Άμυνα & Γεωπολιτική

Αμυντική συνεργασία Βρετανίας - ΕΕ: Στρατηγική μετατόπιση ή προσωρινή λύση; (Geopolitical Monitor)

Αμυντική συνεργασία Βρετανίας - ΕΕ: Στρατηγική μετατόπιση ή προσωρινή λύση; (Geopolitical Monitor)
Το Ηνωμένο Βασίλειο και η ΕΕ, παρά το επίσημο «διαζύγιό» τους μετά το Brexit, έχουν αναγκαστεί από αυτές τις απειλές να εμπλακούν σε μια λειτουργική συνεργασία στον τομέα της ασφάλειας, κυρίως μέσω συντονισμένων πλαισίων που έχουν σχεδιαστεί για να διατηρήσουν την αυτονομία τους
Η επισημοποίηση της συνεργασίας Ηνωμένου Βασιλείου-ΕΕ στον τομέα της Άμυνας μετά το Brexit, η οποία θεσμοθετήθηκε κυρίως μέσω της Συμφωνίας Στρατηγικής Εταιρικής Σχέσης της 19ης Μαΐου 2025, αποτελεί σημαντική εξέλιξη στην αρχιτεκτονική του ευρωπαϊκού αμυντικού σχεδιασμού.

Το Geopolitical Monitor αξιολογεί το κατά πόσον οι πρόσφατες εξελίξεις συνιστούν θεμελιώδη μετασχηματισμό των στρατηγικών σχέσεων Ηνωμένου Βασιλείου-ΕΕ στην περίοδο μετά το Brexit.

Η υποχώρηση των ΗΠΑ και το νέο γεωπολιτικό πλαίσιο

Για να κατανοήσουμε το σκεπτικό πίσω από την ανανεωμένη ώθηση για τη συνεργασία Ηνωμένου Βασιλείου-ΕΕ στον τομέα της ασφάλειας, είναι απαραίτητο να εντάξουμε την εταιρική σχέση στο πλαίσιο της ευρύτερης αναδιαμόρφωσης της δυναμικής της διατλαντικής ασφάλειας.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες, που επί μακρόν θεωρούνταν ο ακρογωνιαίος λίθος της ευρωπαϊκής άμυνας στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, έχουν σηματοδοτήσει μια στρατηγική στροφή προς τον Ινδο-Ειρηνικό και έχουν εκδηλώσει μια ελάχιστη προθυμία να λειτουργήσουν ως ο πρωταρχικός εγγυητής της ασφάλειας της Ευρώπης.

Αυτή η μετατόπιση, η οποία περιλαμβάνει κινήσεις για μεγαλύτερο επιμερισμό των βαρών μεταξύ των μελών του ΝΑΤΟ και μειωμένη έμφαση στην εμπροσθοβαρή ανάπτυξη στην Ευρώπη, έχει δημιουργήσει αβεβαιότητα στους Ευρωπαίους ιθύνοντες για τη χάραξη της αμυντικής πολιτικής.

Μεγαλύτερες απειλές

Παράλληλα, η Ευρώπη αντιμετωπίζει αυξημένες εξωτερικές απειλές, κυρίως την αναζωπύρωση της ρωσικής στρατιωτικής διεκδικητικότητας στην Ανατολική Ευρώπη και την περιοχή της Μαύρης Θάλασσας.

Η προσάρτηση της Κριμαίας το 2014, ακολουθούμενη από την εισβολή στην Ουκρανία το 2022, έχει αμφισβητήσει τη σταθερότητα της ευρωπαϊκής τάξης ασφαλείας.

Οι εξελίξεις αυτές, σε συνδυασμό με τη χρήση υβριδικών τακτικών, όπως οι κυβερνοεπιθέσεις και οι εκστρατείες παραπληροφόρησης, έχουν καταλύσει τις ανανεωμένες προσπάθειες για τον συντονισμό της ενδοευρωπαϊκής ασφάλειας.

