Ενέργεια

Ανοδικά τα περιθώρια κέρδους για τα διυλιστήρια - Στο 17% η άνοδος για την αντλία τον Μάϊο

Ανοδικά τα περιθώρια κέρδους για τα διυλιστήρια - Στο 17% η άνοδος για την αντλία τον Μάϊο

Το ράλι αυτό που όλα δείχνουν ότι θα συνεχιστεί, οφείλεται κατά κύριο λόγο στις υψηλές τιμές των προϊόντων πετρελαίου και ειδικά της βενζίνης στην περιοχή της Μεσογείου

«Ο πόλεμος έχει τεράστιο κόστος». Με τη φράση αυτή επιχειρεί παράγοντας της αγοράς καυσίμων να εξηγήσει το ράλι των τιμών της βενζίνης και του πετρελαίου κίνησης που οδηγεί σε απόγνωση του καταναλωτές και προκαλεί αμηχανία στην κυβέρνηση η οποία επί του παρόντος παρακολουθεί, αναζητώντας δημοσιονομικά περιθώρια για να παρέμβει.

Ενδεικτική της κατάστασης που επικρατεί στην ελληνική αγορά είναι η κατακόρυφη άνοδος των τιμών διυλιστηρίου μέσα σε ένα μήνα. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του υπουργείου Ανάπτυξης η τιμή διυλιστηρίου της αμόλυβδης βενζίνης (σε ευρώ/τόνο, συμπεριλαμβανομένων φόρων και τελών, αλλά προ ΦΠΑ) από 1.619 ευρώ/τόνο που ήταν την 1η Μαΐου διαμορφώθηκε στα 1.785 ευρώ/τόνο την 1η Ιουνίου και χθες 2 Ιουνίου στα 1802 ευρώ/τόνο, σημειώνοντας άνοδο κατά περίπου 11,3%.
Πρέπει να σημειωθεί ότι τα περιθώρια διύλισης την περίοδο αυτή βρίσκονται υψηλά επίπεδα, όμως διαμορφώνονται συγκυριακά και για παράδειγμα κατά την πετρελαϊκή κρίση του 2020 όταν το αργό κατρακυλούσε στα 20 σεντς το βαρέλι, ήταν αρνητικά. Δηλαδή τα διυλιστήρια λειτουργούσαν με χασούρα.

Στις προαναφερόμενες τιμές διυλιστηρίου θα πρέπει να προστεθεί το περιθώριο κέρδους των υπόλοιπων κρίκων της αλυσίδας διακίνησης καυσίμων δηλαδή των εταιριών εμπορίας, των μεταφορέων και των πρατηριούχων, το οποίο υπολογίζεται κατά μέσο όρο σε 10% με αποτέλεσμα η μέση πανελλαδική τιμή στην αντλία να διαμορφώνεται, σύμφωνα πάντα με τα επίσημα στοιχεία του υπουργείου Ανάπτυξης σχεδόν στα 2,30 ευρώ/λίτρο, όταν στις αρχές Μαΐου ήταν στα 1,96 ευρώ/λίτρο. Δηλαδή σημείωσαν άνοδο κατά 17,3%.

Που οφείλεται το ράλι

Σύμφωνα με εκτιμήσεις παραγόντων της αγοράς, το ράλι αυτό που όλα δείχνουν ότι θα συνεχιστεί, οφείλεται κατά κύριο λόγο στις υψηλές τιμές των προϊόντων πετρελαίου και ειδικά της βενζίνης στην περιοχή της Μεσογείου, οι οποίες αποτελούν τη σταθερή βάση τιμολόγησης από τα ελληνικά διυλιστήρια των ΕΛ-ΠΕ και της Motor Oil.
Παράλληλα δε με την άνοδο των διεθνών τιμών των βενζινών στη Μεσόγειο (Platt’s σε Δολάρια/Τόνο) που είναι οι ιστορικά μέγιστες, η ισοτιμία του Δολαρίου έναντι του Ευρώ βρίσκεται στα ιστορικά υψηλά της από το 2003 και μετά, επιδεινώνοντας ακόμη περισσότερο τα πράγματα.

Σύμφωνα με κάποιες εκτιμήσεις η άνοδος των χρηματιστηριακών τιμών της βενζίνης οφείλεται και σε χρηματιστηριακά «παιχνίδια» ειδικά όταν καταγράφεται πτώση των τιμών του αργού. Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, η χρηματιστηριακή τιμή των βενζινών δεν ακολουθεί την όποια πτώση της τιμής του αργού αντίθετα μπορεί δει κανείς πτώση της τιμής του αργού κατά 4 δολάρια το βαρέλι και άνοδο στην βενζίνη ακόμη και 17 δολάρια το βαρέλι.
Πάντως τον Μάιο του 2022 η μέση τιμή του Brent ήταν 112,73 δολ/βαρέλι, έναντι 104,58 δολ/ βαρέλι τον Απρίλιο, ενώ τους τελευταίους 12 μήνες έχει αυξηθεί κατά 64,5%.


Χαμηλά αποθέματα

Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά η αγορά των υγρών καυσίμων ζει αυτή την περίοδο μια κατάσταση αντίστοιχη με αυτή που ίσχυε για το φυσικό αέριο το Φθινόπωρο του 2021 και πριν την έκρηξη του πολέμου στη Ουκρανία. Τότε οι τιμές του φυσικού αερίου έκαναν ράλι λόγω των χαμηλών αποθεμάτων στις αποθήκες της Ευρώπης. Η ίδια συνθήκη φαίνεται ότι ισχύει και σήμερα για τα καύσιμα αφού τα αποθέματα των ΗΠΑ βρίσκονται σε πολύ χαμηλά επίπεδα ενώ την ίδια ώρα η αγορά ζητάει καύσιμα για να καλύψει το έλλειμμα ρωσικού πετρελαίου μετά το εμπάργκο που επέβαλαν η ΗΠΑ και η ΕΕ.

Έτσι εκτιμάται ότι οι προοπτικές δεν είναι καθόλου θετικές όσο συνεχίζεται ο πόλεμος στην Ουκρανία, ενώ ειδικά στην περιοχή της Μεσογείου υπάρχει στενότητα προϊόντων πετρελαίου καθώς αρκετά διυλιστήρια, τα προηγούμενα χρόνια και εν όψει της ενεργειακής μετάβασης είχαν στραφεί σε περισσότερο «πράσινες» επενδύσεις.

Τέλος ένας ακόμη επιβαρυντικός παράγοντας για το κόστος λειτουργίας των διυλιστηρίων είναι και τα πολύ αυξημένα δικαιώματα ρύπων, αφού συγκαταλέγονται μεταξύ των μεγάλων καταναλωτών ενέργειας.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο διευθύνων σύμβουλος των Ελληνικών Πετρελαίων Ανδρέας Σιάμισιης κατά την πρόσφατη παρουσίαση των αποτελεσμάτων του ομίλου μίλησε για ετήσιο κόστος 200-250 εκατ. ευρώ το οποίο όπως είπε δεν έχει μετακυλιστεί στην αγορά.

www.worldenergynews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Δείτε επίσης