Οι αμερικανικές και ευρωπαϊκές κυρώσεις έχουν στερήσει από τη Ρωσία τον εξοπλισμό και την τεχνολογία που θα ήταν απαραίτητα για την εκμετάλλευση των σχιστολιθικών κοιτασμάτων
Για το μεγαλύτερο μέρος της τελευταίας δεκαετίας, ο OPEC και η Ρωσία, γνωστοί συλλογικά ως OPEC+, ευθυγραμμίζονταν στρατηγικά για τη διατήρηση υψηλών τιμών πετρελαίου, θέτοντας ποσοστώσεις παραγωγής που εξυπηρετούσαν αυτόν τον στόχο.
Σύμφωνα με το Oil Price, η Σαουδική Αραβία, το μεγαλύτερο μέλος του OPEC, χρηματοδοτεί μέσω των εσόδων από το πετρέλαιο την Πρωτοβουλία Vision 2030, ένα πολυτελές πρόγραμμα διαφοροποίησης της οικονομίας της από τους υδρογονάνθρακες.
Η Ρωσία, από την άλλη πλευρά, εξαρτάται από τα πετρελαϊκά έσοδα για περίπου το 1/3 των κρατικών της εσόδων και για τη χρηματοδότηση του πολέμου στην Ουκρανία.
Και οι δύο χώρες επιδίωκαν ιστορικά τιμές Brent γύρω στα 80 δολάρια το βαρέλι ώστε να ισοσκελίσουν τους προϋπολογισμούς τους.
Ωστόσο, αναγκάστηκαν να περιορίσουν τις δαπάνες τους καθώς οι προσπάθειες ανάκτησης μεριδίου αγοράς από τους Αμερικανούς παραγωγούς σχιστολιθικού πετρελαίου, αλλά και οι πιέσεις της κυβέρνησης Τραμπ, οδήγησαν σε αυξανόμενα παγκόσμια αποθέματα.
Από τον Απρίλιο του 2025, οι ραγδαίες αυξήσεις στην παραγωγή έχουν ρίξει την τιμή του Brent από τα 80 δολάρια στα μέσα του εύρους των 60, με κάποιους αναλυτές να προβλέπουν περαιτέρω πτώση στα επίπεδα των 50 δολαρίων με την έναρξη του νέου έτους.
Αυτό που η αγορά δεν έχει ενσωματώσει πλήρως στις προβλέψεις της για το αργό είναι η εύθραυστη κατάσταση της ρωσικής παραγωγής λόγω των παγκόσμιων κυρώσεων που επιβλήθηκαν μετά την εισβολή στην Ουκρανία.
Πρόσφατο άρθρο της Wall Street Journal ανέλυσε τον αντίκτυπο αυτών των κυρώσεων αλλά και τη γήρανση των ιστορικών κοιτασμάτων στη Δυτική Σιβηρία και την περιοχή Βόλγα-Ουράλια.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, ακόμη και πριν τον πόλεμο, αυτά τα κοιτάσματα παρουσίαζαν κάμψη, ωθώντας τις πετρελαϊκές εταιρείες να εξετάσουν απομακρυσμένες περιοχές, μεταξύ αυτών και τα τεράστια κοιτάσματα σχιστολιθικού πετρελαίου — τα οποία όμως απαιτούν δυτική τεχνολογία.
Οι μεταπολεμικές κυρώσεις εμπόδισαν αυτή την κατεύθυνση και επιτάχυναν την πτωτική πορεία.
Όπως δήλωσε χαρακτηριστικά ο Matthew Sagers, ειδικός σε θέματα Ρωσίας της S&P Global Commodity Insights: «Η άντληση πετρελαίου από το έδαφος γίνεται όλο και πιο δύσκολη και ακριβή, όμως η συνεχώς φθίνουσα βάση αποθεμάτων σημαίνει πως κάθε χρόνο πρέπει να τρέχεις πιο γρήγορα απλώς για να παραμείνεις στάσιμος.
Είναι ουσιαστικά ένας μακρύς, αργός αποχαιρετισμός για το ρωσικό πετρέλαιο».
