευμένη εναντίον της αμερικανικής τεχνολογίας» – θέμα που, θεωρητικά, είχε ρυθμιστεί με το πλαίσιο συμφωνίας.
Οι ΗΠΑ απείλησαν εκ νέου με δασμούς, αποδεικνύοντας πόσο εύθραυστα ήταν τα «κέρδη» της συνάντησης.
Το case study του…Κατάρ
Το Κατάρ αποτελεί ίσως το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα της παγίδας της κολακείας.
Το μικρό, πλούσιο σε φυσικούς πόρους εμιράτο χάρισε στις ΗΠΑ ένα πολυτελές αεροσκάφος αξίας 400 εκατομμυρίων δολαρίων για να αντικαταστήσει το παλιό Air Force One – ένα από τα πιο ακριβά δώρα που έχει λάβει ποτέ Αμερικανός πρόεδρος από σύμμαχο κράτος.
Το αντάλλαγμα ήταν φυσικά εγκώμια και φιλοφρονήσεις. Όμως η ουσία των σχέσεων δεν άλλαξε.
Η Ευρώπη οφείλει να δει την κολακεία για αυτό που είναι: ένα επικοινωνιακό τέχνασμα με περιορισμένη διάρκεια ζωής.
Το να «χειρίζεται» τον Τραμπ με τελετές και φιλοφρονήσεις ίσως προσφέρει ηρεμία για λίγες ώρες – όχι στρατηγική σταθερότητα ή πολιτικό αποτέλεσμα. Στην εποχή της διπλωματίας του θεάματος, το πραγματικό κόστος είναι η απώλεια αξιοπιστίας.
Η κολακεία προς τον Τραμπ αποδεικνύεται αδιέξοδη και επικίνδυνη για τους συμμάχους της Αμερικής
Όταν το Ισραήλ εξαπέλυσε επιθέσεις κατά της ηγεσίας της Χαμάς στη Ντόχα, η Ουάσινγκτον απλώς αδιαφόρησε. Το εντυπωσιακό δώρο του Κατάρ – ένα υπερπολυτελές αεροσκάφος αξίας 400 εκατ. δολαρίων για να αντικαταστήσει το Air Force One – εξασφάλισε φωτογραφίες και χειραψίες, αλλά δεν προσέφερε καμία πολιτική προστασία.
Η πρωτεύουσα του εμιράτου βομβαρδίστηκε από τον πιο στενό σύμμαχο των ΗΠΑ χωρίς καν να ακουστεί μια δημόσια διαμαρτυρία από την Ουάσινγκτον. Το μήνυμα ήταν σκληρό: ο κατευνασμός δεν ήταν απλώς αναποτελεσματικός — ήταν καταστροφικά δαπανηρός.
Η Βρετανία κινδυνεύει να αντιμετωπίσει μια παρόμοια αλήθεια. Η τελετουργική υπερβολή κατά την πρόσφατη επίσκεψη του Ντόναλντ Τραμπ στο Λονδίνο δεν εξέπεμψε κύρος, αλλά φόβο – και ο Τραμπ αντιλαμβάνεται τον φόβο ως πρόσκληση για περαιτέρω απαιτήσεις.
Επιπλέον, οι «επενδύσεις» που παρουσιάστηκαν στο πλαίσιο του λεγόμενου “Tech Prosperity Deal” του πρωθυπουργού Κιρ Στάρμερ δεν ήταν καινούργιες – στην πλειονότητά τους ήταν ήδη δρομολογημένες εμπορικές αποφάσεις που απλώς πακεταρίστηκαν για τις ανάγκες του πολιτικού θεάματος. Τώρα, η Ουάσινγκτον αναμένεται να πιέσει το Λονδίνο για να εγκαταλείψει τον σχεδιαζόμενο φόρο ψηφιακών υπηρεσιών, ενώ ο ίδιος ο Τραμπ ενδέχεται να ανταποδώσει την «φιλοξενία» με την υποστήριξή του στον Νάιτζελ Φαράζ και το κόμμα ReformUK στις επερχόμενες εκλογές.
