Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία και πηγές της βιομηχανίας που επικαλείται το Oil Price, πέρσι η Ισλαμική Δημοκρατία παρήγαγε περίπου 4,3 εκατομμύρια βαρέλια αργού πετρελαίου την ημέρα, καθώς και 725.000 βαρέλια ημερησίως άλλων υγρών καυσίμων – επίπεδα που αποτελούν ρεκόρ μετά την Επανάσταση του 1979
Παρά τις αλλεπάλληλες διεθνείς κυρώσεις και τη εκστρατεία εναντίον του από το Ισραήλ και τις ΗΠΑ, το Ιράν συνεχίζει την ανοδική του πορεία στην παραγωγή πετρελαίου, διατηρώντας αλλά και ξεπερνώντας τα επίπεδα ρεκόρ που κατέγραψε το 2024.
Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία και πηγές της βιομηχανίας που επικαλείται το Oil Price, πέρσι η Ισλαμική Δημοκρατία παρήγαγε περίπου 4,3 εκατομμύρια βαρέλια αργού πετρελαίου την ημέρα, καθώς και 725.000 βαρέλια ημερησίως άλλων υγρών καυσίμων – επίπεδα που αποτελούν ρεκόρ μετά την Επανάσταση του 1979.
Αν και παρατηρήθηκε προσωρινή κάμψη λόγω της πρόσφατης στρατιωτικής έντασης με το Τελ Αβίβ και την Ουάσιγκτον, πηγή από τον πετρελαϊκό τομέα με στενή συνεργασία με το ιρανικό Υπουργείο Πετρελαίου ανέφερε ότι η παραγωγή ανακάμπτει και ενδέχεται φέτος να ξεπεράσει ακόμα και τα περσινά επίπεδα.
«Η βοήθεια προέρχεται από τη Ρωσία, τόσο επί τόπου όσο και μέσω εξοπλισμού και τεχνολογίας, ενώ η Κίνα συνεχίζει να αγοράζει μεγάλες ποσότητες, βάσει των μακροπρόθεσμων συμφωνιών που έχει υπογράψει το Ιράν και με τις δύο χώρες», δήλωσε χαρακτηριστικά.
Αδιάρρηκτη η συνεργασία Μόσχας - Τεχεράνης
Η ρωσική συμμετοχή σε αυτή την προσπάθεια δεν προκαλεί έκπληξη, καθώς η Μόσχα είχε ήδη εκτεταμένα ενεργειακά συμφέροντα στο Ιράν πριν ακόμα από την αποχώρηση των ΗΠΑ από τη Συμφωνία για τα Πυρηνικά (JCPOA) τον Μάιο του 2018.
Συγκεκριμένα, ρωσικές εταιρείες είχαν υπογράψει τα περισσότερα μνημόνια συνεργασίας για μεγάλα κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου: η GazpromNeft για τα πεδία Changuleh και Cheshmeh-Khosh, η Zarubezhneft για τα Aban και Paydar Gharb, η Tatneft για το Dehloran και η Lukoil για τα Ab Teymour και Mansouri.
Μετά την εισβολή στην Ουκρανία, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν επισκέφθηκε την Τεχεράνη τον Ιούλιο του 2022 για να επισημοποιήσει τη μεγάλη συμφωνία ύψους 40 δισεκατομμυρίων δολαρίων μεταξύ της Gazprom και της Εθνικής Ιρανικής Πετρελαϊκής Εταιρείας (NIOC).
Η συμφωνία προβλέπει, μεταξύ άλλων, τη ρωσική συμμετοχή σε έργα αξίας 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων για την ανάπτυξη των κοιτασμάτων φυσικού αερίου Kish και North Pars, με στόχο την παραγωγή άνω των 10 εκατομμυρίων κυβικών μέτρων ημερησίως, αλλά και έργο 15 δισεκατομμυρίων για την αύξηση της πίεσης στο υπεργιγαντιαίο κοίτασμα South Pars στα θαλάσσια σύνορα με το Κατάρ.
Η Gazprom έχει δεσμευτεί επίσης για την ολοκλήρωση έργων LNG, την κατασκευή αγωγών εξαγωγής αερίου και – το πιο κρίσιμο – την παροχή τεχνολογίας και εξοπλισμού για την ενίσχυση της παραγωγής στα κοιτάσματα του συμπλέγματος West Karoun.