Οι αμερικανικές και ευρωπαϊκές κυρώσεις έχουν στερήσει από τη Ρωσία τον εξοπλισμό και την τεχνολογία που θα ήταν απαραίτητα για την εκμετάλλευση των σχιστολιθικών κοιτασμάτων.
Για την αμερικανική παραγωγή
Αντιθέτως, οι ΗΠΑ έχουν προσφέρει το μεγαλύτερο μέρος της αύξησης της παγκόσμιας παραγωγής τα τελευταία 15 χρόνια, με τα σχιστολιθικά κοιτάσματα να προσθέτουν περίπου 8 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως από το 2010.
Η αμερικανική παραγωγή έχει εκτοξευθεί από τα 5,4 στα 13,5 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα, επίτευγμα που βασίστηκε στην ικανότητα των αμερικανικών εταιρειών να παράγουν κερδοφόρα ακόμη και με τιμές πολύ χαμηλότερες από τα 90-100 δολάρια το βαρέλι που επικρατούσαν παλαιότερα.
Για να επαναλάβει η Ρωσία αυτό το «θαύμα», θα απαιτούσε πρόσβαση στη δυτική τεχνογνωσία — κάτι που πλέον της απαγορεύεται.
Η σύγχρονη παραγωγή σχιστολιθικού πετρελαίου εξαρτάται από εξειδικευμένες τεχνολογίες, εξοπλισμό και εκπαιδευμένα πληρώματα που έχουν αναπτυχθεί και εξελιχθεί από Αμερικανούς παραγωγούς.
Τεχνολογίες τεχνητής νοημοσύνης είναι πλέον απαραίτητες για την ακριβή απεικόνιση των κοιτασμάτων και τον σχεδιασμό των οριζόντιων γεωτρήσεων μήκους έως και τεσσάρων μιλίων, με στόχο τη μέγιστη απόδοση ανά γεώτρηση.
Χρησιμοποιούνται επίσης για τον σχεδιασμό των εντατικών διεργασιών υδραυλικής ρηγμάτωσης που επιτρέπουν στο πετρέλαιο να ρέει προς τον φρεάτιο.
Το ρεπορτάζ της WSJ υπογραμμίζει ότι οι κυρώσεις έχουν περιορίσει σημαντικά την ικανότητα της Ρωσίας να αναπτύξει τα σχιστολιθικά της κοιτάσματα.
«Δεν διαθέτει το πιο πρόσφατο λογισμικό για την ανάλυση των δεδομένων από τα πετρώματα και τα φρέατα ώστε να διαπιστωθεί πού υπάρχει πετρέλαιο και πώς μπορεί να εξαχθεί. Ακόμα κι αν κάποιες ρωσικές εταιρείες είχαν τέτοια λογισμικά, από το 2022 έχουν αποκλειστεί από τις απαραίτητες αναβαθμίσεις, καθιστώντας τα σε πολλές περιπτώσεις μη λειτουργικά», επισημαίνουν οι αναλυτές.
Αβυσσαλέες οι ρωγμές
Η έλλειψη εκπαιδευμένου ανθρώπινου δυναμικού αποτελεί ακόμη έναν κρίσιμο παράγοντα που πλήττει τη ρωσική πετρελαϊκή βιομηχανία.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει απομακρύνει εκατομμύρια κυρίως άνδρες από την παραγωγική διαδικασία, στερώντας από τη χώρα εργατικά χέρια για τις πετρελαιοπηγές.
Σύμφωνα με ανάλυση του Institute for the Study of War, η Ρωσία αποτυγχάνει να αντικαταστήσει τις απώλειες της τάξης των 45.000 με 50.000 στρατιωτών μηνιαίως μέσω στρατολόγησης.
Η αιμορραγία των νεαρών, υγιών ανδρών που θα μπορούσαν να στελεχώσουν καλά αμειβόμενες θέσεις στα κοιτάσματα, καθιστά σχεδόν αδύνατη την επάνδρωση οποιασδήποτε απόπειρας επέκτασης της σχιστολιθικής παραγωγής.