Δεν αλλάζει ρότα
Το ερώτημα, φυσικά, είναι γιατί οι σύμμαχοι συνεχίζουν αυτήν την τακτική, παρά τα επανειλημμένα αποδεικτικά στοιχεία για την αποτυχία της. Η απάντηση είναι απλή: φόβος.
Οι ηγέτες τρέμουν το ενδεχόμενο μιας δημόσιας έκρηξης του Τραμπ, της αρνητικής κάλυψης από τα μέσα ενημέρωσης και της πολιτικής αναστάτωσης που μπορεί να προκαλέσει μια αποτυχημένη σύνοδος. Μια ομαλή επίσκεψη προσφέρει προσωρινή ανακούφιση, θετικά πρωτοσέλιδα και την αίσθηση ότι η «σχέση με τις ΗΠΑ είναι υπό έλεγχο».
Όμως αυτές οι «νίκες» είναι κούφιες. Καθησυχάζουν τις εφημερίδες για μια μέρα, χωρίς να επιλύουν τα δομικά προβλήματα. Χειρότερα: εγκλωβίζουν τις κυβερνήσεις σε έναν φαύλο κύκλο, όπου κάθε επόμενη προσφορά κολακείας αποφέρει όλο και λιγότερα ανταλλάγματα. Το πραγματικό κόστος του κατευνασμού δεν είναι μόνο η ταπείνωση – είναι η διάβρωση της διαπραγματευτικής ισχύος.
Οι σύμμαχοι πρέπει να αναγνωρίσουν ότι η κολακεία δεν είναι στρατηγική – είναι μηχανισμός ψυχολογικής διαχείρισης.
Η αντιμετώπιση του Τραμπ δεν απαιτεί χειροκροτήματα, αλλά συλλογική, συνεπή και αξιόπιστη αντίσταση. Ο Τραμπ δεν πείθεται με τιμές και φιλοφρονήσεις – αποθαρρύνεται μόνο όταν συναντά σθεναρή στάση.
Για την Ευρωπαϊκή Ένωση, αυτό σημαίνει ενιαία φωνή και κοινή γραμμή, αντί για μεμονωμένα κράτη που ανταγωνίζονται ποιο θα του κάνει το μεγαλύτερο χατίρι. Για τις μικρότερες χώρες, σημαίνει σαφή όρια και άρνηση αποδοχής απειλών μεταμφιεσμένων σε «διαπραγματεύσεις».
Και για το Ηνωμένο Βασίλειο, σημαίνει πως τα διπλωματικά κέρδη δεν εξασφαλίζονται με δείπνα σε παλάτια, αλλά με απτά ανταλλάγματα και αμοιβαία πίεση.
Η στρατηγική «κολάκευσε, κατεύνασε, απόσπασε» μπορεί να δημιουργεί την ψευδαίσθηση σταθερότητας, αλλά στην πραγματικότητα εκθέτει τις χώρες σε ευαλωτότητα.
Οι ηγέτες ικανοποιούνται επειδή «δεν έγινε έκρηξη» στη συνάντηση, μόνο για να βρεθούν σε δυσμενέστερη θέση όταν έρθει ο επόμενος γύρος απαιτήσεων. Η φωτογραφία περνά, αλλά η απώλεια ισχύος μένει.
www.worldenergynews.gr
Ο ίδιος έδειχνε απολύτως ικανοποιημένος, μοιράζοντας χαμόγελα και επαίνους στους Βρετανούς οικοδεσπότες του, χαρακτηρίζοντας μάλιστα τη σχέση ΗΠΑ–Ηνωμένου Βασιλείου ως «μοναδική στον κόσμο».