Το Ηνωμένο Βασίλειο και η ΕΕ, παρά το επίσημο «διαζύγιό» τους μετά το Brexit, έχουν αναγκαστεί από αυτές τις απειλές να εμπλακούν σε μια λειτουργική συνεργασία στον τομέα της ασφάλειας, κυρίως μέσω συντονισμένων πλαισίων που έχουν σχεδιαστεί για να διατηρήσουν την αυτονομία τους, ενισχύοντας παράλληλα την δύναμη αποτροπής.

Δομή της συμφωνίας ΕΕ-Ηνωμένου Βασιλείου

Ο θεσμικός σχεδιασμός της εταιρικής σχέσης ασφάλειας και άμυνας ΕΕ-Ηνωμένου Βασιλείου αντανακλά μια έμφαση στην ευελιξία.

Σε αντίθεση με τις δεσμευτικές αμυντικές συνθήκες ή τις υπερεθνικές ρυθμίσεις ασφαλείας, η εταιρική σχέση είναι δομημένη ως ένα αρθρωτό, μη δεσμευτικό πλαίσιο που επιτρέπει τη στοχευμένη συνεργασία σε επιλεγμένους τομείς, συμπεριλαμβανομένης της άμυνας στον κυβερνοχώρο, της αντιμετώπισης κρίσεων, της στρατιωτικής κινητικότητας και των επιχειρήσεων αντιμετώπισης υβριδικών απειλών.

Είναι σημαντικό ότι η συμφωνία δεν παρέχει στο Ηνωμένο Βασίλειο μόνιμη συμμετοχή στα βασικά αμυντικά όργανα της ΕΕ, όπως ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Άμυνας (EDA) ή η Μόνιμη Διαρθρωμένη Συνεργασία (PESCO).

Η πρόσβαση σε συγκεκριμένα έργα της ΕΕ καθορίζεται μέσω ειδικών συμφωνιών, κατά περίπτωση.

Αυτή η ad hoc προσέγγιση επιτρέπει και στα δύο μέρη να συμμετέχουν σε δραστηριότητες συνεργασίας όπου τα συμφέροντά τους ευθυγραμμίζονται, αποφεύγοντας παράλληλα θεσμικές δεσμεύσεις που θα μπορούσαν να περιορίσουν τη στρατηγική τους ευελιξία.

Η συνολική αρχιτεκτονική της εταιρικής σχέσης αντικατοπτρίζει έτσι μια λογική που επικεντρώνεται στη διατήρηση της κυριαρχίας, τη διαχείριση των σχετικών κερδών και την ελαχιστοποίηση της εμπλοκής σε δεσμευτικές υποχρεώσεις συλλογικής ασφάλειας.
Βιομηχανική και κανονιστική απόκλιση

Ένα σημαντικό εμπόδιο για τη βαθύτερη ολοκλήρωση της άμυνας μεταξύ Ηνωμένου Βασιλείου και ΕΕ έγκειται στα διαφορετικά αμυντικά βιομηχανικά και ρυθμιστικά πλαίσια.

Η ΕΕ έχει θέσει ως προτεραιότητα την εσωτερική ενοποίηση της αμυντικής της αγοράς μέσω μηχανισμών όπως το Ευρωπαϊκό Ταμείο Άμυνας (ΕΤΑ) και το Ευρωπαϊκό Βιομηχανικό Πρόγραμμα Άμυνας (EDIP).

Οι πρωτοβουλίες αυτές έχουν σχεδιαστεί ρητά για την προώθηση της κοινής ανάπτυξης και προμήθειας μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ, τη μείωση της εξάρτησης από προμηθευτές τρίτων χωρών και την ενίσχυση της ευρωπαϊκής αμυντικής τεχνολογικής και βιομηχανικής βάσης (EDTIB).

Για το Ηνωμένο Βασίλειο, οι εξελίξεις αυτές θέτουν τόσο στρατηγικές όσο και οικονομικές προκλήσεις.

Μετά από χρόνια υποεπενδύσεων και βιομηχανικής συρρίκνωσης, ο βρετανικός αμυντικός τομέας αντιμετωπίζει σημαντικά διαρθρωτικά ελλείμματα, συμπεριλαμβανομένων ελλείψεων δεξιοτήτων, αποδυναμωμένων αλυσίδων εφοδιασμού και περιορισμένης παραγωγικής ικανότητας.