Η τεχνική πρόκληση είναι εξίσου σημαντική. Για την υδραυλική ρωγμάτωση των πετρωμάτων σε βάθος χιλιάδων ποδιών απαιτείται εξειδικευμένος εξοπλισμός υψηλής πίεσης, με αντλίες ισχύος άνω των 2.000 Hydraulic Horse Power (HHP), οι οποίες αναπτύσσονται σε ομάδες 10 έως 20 μονάδων, γνωστές στον κλάδο ως «spread».
Το κόστος για ένα τέτοιο spread μπορεί να φτάσει τα 60 εκατομμύρια δολάρια, όπως συμβαίνει με τα ψηφιακά στόλους eFrac της Liberty Energy (NYSE:LBRT), οι οποίοι κινούνται με τουρμπίνες αερίου, σύμφωνα με ρεπορτάζ του Reuters.
Η Ρωσία, με περιορισμένους πόρους και πιεσμένο προϋπολογισμό, δεν έχει τη δυνατότητα να επενδύσει σε τέτοιου είδους ακριβό κεφαλαιουχικό εξοπλισμό.
Ακόμη πιο προβληματική είναι η απουσία σύγχρονων κατευθυνόμενων γεωτρύπανων και «έξυπνων» Super Spec γεωτρύπανων τύπου «Walking Rigs».
Η σχιστολιθική παραγωγή απαιτεί ακρίβεια σε λεπτά στρώματα πετρωμάτων, πολλές φορές λίγες δεκάδες μέτρα σε πάχος, και βασίζεται σε τεχνολογίες όπως το Measurement While Drilling (MWD) και το Logging While Drilling (LWD), που επιτρέπουν τη συλλογή γεωλογικών δεδομένων σε πραγματικό χρόνο.
Σύμφωνα με το άρθρο της Wall Street Journal, στη Ρωσία απουσιάζουν περίπου 200 κρίσιμα εξαρτήματα που περιλαμβάνουν αυτά τα εργαλεία. Ο Αλεξάντρ Ντιούκοφ, διευθύνων σύμβουλος της Gazprom Neft, δήλωσε χαρακτηριστικά:
«Οι Ρώσοι παραγωγοί δεν διαθέτουν βασικούς αισθητήρες που είναι ενσωματωμένοι στα γεωτρύπανα και μεταδίδουν σε πραγματικό χρόνο δεδομένα για τα στρώματα των πετρωμάτων, τα υγρά και τη θέση του γεωτρύπανου».
Τα γεωτρύπανα Super Spec, όπως αυτά που ανέπτυξε η Nabors Corporation (NYSE:NBR), φέρνουν σημαντικές δυνατότητες στο πεδίο.
Το χαρακτηριστικό τους να «περπατούν» προς την επόμενη θέση στην εξέδρα μπορεί να εξοικονομήσει έως και μία ημέρα εργασιών αποσυναρμολόγησης και μεταφοράς.
Διαθέτουν επίσης αυξημένη ανυψωτική ικανότητα, προηγμένα συστήματα διαχείρισης στερεών και αντλίες λάσπης υψηλής πίεσης, στοιχεία απαραίτητα για τις μακρές πλευρικές γεωτρήσεις που προτιμώνται σήμερα από τη βιομηχανία.
Συνολικά, οι κυρώσεις που επιβλήθηκαν στη ρωσική οικονομία καθιστούν απίθανη την ανάσχεση της πτώσης στην παραγωγή από τα παραδοσιακά κοιτάσματα, αλλά και την ανάπτυξη της σχιστολιθικής παραγωγής.
Η πτωτική τάση είναι ήδη εμφανής, όπως καταδεικνύει το γράφημα της S&P Global που δημοσίευσε η WSJ.
Στο χειρότερο σενάριο, η ρωσική παραγωγή θα μπορούσε να μειωθεί κατά 20% έως το 2030, πέφτοντας στα 8 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως.
Αυτή η μείωση θα σημειωθεί σε μια περίοδο αυξανόμενης παγκόσμιας ζήτησης.
Οι προβλέψεις διαφέρουν: η BP προβλέπει ζήτηση στα 103,4 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα έως το 2030, ενώ ο OPEC, στη δική του Έκθεση για τις Παγκόσμιες Προοπτικές Πετρελαίου (World Oil Outlook - WOO), προβλέπει ότι η ζήτηση μπορεί να φτάσει ακόμη και τα 113 εκατομμύρια.