Σύμφωνα με το Politico, αυτός ο ενθουσιασμός όμως δεν ήταν τυχαίος – ήταν ο βασικός στόχος της επίσκεψης.
Από την επιστροφή του Τραμπ στον Λευκό Οίκο, οι σύμμαχοι των ΗΠΑ φαίνεται να έχουν υιοθετήσει μια κοινή στρατηγική αντιμετώπισής του: κολακεία, εξευμενισμός, περισπασμός.
Πολιτική εξευμενισμού
Αν καταφέρουν να θρέψουν τον εγωισμό του με πομπώδεις τελετές και προσωπικές φιλοφρονήσεις, μπορούν – θεωρητικά – να αποφύγουν εξάρσεις θυμού, κυρώσεις ή δυσάρεστους αιφνιδιασμούς.
Η πρόσφατη επίσκεψη στο Λονδίνο ήταν ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της τακτικής, η οποία όντως απέδωσε σε επίπεδο δημοσίων σχέσεων.
Ωστόσο, εδώ ακριβώς κρύβεται η παγίδα. Η κολακεία μπορεί να εξασφαλίσει ένα ήρεμο ραντεβού, αλλά δεν διαμορφώνει πολιτική.
Δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να δείχνει ότι η προσωπική προσέγγιση και τα μεγάλα λόγια επηρεάζουν ουσιαστικά τις θέσεις ή τις απαιτήσεις του Τραμπ.
Το αντίθετο μάλιστα: φαίνεται να τον ενθαρρύνουν να ζητά ακόμη περισσότερα. Μια ομαλή συνάντηση μπορεί να αποφέρει ένα ευγενικό tweet ή έναν προσωρινό έπαινο, ωστόσο δεν αλλάζει την γενική κατεύθυνση της πολιτικής του.
Ακόμα χειρότερα, η κολακεία έχει κόστος. Εκπέμπει αδυναμία. Και στο κόσμο των συναλλαγών που πρεσβεύει ο Τραμπ, η αδυναμία δεν συγχωρείται – εκμεταλλεύεται.
Χωρίς μπούσουλα η Ευρώπη
Οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι, αν και κατανοούν τη «στρατηγική αξία» της κολακείας, δείχνουν να αγνοούν το όριο της χρησιμότητάς της.
Ο Γάλλος πρόεδρος Μακρόν, με τη στρατιωτική παρέλαση της Ημέρας της Βαστίλης, ο πρώην πρωθυπουργός της Ιαπωνίας Άμπε, με την «διπλωματία του σούμο», και οι Βρετανοί με τις βασιλικές τελετές, είχαν όλοι ευχάριστες επαφές με τον Τραμπ. Όμως τα θετικά αποτελέσματα τελειώνουν εκεί. Η ιδέα ότι η διαχείριση του εγωισμού του μπορεί να μετατραπεί σε στρατηγικά οφέλη είναι απλώς λανθασμένη.
Ο Τραμπ δεν αλλάζει τις θέσεις του με εντυπώσεις· συνεχίζει να απαιτεί παραχωρήσεις. Μια επιτυχημένη επίσκεψη δεν λειτουργεί ως ανάχωμα – αλλά ως πρόσκληση για περισσότερες πιέσεις.
Η Βρετανία θα έπρεπε ήδη να έχει διδαχθεί από την εμπειρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τον Ιούλιο, η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν ταξίδεψε στη Σκωτία για να συναντήσει τον Τραμπ, σε μια προσπάθεια εξομάλυνσης των σχέσεων. Παρουσίασε εγκώμια, δεσμεύσεις για αγορά αμερικανικών προϊόντων και θερμές δηλώσεις υπέρ του διατλαντικού δεσμού.
Η συνάντηση κρίθηκε «επιτυχής» και οδήγησε σε ένα εμπορικό πλαίσιο που οι Βρυξέλλες παλαιότερα είχαν απορρίψει. Ο Τραμπ δήλωσε θριαμβευτής, ενώ η Ε.Ε. θεώρησε πως «κατεύνασε το θηρίο».
