Βιομηχανία & Απανθρακοποίηση

Επανασταστούν οι Γερμανοί: Το σύστημα εμπορίας εκπομπών ρύπων μοιάζει με αμόνι στην πλάτη (Euractiv)

Επανασταστούν οι Γερμανοί: Το σύστημα εμπορίας εκπομπών ρύπων μοιάζει με αμόνι στην πλάτη (Euractiv)
Διακυβεύονται τουλάχιστον 200.000 καλά αμειβόμενες βιομηχανικές θέσεις εργασίας στη Γερμανία», δήλωσε ο CEO της χημικής εταιρείας Evonik, Κρίστιαν Κούλμαν, στην Frankfurter Allgemeine Zeitung
Το αποτελεσματικότερο εργαλείο της ΕΕ για την κλιματική πολιτική, το σύστημα εμπορίας εκπομπών (ETS), δέχεται ολοένα και μεγαλύτερη πίεση από τη βιομηχανία και πολιτικές δυνάμεις της Γερμανίας, καθώς εισέρχεται σε μια πιο αυστηρή φάση εφαρμογής

Από το 2005, το ETS έχει επιβάλει αυστηρό και διαρκώς μειούμενο όριο στις εκπομπές από σταθμούς παραγωγής ενέργειας και βιομηχανικές εγκαταστάσεις, απαιτώντας από τους ρυπαντές να αγοράζουν δικαιώματα εκπομπών για το CO₂ που παράγουν. 

Σύμφωνα με το Euractiv, το σύστημα πέτυχε κάτι που λίγες πολιτικές έχουν καταφέρει: την αποσύνδεση των εκπομπών από την οικονομική ανάπτυξη, με τις εκπομπές να μειώνονται κατά περίπου ένα δισεκατομμύριο τόνους ετησίως, την ώρα που το ΑΕΠ της Ένωσης αυξάνεται.

Ωστόσο, το ETS γίνεται πλέον αυστηρότερο, με λιγότερα διαθέσιμα δικαιώματα, υψηλότερες τιμές άνθρακα και σταδιακή κατάργηση των δωρεάν χορηγήσεων για τη βιομηχανία. Και η αντίδραση της γερμανικής βιομηχανίας είναι έντονη. «Ο φόρος CO₂ πρέπει να καταργηθεί! 

Διακυβεύονται τουλάχιστον 200.000 καλά αμειβόμενες βιομηχανικές θέσεις εργασίας στη Γερμανία», δήλωσε ο CEO της χημικής εταιρείας Evonik, Κρίστιαν Κούλμαν, στην Frankfurter Allgemeine Zeitung, προσθέτοντας πως «το ETS μοιάζει με αμόνι στην πλάτη».

Καθώς ξεκινά η σταδιακή κατάργηση των δωρεάν δικαιωμάτων — με μείωση 2,5% το 2026 και πλήρη εξάλειψη έως το 2034 — το σύστημα οδηγείται σε μια νέα εποχή, ενώ παράλληλα εισάγεται ο Μηχανισμός Συνοριακής Προσαρμογής Άνθρακα (CBAM), που θα επιβάλλει εμπορικό δασμό σε προϊόντα τρίτων χωρών ανάλογα με το ανθρακικό τους αποτύπωμα. 

Η αλλαγή αυτή θα έχει ιδιαίτερο αντίκτυπο στη βαριά βιομηχανία της Γερμανίας, καθώς όπως δήλωσε η υπουργός Οικονομίας από τους Χριστιανοδημοκράτες, Κατερίνα Ράιχε, «η κατάργηση των δωρεάν δικαιωμάτων αποτελεί απειλή για τη βιομηχανική βάση της χώρας μας» και «η ΕΕ πρέπει να βρει άμεση λύση».

Η Evonik, όπως και άλλες μεγάλες βιομηχανίες, ωφελήθηκε σημαντικά από το σύστημα. Το 2023, ο χημικός τομέας έλαβε 90 εκατομμύρια δωρεάν δικαιώματα για συνολικές εκπομπές 92 εκατ. τόνων CO₂, ενώ η χαλυβουργία και η μεταλλουργία έλαβαν 154 εκατομμύρια για 146 εκατ. τόνους εκπομπών. 

Αντίστοιχα, οι παραγωγοί τσιμέντου και ασβέστη έλαβαν 108 εκατομμύρια για 106 εκατ. τόνους, με το πλεόνασμα να μπορεί να πουληθεί ή να αποθηκευτεί.

Η Γερμανία, όπου παραμένει συγκεντρωμένο το μεγαλύτερο μέρος της ευρωπαϊκής βαριάς βιομηχανίας, βρίσκεται σε κρίσιμο σταυροδρόμι. 

Οι ενστάσεις

Ο Καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς έχει επανειλημμένα υποστηρίξει ότι η τιμολόγηση του άνθρακα είναι το κεντρικό εργαλείο της ευρωπαϊκής πολιτικής για το κλίμα, ωστόσο πλέον συνοδεύεται από πολλαπλές επιφυλάξεις. 