Σε κάθε περίπτωση, η μείωση της ρωσικής προσφοράς θα μπορούσε να δημιουργήσει σημαντικό κενό στις παγκόσμιες ενεργειακές ανάγκες.
www.worldenergynews.gr
Σύμφωνα με το Oil Price, η Σαουδική Αραβία, το μεγαλύτερο μέλος του OPEC, χρηματοδοτεί μέσω των εσόδων από το πετρέλαιο την Πρωτοβουλία Vision 2030, ένα πολυτελές πρόγραμμα διαφοροποίησης της οικονομίας της από τους υδρογονάνθρακες.
Η Ρωσία, από την άλλη πλευρά, εξαρτάται από τα πετρελαϊκά έσοδα για περίπου το 1/3 των κρατικών της εσόδων και για τη χρηματοδότηση του πολέμου στην Ουκρανία.
Και οι δύο χώρες επιδίωκαν ιστορικά τιμές Brent γύρω στα 80 δολάρια το βαρέλι ώστε να ισοσκελίσουν τους προϋπολογισμούς τους.
Ωστόσο, αναγκάστηκαν να περιορίσουν τις δαπάνες τους καθώς οι προσπάθειες ανάκτησης μεριδίου αγοράς από τους Αμερικανούς παραγωγούς σχιστολιθικού πετρελαίου, αλλά και οι πιέσεις της κυβέρνησης Τραμπ, οδήγησαν σε αυξανόμενα παγκόσμια αποθέματα.
Από τον Απρίλιο του 2025, οι ραγδαίες αυξήσεις στην παραγωγή έχουν ρίξει την τιμή του Brent από τα 80 δολάρια στα μέσα του εύρους των 60, με κάποιους αναλυτές να προβλέπουν περαιτέρω πτώση στα επίπεδα των 50 δολαρίων με την έναρξη του νέου έτους.
Αυτό που η αγορά δεν έχει ενσωματώσει πλήρως στις προβλέψεις της για το αργό είναι η εύθραυστη κατάσταση της ρωσικής παραγωγής λόγω των παγκόσμιων κυρώσεων που επιβλήθηκαν μετά την εισβολή στην Ουκρανία.
Πρόσφατο άρθρο της Wall Street Journal ανέλυσε τον αντίκτυπο αυτών των κυρώσεων αλλά και τη γήρανση των ιστορικών κοιτασμάτων στη Δυτική Σιβηρία και την περιοχή Βόλγα-Ουράλια.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, ακόμη και πριν τον πόλεμο, αυτά τα κοιτάσματα παρουσίαζαν κάμψη, ωθώντας τις πετρελαϊκές εταιρείες να εξετάσουν απομακρυσμένες περιοχές, μεταξύ αυτών και τα τεράστια κοιτάσματα σχιστολιθικού πετρελαίου — τα οποία όμως απαιτούν δυτική τεχνολογία.
Οι μεταπολεμικές κυρώσεις εμπόδισαν αυτή την κατεύθυνση και επιτάχυναν την πτωτική πορεία.
Όπως δήλωσε χαρακτηριστικά ο Matthew Sagers, ειδικός σε θέματα Ρωσίας της S&P Global Commodity Insights: «Η άντληση πετρελαίου από το έδαφος γίνεται όλο και πιο δύσκολη και ακριβή, όμως η συνεχώς φθίνουσα βάση αποθεμάτων σημαίνει πως κάθε χρόνο πρέπει να τρέχεις πιο γρήγορα απλώς για να παραμείνεις στάσιμος.
Είναι ουσιαστικά ένας μακρύς, αργός αποχαιρετισμός για το ρωσικό πετρέλαιο».
Οι αμερικανικές και ευρωπαϊκές κυρώσεις έχουν στερήσει από τη Ρωσία τον εξοπλισμό και την τεχνολογία που θα ήταν απαραίτητα για την εκμετάλλευση των σχιστολιθικών κοιτασμάτων.