Αυτή την περίοδο, το ρωσικό ενδιαφέρον επικεντρώνεται σε ιρανικά κοιτάσματα που μπορούν να αυξήσουν την παραγωγή πετρελαίου άμεσα και με περιορισμένες τεχνικές παρεμβάσεις.
«Η Ρωσία συνεχίζει να αναπτύσσει και τα μεγαλύτερα κοιτάσματα μαζί με την Κίνα, αλλά δίνεται προτεραιότητα στα μικρότερα, γιατί μπορούν να αποδώσουν γρήγορα και εξυπηρετούν τόσο τη συμφωνία συνεργασίας που υπογράφηκε πέρσι όσο και ως αντιστάθμισμα για τον στρατιωτικό εξοπλισμό – drones και πυραύλους – που το Ιράν παρέχει στη Ρωσία για τον πόλεμο στην Ουκρανία», εξήγησε η ίδια πηγή.
Η «μεγάλη συμφωνία» στην οποία αναφέρεται, αφορά τη 20ετή Συνθήκη για τη Βάση των Αμοιβαίων Σχέσεων και τις Αρχές Συνεργασίας μεταξύ Ιράν και Ρωσίας, η οποία υποβλήθηκε στον Ανώτατο Ηγέτη Αλί Χαμενεΐ στις 11 Δεκεμβρίου 2023 και εγκρίθηκε αργότερα την ίδια χρονιά.
Που εστιάζει το Ιράν
Δύο από τα κοιτάσματα προτεραιότητας στην ιρανική στρατηγική για αύξηση της παραγωγής είναι τα Changuleh και Cheshmeh-Khosh, τα οποία βρίσκονται στο επίκεντρο ρωσικών επενδυτικών προσπαθειών. Το Changuleh, αρχικά αναπτυγμένο με επένδυση 2,2 δισεκατομμυρίων δολαρίων στο πλαίσιο του νέου, φιλικού προς επενδυτές συμβολαίου «Integrated Petroleum Contract», είχε μέχρι σήμερα ασταθή πρόοδο, ωστόσο αναμένεται να εισέλθει σε φάση ουσιαστικής ανάπτυξης στις αρχές του νέου έτους.
Διαθέτει εκτιμώμενα αποθέματα 4,8 δισεκατομμυρίων βαρελιών και αναμένεται να φτάσει παραγωγή περίπου 60.000 βαρελιών ημερησίως στην πρώτη φάση λειτουργίας του.
Την περασμένη εβδομάδα πραγματοποιήθηκαν κρίσιμες εργασίες αποκατάστασης και ολοκλήρωσης στο κοίτασμα, όπως ανακοίνωσε η Κρατική Εταιρεία Μηχανικής και Ανάπτυξης Πετρελαίου (PEDEC).
Η προσπάθεια επικεντρώνεται στην αποκατάσταση και ολοκλήρωση υπαρχόντων γεωτρήσεων, στην κατασκευή εγκαταστάσεων κεφαλών γεωτρήσεων και αγωγών μεταφοράς αργού πετρελαίου, ενώ στη συνέχεια θα δοθεί έμφαση στην κατασκευή δρόμων και υποδομών.
Το Changuleh έχει ιδιαίτερη γεωπολιτική σημασία, καθώς είναι διαμοιραζόμενο πεδίο με το Ιράκ – και συγκεκριμένα με το κοίτασμα Badra και το ιρανικό κοίτασμα Azar που προέρχονται από το ίδιο πετρελαϊκό ταμιευτήριο. Αυτή η σύνδεση επιτρέπει στο Ιράν να μεταμφιέζει την προέλευση του πετρελαίου του ως μη υποκείμενη σε κυρώσεις, εξασφαλίζοντας μια κρίσιμη χρηματοδοτική δίοδο απέναντι σε δεκαετίες κυρώσεων.
Ένα ακόμη τέτοιο πεδίο είναι το Arvand, το οποίο μοιράζεται με το ιρακινό πεδίο South Abu Ghurab και, σύμφωνα με ιρανικές πηγές, αναμένεται να αναπτυχθεί ταχύρρυθμα από ρωσικές εταιρείες πριν το τέλος του έτους.