Το λεγόμενο «επίτευγμα», όμως, δεν κράτησε. Πριν τελειώσει το καλοκαίρι, ο Τραμπ κατήγγειλε τη νέα νομοθεσία της Ε.Ε. για τις ψηφιακές υπηρεσίες ως «στοχευμένη εναντίον της αμερικανικής τεχνολογίας» – θέμα που, θεωρητικά, είχε ρυθμιστεί με το πλαίσιο συμφωνίας.
Οι ΗΠΑ απείλησαν εκ νέου με δασμούς, αποδεικνύοντας πόσο εύθραυστα ήταν τα «κέρδη» της συνάντησης.
Το case study του…Κατάρ
Το Κατάρ αποτελεί ίσως το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα της παγίδας της κολακείας.
Το μικρό, πλούσιο σε φυσικούς πόρους εμιράτο χάρισε στις ΗΠΑ ένα πολυτελές αεροσκάφος αξίας 400 εκατομμυρίων δολαρίων για να αντικαταστήσει το παλιό Air Force One – ένα από τα πιο ακριβά δώρα που έχει λάβει ποτέ Αμερικανός πρόεδρος από σύμμαχο κράτος.
Το αντάλλαγμα ήταν φυσικά εγκώμια και φιλοφρονήσεις. Όμως η ουσία των σχέσεων δεν άλλαξε.
Η Ευρώπη οφείλει να δει την κολακεία για αυτό που είναι: ένα επικοινωνιακό τέχνασμα με περιορισμένη διάρκεια ζωής.
Το να «χειρίζεται» τον Τραμπ με τελετές και φιλοφρονήσεις ίσως προσφέρει ηρεμία για λίγες ώρες – όχι στρατηγική σταθερότητα ή πολιτικό αποτέλεσμα. Στην εποχή της διπλωματίας του θεάματος, το πραγματικό κόστος είναι η απώλεια αξιοπιστίας.
Η κολακεία προς τον Τραμπ αποδεικνύεται αδιέξοδη και επικίνδυνη για τους συμμάχους της Αμερικής
Όταν το Ισραήλ εξαπέλυσε επιθέσεις κατά της ηγεσίας της Χαμάς στη Ντόχα, η Ουάσινγκτον απλώς αδιαφόρησε. Το εντυπωσιακό δώρο του Κατάρ – ένα υπερπολυτελές αεροσκάφος αξίας 400 εκατ. δολαρίων για να αντικαταστήσει το Air Force One – εξασφάλισε φωτογραφίες και χειραψίες, αλλά δεν προσέφερε καμία πολιτική προστασία.
Η πρωτεύουσα του εμιράτου βομβαρδίστηκε από τον πιο στενό σύμμαχο των ΗΠΑ χωρίς καν να ακουστεί μια δημόσια διαμαρτυρία από την Ουάσινγκτον. Το μήνυμα ήταν σκληρό: ο κατευνασμός δεν ήταν απλώς αναποτελεσματικός — ήταν καταστροφικά δαπανηρός.
Η Βρετανία κινδυνεύει να αντιμετωπίσει μια παρόμοια αλήθεια. Η τελετουργική υπερβολή κατά την πρόσφατη επίσκεψη του Ντόναλντ Τραμπ στο Λονδίνο δεν εξέπεμψε κύρος, αλλά φόβο – και ο Τραμπ αντιλαμβάνεται τον φόβο ως πρόσκληση για περαιτέρω απαιτήσεις.