Οι περιορισμοί αυτοί έχουν επιδεινωθεί από τις εμπορικές τριβές που προκλήθηκαν μετά το Brexit και από ένα δημοσιονομικό περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από μακροπρόθεσμες δημοσιονομικές πιέσεις.

Κατά συνέπεια, η επιλεκτική εμπλοκή του Ηνωμένου Βασιλείου σε αμυντικά προγράμματα της ΕΕ υποκινείται λιγότερο από την επιθυμία για επανένταξη παρά από την υλική αναγκαιότητα πρόσβασης σε κοινά κανάλια προμηθειών, προηγμένες τεχνολογίες και συνεργατικές πλατφόρμες έρευνας και ανάπτυξης.

Η συμμετοχή προσφέρει ένα μέσο αντιστάθμισης των εγχώριων ελλείψεων, χωρίς όμως να μεταβάλει την υποκείμενη προτίμηση του Ηνωμένου Βασιλείου για τη διατήρηση της ρυθμιστικής και στρατηγικής ανεξαρτησίας.

Στρατηγική ταυτότητα και ευαισθησίες κυριαρχίας

Παρά την αυξανόμενη λειτουργική συνεργασία, το Ηνωμένο Βασίλειο και η ΕΕ παραμένουν προσηλωμένες σε διαφορετικές στρατηγικές κατευθύνσεις.

Το Ηνωμένο Βασίλειο συνεχίζει να πλαισιώνει τον εαυτό του ως παράγοντα ασφάλειας με παγκόσμιο προσανατολισμό, τονίζοντας τον διαρκή ρόλο του στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, τη στρατηγική εταιρική σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες και τις διμερείς αμυντικές συμφωνίες του με άλλα κράτη εκτός ΕΕ.

Η ΕΕ, αντίθετα, έχει ανανεώσει την εστίασή της στην επίτευξη «στρατηγικής αυτονομίας», μια έννοια που υποδηλώνει μειωμένη εξάρτηση από εξωτερικούς παράγοντες και την ανάπτυξη μιας ανεξάρτητης ευρωπαϊκής αμυντικής ικανότητας.

Αυτές οι αποκλίνουσες ταυτότητες κωδικοποιούνται στη γλώσσα και τη νομική δομή της συμφωνίας στρατηγικής εταιρικής σχέσης, η οποία επιβεβαιώνει ότι κάθε συνεργασία πρέπει να γίνεται «σύμφωνα με τα αντίστοιχα νομικά και θεσμικά πλαίσια».

Κάθε άλλο παρά συμβολική είναι αυτή η ρήτρα, η οποία συμπυκνώνει τη διαρκή σημασία της κυριαρχίας στην ευρωπαϊκή διακυβέρνηση της ασφάλειας.

Και τα δύο μέρη είναι έντονα ευαισθητοποιημένα ως προς τους κινδύνους θεσμικής υπερβολής και η συμφωνία είναι προσεκτικά διαβαθμισμένη ώστε να διευκολύνει τη συνεργασία χωρίς να παραβιάζει την αυτονομία λήψης αποφάσεων ή τα συνταγματικά προνόμια.

Αυτό έχει ως αποτέλεσμα ένα μοντέλο αλληλεπίδρασης που είναι πολιτικά εφικτό αλλά δομικά περιορισμένο.

Τακτική ευθυγράμμιση

Η εταιρική σχέση ΕΕ-Ηνωμένου Βασιλείου αντανακλά μια ευρύτερη τάση στη διεθνή διαχείριση της ασφάλειας προς μη ιεραρχικές συμμαχίες με συγκεκριμένο θέμα.

Οι ρυθμίσεις αυτές διαφέρουν από τις παραδοσιακές συμμαχίες στο ότι δεν υποστηρίζονται από επίσημες αμοιβαίες αμυντικές υποχρεώσεις ή κεντρικές δομές διοίκησης.

Αντιθέτως, επιτρέπουν στα συμμετέχοντα κράτη να συνεργάζονται σε τομείς κοινού ενδιαφέροντος, διατηρώντας παράλληλα τον πλήρη έλεγχο των αποφάσεων εθνικής ασφάλειας.