Το Arvand βρίσκεται περίπου 50 χιλιόμετρα νότια του Αμπαντάν στην επαρχία Χουζεστάν και υπολογίζεται ότι περιέχει περίπου 1 δισεκατομμύριο βαρέλια πετρελαίου σε τρεις κύριες γεωλογικές στρώσεις, μαζί με 14 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα ξηρού φυσικού αερίου και 55 εκατομμύρια βαρέλια συμπυκνώματος φυσικού αερίου.
Παρότι υπήρχαν αμφισβητήσεις μεταξύ Ιράν, Ιράκ και Κουβέιτ για τα δικαιώματα εκμετάλλευσης του ταμιευτηρίου, το Ιράν εκτιμά πλέον ότι το ζήτημα έχει ουσιαστικά επιλυθεί.
Σύμφωνα με πηγές προσκείμενες στο Υπουργείο Πετρελαίου, το επίμαχο τμήμα περιέχει περίπου 6 δισεκατομμύρια βαρέλια, εκ των οποίων τουλάχιστον το 18% θεωρείται ανακτήσιμο.
Το υπουργείο εκτιμά ότι η ανάπτυξη του κοιτάσματος είναι τεχνικά απλή υπό την προϋπόθεση επαρκούς τεχνολογικής και εξοπλιστικής υποστήριξης, με κόστος ανάκτησης πετρελαίου σημαντικά χαμηλότερο από τον περιφερειακό μέσο όρο – περίπου 1,65 με 1,70 δολάρια ανά βαρέλι, έναντι μέσου όρου περίπου 2 δολαρίων σε Ιράν, Ιράκ και Σαουδική Αραβία.
Η Εθνική Ιρανική Πετρελαϊκή Εταιρεία (NIOC) υπολογίζει ότι η παραγωγή από αυτό το τμήμα θα μπορούσε να φτάσει έως και τα 1,4 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα μέσα στην πρώτη πενταετία πλήρους ανάπτυξης, καθιστώντας το ένα από τα μεγαλύτερα παραγωγικά πεδία παγκοσμίως.
Η Ρωσία στοχεύει το γιγαντιαίο κοίτασμα Chalous στο Ιράν ενώ η Κίνα διατηρεί ηγετικό ρόλο ως αγοραστής πετρελαίου
Το επόμενο βήμα στην κοινή ενεργειακή στρατηγική Ρωσίας και Ιράν περιλαμβάνει την ανανέωση των προσπαθειών ανάπτυξης του γιγαντιαίου κοιτάσματος Chalous, το οποίο έχει ενταχθεί στα βασικά περιουσιακά στοιχεία της 20ετούς συμφωνίας μεταξύ των δύο χωρών.
Η ευρύτερη περιοχή των Κασπίων λεκανών, που περιλαμβάνει χερσαία και υπεράκτια κοιτάσματα, εκτιμάται συντηρητικά ότι διαθέτει 48 δισεκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου και 292 τρισεκατομμύρια κυβικά πόδια (tcf) φυσικού αερίου σε αποδεδειγμένα και πιθανά αποθέματα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το 2019 η Ρωσία διαδραμάτισε καταλυτικό ρόλο στην τροποποίηση του νομικού καθεστώτος της Κασπίας Θάλασσας, μειώνοντας το μερίδιο του Ιράν από 50% σε μόλις 11,875%, σύμφωνα με ανάλυση που περιλαμβάνεται και στο πρόσφατο βιβλίο για τη νέα παγκόσμια πετρελαϊκή τάξη.
Οι αρχικές εκτιμήσεις για το Chalous έκαναν λόγο για 124 δισεκατομμύρια κυβικά πόδια φυσικού αερίου (bcf) σε αποθέματα, ποσότητα που αντιστοιχεί περίπου στο ένα τέταρτο των αποθεμάτων του γιγαντιαίου κοιτάσματος South Pars, από το οποίο προέρχεται σχεδόν το 40% των συνολικών ιρανικών αποθεμάτων φυσικού αερίου και το 80% της παραγωγής του.
Οι πιο πρόσφατες εκτιμήσεις δείχνουν ότι πρόκειται για ένα διπλό κοίτασμα, με απόσταση εννέα χιλιομέτρων μεταξύ των δύο πεδίων: το «Μεγάλο» Chalous περιέχει περίπου 208 δισ. κυβικά πόδια αερίου και το «Μικρό» Chalous περίπου 42 δισ., δίνοντας συνολικά αποθέματα της τάξεως των 250 δισεκατομμυρίων κυβικών μέτρων (bcm).