Για την αμερικανική παραγωγή
Αντιθέτως, οι ΗΠΑ έχουν προσφέρει το μεγαλύτερο μέρος της αύξησης της παγκόσμιας παραγωγής τα τελευταία 15 χρόνια, με τα σχιστολιθικά κοιτάσματα να προσθέτουν περίπου 8 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως από το 2010.
Η αμερικανική παραγωγή έχει εκτοξευθεί από τα 5,4 στα 13,5 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα, επίτευγμα που βασίστηκε στην ικανότητα των αμερικανικών εταιρειών να παράγουν κερδοφόρα ακόμη και με τιμές πολύ χαμηλότερες από τα 90-100 δολάρια το βαρέλι που επικρατούσαν παλαιότερα.
Για να επαναλάβει η Ρωσία αυτό το «θαύμα», θα απαιτούσε πρόσβαση στη δυτική τεχνογνωσία — κάτι που πλέον της απαγορεύεται.
Η σύγχρονη παραγωγή σχιστολιθικού πετρελαίου εξαρτάται από εξειδικευμένες τεχνολογίες, εξοπλισμό και εκπαιδευμένα πληρώματα που έχουν αναπτυχθεί και εξελιχθεί από Αμερικανούς παραγωγούς.
Τεχνολογίες τεχνητής νοημοσύνης είναι πλέον απαραίτητες για την ακριβή απεικόνιση των κοιτασμάτων και τον σχεδιασμό των οριζόντιων γεωτρήσεων μήκους έως και τεσσάρων μιλίων, με στόχο τη μέγιστη απόδοση ανά γεώτρηση.
Χρησιμοποιούνται επίσης για τον σχεδιασμό των εντατικών διεργασιών υδραυλικής ρηγμάτωσης που επιτρέπουν στο πετρέλαιο να ρέει προς τον φρεάτιο.
Το ρεπορτάζ της WSJ υπογραμμίζει ότι οι κυρώσεις έχουν περιορίσει σημαντικά την ικανότητα της Ρωσίας να αναπτύξει τα σχιστολιθικά της κοιτάσματα.
«Δεν διαθέτει το πιο πρόσφατο λογισμικό για την ανάλυση των δεδομένων από τα πετρώματα και τα φρέατα ώστε να διαπιστωθεί πού υπάρχει πετρέλαιο και πώς μπορεί να εξαχθεί. Ακόμα κι αν κάποιες ρωσικές εταιρείες είχαν τέτοια λογισμικά, από το 2022 έχουν αποκλειστεί από τις απαραίτητες αναβαθμίσεις, καθιστώντας τα σε πολλές περιπτώσεις μη λειτουργικά», επισημαίνουν οι αναλυτές.
Αβυσσαλέες οι ρωγμές
Η έλλειψη εκπαιδευμένου ανθρώπινου δυναμικού αποτελεί ακόμη έναν κρίσιμο παράγοντα που πλήττει τη ρωσική πετρελαϊκή βιομηχανία.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει απομακρύνει εκατομμύρια κυρίως άνδρες από την παραγωγική διαδικασία, στερώντας από τη χώρα εργατικά χέρια για τις πετρελαιοπηγές.
Σύμφωνα με ανάλυση του Institute for the Study of War, η Ρωσία αποτυγχάνει να αντικαταστήσει τις απώλειες της τάξης των 45.000 με 50.000 στρατιωτών μηνιαίως μέσω στρατολόγησης.
Η αιμορραγία των νεαρών, υγιών ανδρών που θα μπορούσαν να στελεχώσουν καλά αμειβόμενες θέσεις στα κοιτάσματα, καθιστά σχεδόν αδύνατη την επάνδρωση οποιασδήποτε απόπειρας επέκτασης της σχιστολιθικής παραγωγής.
Η τεχνική πρόκληση είναι εξίσου σημαντική. Για την υδραυλική ρωγμάτωση των πετρωμάτων σε βάθος χιλιάδων ποδιών απαιτείται εξειδικευμένος εξοπλισμός υψηλής πίεσης, με αντλίες ισχύος άνω των 2.000 Hydraulic Horse Power (HHP), οι οποίες αναπτύσσονται σε ομάδες 10 έως 20 μονάδων, γνωστές στον κλάδο ως «spread».