«Υπάρχουν ακόμη ερωτήματα που πρέπει να απαντηθούν, όπως για πόσο θα συνεχιστεί η κατανομή δωρεάν δικαιωμάτων», δήλωσε σε ομιλία του προς τους ηγέτες της βιομηχανίας τον Σεπτέμβριο.

Στις Βρυξέλλες, υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι σημειώνουν πως η γερμανική βαριά βιομηχανία θα ήταν πρόθυμη να «κάνει τα πάντα, ακόμα και να ανατρέψει το CBAM», προκειμένου να διατηρήσει τη δωρεάν κατανομή δικαιωμάτων. 

Η Thyssenkrupp ζήτησε την άμεση αναθεώρηση του ETS και πρότεινε την επέκτασή του έως το 2050 — ευθυγραμμισμένο με τον στόχο μηδενικών εκπομπών — αλλά και τη συνέχιση των δωρεάν χορηγήσεων μέχρι τη δεκαετία του 2040.

Ανησυχία εκφράζουν και τα εργατικά συνδικάτα. Ο επικεφαλής του ισχυρού IG BCE, Μίχαελ Βασιλιάδης, δήλωσε πως «στην Κίνα, το κόστος για έναν τόνο CO₂ είναι μόλις το ένα έβδομο του ευρωπαϊκού, και στην Ιαπωνία το ένα εβδομηκοστό», ενώ «στις Ηνωμένες Πολιτείες δεν υπάρχει καν σύστημα εμπορίας εκπομπών». 

Ο Βασιλιάδης έχει ταχθεί υπέρ της παράτασης των δωρεάν δικαιωμάτων για ενεργοβόρες επιχειρήσεις «μέχρι να υπάρξουν εναλλακτικές λύσεις σε ανταγωνιστικές τιμές».

Καθώς η Ευρώπη αυστηροποιεί την πράσινη της στρατηγική, η Γερμανία μοιάζει να διχάζεται: από τη μια στηρίζει φραστικά την τιμολόγηση του άνθρακα ως βασικό εργαλείο για το κλίμα, από την άλλη όμως η ισχυρή βιομηχανική και πολιτική πίεση απειλεί να ανατρέψει ή να καθυστερήσει τις πιο φιλόδοξες μεταρρυθμίσεις.

Ο Σαμ βαν ντεν Πλας από την περιβαλλοντική δεξαμενή σκέψης Carbon Market Watch κατηγόρησε τον συνδικαλιστή Μίχαελ Βασιλιάδη για «υποκρισία» στην επίθεσή του κατά του Συστήματος Εμπορίας Εκπομπών (ETS). 

«Τα γερμανικά συνδικάτα φαίνεται να συνομιλούν περισσότερο με τους CEO παρά με τα μέλη τους», δήλωσε, υπογραμμίζοντας πως η προστασία του κλίματος σημαίνει στην ουσία προστασία των ίδιων των εργαζομένων.

Ωστόσο, ακόμα και ο Υπουργός Περιβάλλοντος της Γερμανίας, Κάρστεν Σνάιντερ —μέλος των Σοσιαλδημοκρατών και συχνά αντίθετος με τη γραμμή των Χριστιανοδημοκρατών του Μερτς— έχει ταχθεί κατά του ETS, παρότι είναι ο αρμόδιος για τις σχετικές διαπραγματεύσεις στις Βρυξέλλες. 

«Δεν προβλέπεται καμία νέα χορήγηση δικαιωμάτων για τη χημική βιομηχανία μετά το 2039», δήλωσε σε βουλευτές, προσθέτοντας: «Θα ήθελα να ξεκαθαρίσουμε τόσο το ζήτημα των θέσεων εργασίας όσο και των δικαιωμάτων για την περίοδο μετά το 2039».

Ο Σνάιντερ τόνισε επίσης ότι οι στόχοι κλιματικής ουδετερότητας δεν επιβάλλουν πλήρη μηδενισμό εκπομπών έως τότε. «Δεν χρειάζεται να είμαστε κλιματικά ουδέτεροι μέχρι το 2039 — θέλουμε να το επιτύχουμε το 2045 για τη Γερμανία, και το 2050 για την Ευρώπη», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Όλες αυτές οι εντάσεις ξεσπούν σε μια περίοδο που το ευρωπαϊκό σύστημα τιμολόγησης άνθρακα δέχεται αυξανόμενη πολιτική πίεση, με το νέο ETS2 —που θα επιβάλει κόστος άνθρακα στα καύσιμα θέρμανσης και μεταφορών— να προκαλεί ήδη ισχυρές κοινωνικές και πολιτικές αντιδράσεις.

www.worldenergynews.gr
 

Ρoή Ειδήσεων

Δείτε επίσης