Την ίδια στιγμή, η Κίνα παραμένει ο μεγαλύτερος αγοραστής ιρανικού πετρελαίου διεθνώς, αψηφώντας τις αμερικανικές απειλές περί κυρώσεων.
Η επιμονή του Πεκίνου εξηγείται από τους εξαιρετικά ευνοϊκούς όρους της «Ολοκληρωμένης Συμφωνίας Συνεργασίας 25 Ετών Ιράν-Κίνας», η οποία είχε αποκαλυφθεί για πρώτη φορά δημόσια τον Σεπτέμβριο του 2019 και αναλύεται εκτενώς στη νεότερη βιβλιογραφία για την παγκόσμια ενεργειακή σκακιέρα.
Σύμφωνα με τη συμφωνία, η Κίνα αποκτά δικαίωμα πρώτης επιλογής στα περισσότερα έργα πετρελαίου, φυσικού αερίου και πετροχημικών στο Ιράν για όλη τη διάρκεια της συμφωνίας.
Επιπλέον, οι πληρωμές ανά βαρέλι καθορίζονται βάσει του υψηλότερου μέσου όρου μεταξύ της 18μηνης spot τιμής και του μέσου όρου των τελευταίων έξι μηνών, εξασφαλίζοντας ότι το Πεκίνο θα αποζημιώνεται με τους πλέον συμφέροντες όρους.
Η συμφωνία προβλέπει τουλάχιστον 10% έκπτωση για την Κίνα στην αξία του πετρελαίου που παραλαμβάνει, ενώ σε αρκετές περιπτώσεις, με την προσθήκη μπόνους, η συνολική έκπτωση φτάνει το 30%.
Αντίστοιχες εκπτώσεις εφαρμόζονται και στο φυσικό αέριο, με τιμολόγηση κάτω από τις χαμηλότερες ετήσιες μέσες τιμές των βασικών διεθνών κόμβων, μετατρέποντας την Κίνα σε στρατηγικό ωφελούμενο του ιρανικού ενεργειακού πλούτου.
Η σύμπλευση Ιράν, Ρωσίας και Κίνας στον ενεργειακό τομέα επιβεβαιώνει την τάση συγκρότησης ενός εναλλακτικού γεωοικονομικού μπλοκ που στοχεύει στην υπονόμευση των δυτικών κυρώσεων και στη διασφάλιση στρατηγικών αποθεμάτων ενέργειας με όρους ευνοϊκούς για τα μέλη του.
www.worldenergynews.gr
Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία και πηγές της βιομηχανίας που επικαλείται το Oil Price, πέρσι η Ισλαμική Δημοκρατία παρήγαγε περίπου 4,3 εκατομμύρια βαρέλια αργού πετρελαίου την ημέρα, καθώς και 725.000 βαρέλια ημερησίως άλλων υγρών καυσίμων – επίπεδα που αποτελούν ρεκόρ μετά την Επανάσταση του 1979.
Αν και παρατηρήθηκε προσωρινή κάμψη λόγω της πρόσφατης στρατιωτικής έντασης με το Τελ Αβίβ και την Ουάσιγκτον, πηγή από τον πετρελαϊκό τομέα με στενή συνεργασία με το ιρανικό Υπουργείο Πετρελαίου ανέφερε ότι η παραγωγή ανακάμπτει και ενδέχεται φέτος να ξεπεράσει ακόμα και τα περσινά επίπεδα.
«Η βοήθεια προέρχεται από τη Ρωσία, τόσο επί τόπου όσο και μέσω εξοπλισμού και τεχνολογίας, ενώ η Κίνα συνεχίζει να αγοράζει μεγάλες ποσότητες, βάσει των μακροπρόθεσμων συμφωνιών που έχει υπογράψει το Ιράν και με τις δύο χώρες», δήλωσε χαρακτηριστικά.
Αδιάρρηκτη η συνεργασία Μόσχας - Τεχεράνης
Η ρωσική συμμετοχή σε αυτή την προσπάθεια δεν προκαλεί έκπληξη, καθώς η Μόσχα είχε ήδη εκτεταμένα ενεργειακά συμφέροντα στο Ιράν πριν ακόμα από την αποχώρηση των ΗΠΑ από τη Συμφωνία για τα Πυρηνικά (JCPOA) τον Μάιο του 2018.