Τέτοιοι αρθρωτοί συνασπισμοί έχουν πολλαπλασιαστεί στο πλαίσιο της διάχυσης της παγκόσμιας ισχύος και της κόπωσης των συμμαχιών.

Σε αυτό το πλαίσιο, η εταιρική σχέση Ηνωμένου Βασιλείου-ΕΕ αποτελεί παράδειγμα πραγματιστικής προσαρμογής στις συστημικές πιέσεις.

Είναι σχεδιασμένη για να διαχειρίζεται κοινά τρωτά σημεία, ιδίως αυτά που απορρέουν από τις ρωσικές στρατιωτικές δραστηριότητες και τις διακρατικές απειλές, όπως οι κυβερνοεπιθέσεις, χωρίς να απαιτεί τη συνολική επανένταξη των θεσμών ασφαλείας.

Η συνεργασία είναι σκόπιμα δομημένη ώστε να είναι αναστρέψιμη και βασισμένη στα συμφέροντα, ευθυγραμμιζόμενη με την προσδοκία ότι τα κράτη θα αποφύγουν άκαμπτες δεσμεύσεις όταν το διεθνές περιβάλλον είναι ρευστό και απρόβλεπτο.

Υλικοί περιορισμοί και τα όρια της στρατηγικής αυτονομίας

Αν και τόσο το Ηνωμένο Βασίλειο όσο και η ΕΕ επικαλούνται την έννοια της στρατηγικής αυτονομίας στο δημόσιο λόγο, η πραγματική τους ικανότητα να την επιτύχουν παραμένει περιορισμένη λόγω διαρθρωτικών εξαρτήσεων.

Στην περίπτωση του Ηνωμένου Βασιλείου, οι φιλοδοξίες για ανεξάρτητη χάραξη αμυντικής πολιτικής μετριάζονται από έναν συνδυασμό βιομηχανικής παρακμής, χρόνιας υποχρηματοδότησης και εξάρτησης από τις υπερατλαντικές αμυντικές τεχνολογίες και υλικοτεχνική υποδομή.

Ομοίως, η επιδίωξη της ΕΕ για στρατηγική αυτονομία περιορίζεται από τις επίμονες ενδοενωσιακές αποκλίσεις στην αντίληψη των απειλών, τα κενά δυνατοτήτων μεταξύ των κρατών μελών και τη συνεχιζόμενη κεντρική θέση του ΝΑΤΟ στον ευρωπαϊκό σχεδιασμό ασφάλειας.

Σε αυτό το πλαίσιο, η εταιρική σχέση ΕΕ-Ηνωμένου Βασιλείου λειτουργεί ως πραγματιστικός μηχανισμός για τη διαχείριση αυτών των περιορισμών.

Επιτρέπει τη συγκέντρωση πόρων και τον συντονισμό των εκτιμήσεων απειλών, ιδίως σε τομείς όπου η μονομερής δράση θα ήταν αναποτελεσματική ή αναποτελεσματική.

Ωστόσο, επειδή και τα δύο μέρη παραμένουν απρόθυμα να δημιουργήσουν διαρκή θεσμική αλληλεξάρτηση, η εταιρική σχέση δεν μπορεί να θεωρηθεί ως προπομπός μιας στρατηγικής ολοκλήρωσης πλήρους φάσματος.

Η αναπροσαρμογή των σχέσεων μεταξύ Ηνωμένου Βασιλείου και ΕΕ, ιδίως στον τομέα της ασφάλειας και της άμυνας, είναι ενδεικτική μιας ευρύτερης στροφής προς τη διαφοροποιημένη ολοκλήρωση.

Ελλείψει κεντρικής αρχής ή ηγεμονικού σταθεροποιητή, τα κράτη βασίζονται όλο και περισσότερο σε επιλεκτικές ευθυγραμμίσεις για να μετριάσουν τους κινδύνους και να διατηρήσουν την αυτονομία τους.

Η τάση αυτή υποδηλώνει ένα μέλλον στο οποίο οι περιφερειακές αρχιτεκτονικές ασφάλειας θα αποτελούνται από πολυεπίπεδες, επικαλυπτόμενες και συχνά μη μόνιμες δομές, παρά από συνεκτικά μπλοκ.

www.worldenergynews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Δείτε επίσης