Το κόστος για ένα τέτοιο spread μπορεί να φτάσει τα 60 εκατομμύρια δολάρια, όπως συμβαίνει με τα ψηφιακά στόλους eFrac της Liberty Energy (NYSE:LBRT), οι οποίοι κινούνται με τουρμπίνες αερίου, σύμφωνα με ρεπορτάζ του Reuters.
Η Ρωσία, με περιορισμένους πόρους και πιεσμένο προϋπολογισμό, δεν έχει τη δυνατότητα να επενδύσει σε τέτοιου είδους ακριβό κεφαλαιουχικό εξοπλισμό.
Ακόμη πιο προβληματική είναι η απουσία σύγχρονων κατευθυνόμενων γεωτρύπανων και «έξυπνων» Super Spec γεωτρύπανων τύπου «Walking Rigs».
Η σχιστολιθική παραγωγή απαιτεί ακρίβεια σε λεπτά στρώματα πετρωμάτων, πολλές φορές λίγες δεκάδες μέτρα σε πάχος, και βασίζεται σε τεχνολογίες όπως το Measurement While Drilling (MWD) και το Logging While Drilling (LWD), που επιτρέπουν τη συλλογή γεωλογικών δεδομένων σε πραγματικό χρόνο.
Σύμφωνα με το άρθρο της Wall Street Journal, στη Ρωσία απουσιάζουν περίπου 200 κρίσιμα εξαρτήματα που περιλαμβάνουν αυτά τα εργαλεία. Ο Αλεξάντρ Ντιούκοφ, διευθύνων σύμβουλος της Gazprom Neft, δήλωσε χαρακτηριστικά:
«Οι Ρώσοι παραγωγοί δεν διαθέτουν βασικούς αισθητήρες που είναι ενσωματωμένοι στα γεωτρύπανα και μεταδίδουν σε πραγματικό χρόνο δεδομένα για τα στρώματα των πετρωμάτων, τα υγρά και τη θέση του γεωτρύπανου».
Τα γεωτρύπανα Super Spec, όπως αυτά που ανέπτυξε η Nabors Corporation (NYSE:NBR), φέρνουν σημαντικές δυνατότητες στο πεδίο.
Το χαρακτηριστικό τους να «περπατούν» προς την επόμενη θέση στην εξέδρα μπορεί να εξοικονομήσει έως και μία ημέρα εργασιών αποσυναρμολόγησης και μεταφοράς.
Διαθέτουν επίσης αυξημένη ανυψωτική ικανότητα, προηγμένα συστήματα διαχείρισης στερεών και αντλίες λάσπης υψηλής πίεσης, στοιχεία απαραίτητα για τις μακρές πλευρικές γεωτρήσεις που προτιμώνται σήμερα από τη βιομηχανία.
Συνολικά, οι κυρώσεις που επιβλήθηκαν στη ρωσική οικονομία καθιστούν απίθανη την ανάσχεση της πτώσης στην παραγωγή από τα παραδοσιακά κοιτάσματα, αλλά και την ανάπτυξη της σχιστολιθικής παραγωγής.
Η πτωτική τάση είναι ήδη εμφανής, όπως καταδεικνύει το γράφημα της S&P Global που δημοσίευσε η WSJ.
Στο χειρότερο σενάριο, η ρωσική παραγωγή θα μπορούσε να μειωθεί κατά 20% έως το 2030, πέφτοντας στα 8 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως.
Αυτή η μείωση θα σημειωθεί σε μια περίοδο αυξανόμενης παγκόσμιας ζήτησης.
Οι προβλέψεις διαφέρουν: η BP προβλέπει ζήτηση στα 103,4 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα έως το 2030, ενώ ο OPEC, στη δική του Έκθεση για τις Παγκόσμιες Προοπτικές Πετρελαίου (World Oil Outlook - WOO), προβλέπει ότι η ζήτηση μπορεί να φτάσει ακόμη και τα 113 εκατομμύρια.
Σε κάθε περίπτωση, η μείωση της ρωσικής προσφοράς θα μπορούσε να δημιουργήσει σημαντικό κενό στις παγκόσμιες ενεργειακές ανάγκες.
www.worldenergynews.gr