Συγκεκριμένα, ρωσικές εταιρείες είχαν υπογράψει τα περισσότερα μνημόνια συνεργασίας για μεγάλα κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου: η GazpromNeft για τα πεδία Changuleh και Cheshmeh-Khosh, η Zarubezhneft για τα Aban και Paydar Gharb, η Tatneft για το Dehloran και η Lukoil για τα Ab Teymour και Mansouri.
Μετά την εισβολή στην Ουκρανία, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν επισκέφθηκε την Τεχεράνη τον Ιούλιο του 2022 για να επισημοποιήσει τη μεγάλη συμφωνία ύψους 40 δισεκατομμυρίων δολαρίων μεταξύ της Gazprom και της Εθνικής Ιρανικής Πετρελαϊκής Εταιρείας (NIOC).
Η συμφωνία προβλέπει, μεταξύ άλλων, τη ρωσική συμμετοχή σε έργα αξίας 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων για την ανάπτυξη των κοιτασμάτων φυσικού αερίου Kish και North Pars, με στόχο την παραγωγή άνω των 10 εκατομμυρίων κυβικών μέτρων ημερησίως, αλλά και έργο 15 δισεκατομμυρίων για την αύξηση της πίεσης στο υπεργιγαντιαίο κοίτασμα South Pars στα θαλάσσια σύνορα με το Κατάρ.
Η Gazprom έχει δεσμευτεί επίσης για την ολοκλήρωση έργων LNG, την κατασκευή αγωγών εξαγωγής αερίου και – το πιο κρίσιμο – την παροχή τεχνολογίας και εξοπλισμού για την ενίσχυση της παραγωγής στα κοιτάσματα του συμπλέγματος West Karoun.
Αυτή την περίοδο, το ρωσικό ενδιαφέρον επικεντρώνεται σε ιρανικά κοιτάσματα που μπορούν να αυξήσουν την παραγωγή πετρελαίου άμεσα και με περιορισμένες τεχνικές παρεμβάσεις.
«Η Ρωσία συνεχίζει να αναπτύσσει και τα μεγαλύτερα κοιτάσματα μαζί με την Κίνα, αλλά δίνεται προτεραιότητα στα μικρότερα, γιατί μπορούν να αποδώσουν γρήγορα και εξυπηρετούν τόσο τη συμφωνία συνεργασίας που υπογράφηκε πέρσι όσο και ως αντιστάθμισμα για τον στρατιωτικό εξοπλισμό – drones και πυραύλους – που το Ιράν παρέχει στη Ρωσία για τον πόλεμο στην Ουκρανία», εξήγησε η ίδια πηγή.
Η «μεγάλη συμφωνία» στην οποία αναφέρεται, αφορά τη 20ετή Συνθήκη για τη Βάση των Αμοιβαίων Σχέσεων και τις Αρχές Συνεργασίας μεταξύ Ιράν και Ρωσίας, η οποία υποβλήθηκε στον Ανώτατο Ηγέτη Αλί Χαμενεΐ στις 11 Δεκεμβρίου 2023 και εγκρίθηκε αργότερα την ίδια χρονιά.
Που εστιάζει το Ιράν
Δύο από τα κοιτάσματα προτεραιότητας στην ιρανική στρατηγική για αύξηση της παραγωγής είναι τα Changuleh και Cheshmeh-Khosh, τα οποία βρίσκονται στο επίκεντρο ρωσικών επενδυτικών προσπαθειών. Το Changuleh, αρχικά αναπτυγμένο με επένδυση 2,2 δισεκατομμυρίων δολαρίων στο πλαίσιο του νέου, φιλικού προς επενδυτές συμβολαίου «Integrated Petroleum Contract», είχε μέχρι σήμερα ασταθή πρόοδο, ωστόσο αναμένεται να εισέλθει σε φάση ουσιαστικής ανάπτυξης στις αρχές του νέου έτους.
Διαθέτει εκτιμώμενα αποθέματα 4,8 δισεκατομμυρίων βαρελιών και αναμένεται να φτάσει παραγωγή περίπου 60.000 βαρελιών ημερησίως στην πρώτη φάση λειτουργίας του.