Επιπλέον, οι «επενδύσεις» που παρουσιάστηκαν στο πλαίσιο του λεγόμενου “Tech Prosperity Deal” του πρωθυπουργού Κιρ Στάρμερ δεν ήταν καινούργιες – στην πλειονότητά τους ήταν ήδη δρομολογημένες εμπορικές αποφάσεις που απλώς πακεταρίστηκαν για τις ανάγκες του πολιτικού θεάματος. Τώρα, η Ουάσινγκτον αναμένεται να πιέσει το Λονδίνο για να εγκαταλείψει τον σχεδιαζόμενο φόρο ψηφιακών υπηρεσιών, ενώ ο ίδιος ο Τραμπ ενδέχεται να ανταποδώσει την «φιλοξενία» με την υποστήριξή του στον Νάιτζελ Φαράζ και το κόμμα ReformUK στις επερχόμενες εκλογές.
Δεν αλλάζει ρότα
Το ερώτημα, φυσικά, είναι γιατί οι σύμμαχοι συνεχίζουν αυτήν την τακτική, παρά τα επανειλημμένα αποδεικτικά στοιχεία για την αποτυχία της. Η απάντηση είναι απλή: φόβος.
Οι ηγέτες τρέμουν το ενδεχόμενο μιας δημόσιας έκρηξης του Τραμπ, της αρνητικής κάλυψης από τα μέσα ενημέρωσης και της πολιτικής αναστάτωσης που μπορεί να προκαλέσει μια αποτυχημένη σύνοδος. Μια ομαλή επίσκεψη προσφέρει προσωρινή ανακούφιση, θετικά πρωτοσέλιδα και την αίσθηση ότι η «σχέση με τις ΗΠΑ είναι υπό έλεγχο».
Όμως αυτές οι «νίκες» είναι κούφιες. Καθησυχάζουν τις εφημερίδες για μια μέρα, χωρίς να επιλύουν τα δομικά προβλήματα. Χειρότερα: εγκλωβίζουν τις κυβερνήσεις σε έναν φαύλο κύκλο, όπου κάθε επόμενη προσφορά κολακείας αποφέρει όλο και λιγότερα ανταλλάγματα. Το πραγματικό κόστος του κατευνασμού δεν είναι μόνο η ταπείνωση – είναι η διάβρωση της διαπραγματευτικής ισχύος.
Οι σύμμαχοι πρέπει να αναγνωρίσουν ότι η κολακεία δεν είναι στρατηγική – είναι μηχανισμός ψυχολογικής διαχείρισης.
Η αντιμετώπιση του Τραμπ δεν απαιτεί χειροκροτήματα, αλλά συλλογική, συνεπή και αξιόπιστη αντίσταση. Ο Τραμπ δεν πείθεται με τιμές και φιλοφρονήσεις – αποθαρρύνεται μόνο όταν συναντά σθεναρή στάση.
Για την Ευρωπαϊκή Ένωση, αυτό σημαίνει ενιαία φωνή και κοινή γραμμή, αντί για μεμονωμένα κράτη που ανταγωνίζονται ποιο θα του κάνει το μεγαλύτερο χατίρι. Για τις μικρότερες χώρες, σημαίνει σαφή όρια και άρνηση αποδοχής απειλών μεταμφιεσμένων σε «διαπραγματεύσεις».
Και για το Ηνωμένο Βασίλειο, σημαίνει πως τα διπλωματικά κέρδη δεν εξασφαλίζονται με δείπνα σε παλάτια, αλλά με απτά ανταλλάγματα και αμοιβαία πίεση.
Η στρατηγική «κολάκευσε, κατεύνασε, απόσπασε» μπορεί να δημιουργεί την ψευδαίσθηση σταθερότητας, αλλά στην πραγματικότητα εκθέτει τις χώρες σε ευαλωτότητα.
Οι ηγέτες ικανοποιούνται επειδή «δεν έγινε έκρηξη» στη συνάντηση, μόνο για να βρεθούν σε δυσμενέστερη θέση όταν έρθει ο επόμενος γύρος απαιτήσεων. Η φωτογραφία περνά, αλλά η απώλεια ισχύος μένει.
www.worldenergynews.gr