Την περασμένη εβδομάδα πραγματοποιήθηκαν κρίσιμες εργασίες αποκατάστασης και ολοκλήρωσης στο κοίτασμα, όπως ανακοίνωσε η Κρατική Εταιρεία Μηχανικής και Ανάπτυξης Πετρελαίου (PEDEC).
Η προσπάθεια επικεντρώνεται στην αποκατάσταση και ολοκλήρωση υπαρχόντων γεωτρήσεων, στην κατασκευή εγκαταστάσεων κεφαλών γεωτρήσεων και αγωγών μεταφοράς αργού πετρελαίου, ενώ στη συνέχεια θα δοθεί έμφαση στην κατασκευή δρόμων και υποδομών.
Το Changuleh έχει ιδιαίτερη γεωπολιτική σημασία, καθώς είναι διαμοιραζόμενο πεδίο με το Ιράκ – και συγκεκριμένα με το κοίτασμα Badra και το ιρανικό κοίτασμα Azar που προέρχονται από το ίδιο πετρελαϊκό ταμιευτήριο. Αυτή η σύνδεση επιτρέπει στο Ιράν να μεταμφιέζει την προέλευση του πετρελαίου του ως μη υποκείμενη σε κυρώσεις, εξασφαλίζοντας μια κρίσιμη χρηματοδοτική δίοδο απέναντι σε δεκαετίες κυρώσεων.
Ένα ακόμη τέτοιο πεδίο είναι το Arvand, το οποίο μοιράζεται με το ιρακινό πεδίο South Abu Ghurab και, σύμφωνα με ιρανικές πηγές, αναμένεται να αναπτυχθεί ταχύρρυθμα από ρωσικές εταιρείες πριν το τέλος του έτους.
Το Arvand βρίσκεται περίπου 50 χιλιόμετρα νότια του Αμπαντάν στην επαρχία Χουζεστάν και υπολογίζεται ότι περιέχει περίπου 1 δισεκατομμύριο βαρέλια πετρελαίου σε τρεις κύριες γεωλογικές στρώσεις, μαζί με 14 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα ξηρού φυσικού αερίου και 55 εκατομμύρια βαρέλια συμπυκνώματος φυσικού αερίου.
Παρότι υπήρχαν αμφισβητήσεις μεταξύ Ιράν, Ιράκ και Κουβέιτ για τα δικαιώματα εκμετάλλευσης του ταμιευτηρίου, το Ιράν εκτιμά πλέον ότι το ζήτημα έχει ουσιαστικά επιλυθεί.
Σύμφωνα με πηγές προσκείμενες στο Υπουργείο Πετρελαίου, το επίμαχο τμήμα περιέχει περίπου 6 δισεκατομμύρια βαρέλια, εκ των οποίων τουλάχιστον το 18% θεωρείται ανακτήσιμο.
Το υπουργείο εκτιμά ότι η ανάπτυξη του κοιτάσματος είναι τεχνικά απλή υπό την προϋπόθεση επαρκούς τεχνολογικής και εξοπλιστικής υποστήριξης, με κόστος ανάκτησης πετρελαίου σημαντικά χαμηλότερο από τον περιφερειακό μέσο όρο – περίπου 1,65 με 1,70 δολάρια ανά βαρέλι, έναντι μέσου όρου περίπου 2 δολαρίων σε Ιράν, Ιράκ και Σαουδική Αραβία.
Η Εθνική Ιρανική Πετρελαϊκή Εταιρεία (NIOC) υπολογίζει ότι η παραγωγή από αυτό το τμήμα θα μπορούσε να φτάσει έως και τα 1,4 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα μέσα στην πρώτη πενταετία πλήρους ανάπτυξης, καθιστώντας το ένα από τα μεγαλύτερα παραγωγικά πεδία παγκοσμίως.
Η Ρωσία στοχεύει το γιγαντιαίο κοίτασμα Chalous στο Ιράν ενώ η Κίνα διατηρεί ηγετικό ρόλο ως αγοραστής πετρελαίου
Το επόμενο βήμα στην κοινή ενεργειακή στρατηγική Ρωσίας και Ιράν περιλαμβάνει την ανανέωση των προσπαθειών ανάπτυξης του γιγαντιαίου κοιτάσματος Chalous, το οποίο έχει ενταχθεί στα βασικά περιουσιακά στοιχεία της 20ετούς συμφωνίας μεταξύ των δύο χωρών.
Η ευρύτερη περιοχή των Κασπίων λεκανών, που περιλαμβάνει χερσαία και υπεράκτια κοιτάσματα, εκτιμάται συντηρητικά ότι διαθέτει 48 δισεκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου και 292 τρισεκατομμύρια κυβικά πόδια (tcf) φυσικού αερίου σε αποδεδειγμένα και πιθανά αποθέματα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το 2019 η Ρωσία διαδραμάτισε καταλυτικό ρόλο στην τροποποίηση του νομικού καθεστώτος της Κασπίας Θάλασσας, μειώνοντας το μερίδιο του Ιράν από 50% σε μόλις 11,875%, σύμφωνα με ανάλυση που περιλαμβάνεται και στο πρόσφατο βιβλίο για τη νέα παγκόσμια πετρελαϊκή τάξη.
Οι αρχικές εκτιμήσεις για το Chalous έκαναν λόγο για 124 δισεκατομμύρια κυβικά πόδια φυσικού αερίου (bcf) σε αποθέματα, ποσότητα που αντιστοιχεί περίπου στο ένα τέταρτο των αποθεμάτων του γιγαντιαίου κοιτάσματος South Pars, από το οποίο προέρχεται σχεδόν το 40% των συνολικών ιρανικών αποθεμάτων φυσικού αερίου και το 80% της παραγωγής του.
Οι πιο πρόσφατες εκτιμήσεις δείχνουν ότι πρόκειται για ένα διπλό κοίτασμα, με απόσταση εννέα χιλιομέτρων μεταξύ των δύο πεδίων: το «Μεγάλο» Chalous περιέχει περίπου 208 δισ. κυβικά πόδια αερίου και το «Μικρό» Chalous περίπου 42 δισ., δίνοντας συνολικά αποθέματα της τάξεως των 250 δισεκατομμυρίων κυβικών μέτρων (bcm).
Την ίδια στιγμή, η Κίνα παραμένει ο μεγαλύτερος αγοραστής ιρανικού πετρελαίου διεθνώς, αψηφώντας τις αμερικανικές απειλές περί κυρώσεων.
Η επιμονή του Πεκίνου εξηγείται από τους εξαιρετικά ευνοϊκούς όρους της «Ολοκληρωμένης Συμφωνίας Συνεργασίας 25 Ετών Ιράν-Κίνας», η οποία είχε αποκαλυφθεί για πρώτη φορά δημόσια τον Σεπτέμβριο του 2019 και αναλύεται εκτενώς στη νεότερη βιβλιογραφία για την παγκόσμια ενεργειακή σκακιέρα.
Σύμφωνα με τη συμφωνία, η Κίνα αποκτά δικαίωμα πρώτης επιλογής στα περισσότερα έργα πετρελαίου, φυσικού αερίου και πετροχημικών στο Ιράν για όλη τη διάρκεια της συμφωνίας.
Επιπλέον, οι πληρωμές ανά βαρέλι καθορίζονται βάσει του υψηλότερου μέσου όρου μεταξύ της 18μηνης spot τιμής και του μέσου όρου των τελευταίων έξι μηνών, εξασφαλίζοντας ότι το Πεκίνο θα αποζημιώνεται με τους πλέον συμφέροντες όρους.
Η συμφωνία προβλέπει τουλάχιστον 10% έκπτωση για την Κίνα στην αξία του πετρελαίου που παραλαμβάνει, ενώ σε αρκετές περιπτώσεις, με την προσθήκη μπόνους, η συνολική έκπτωση φτάνει το 30%.
Αντίστοιχες εκπτώσεις εφαρμόζονται και στο φυσικό αέριο, με τιμολόγηση κάτω από τις χαμηλότερες ετήσιες μέσες τιμές των βασικών διεθνών κόμβων, μετατρέποντας την Κίνα σε στρατηγικό ωφελούμενο του ιρανικού ενεργειακού πλούτου.
Η σύμπλευση Ιράν, Ρωσίας και Κίνας στον ενεργειακό τομέα επιβεβαιώνει την τάση συγκρότησης ενός εναλλακτικού γεωοικονομικού μπλοκ που στοχεύει στην υπονόμευση των δυτικών κυρώσεων και στη διασφάλιση στρατηγικών αποθεμάτων ενέργειας με όρους ευνοϊκούς για τα μέλη του.
www.worldenergynews.gr






