
Η απόφαση έρχεται τη στιγμή που οι τιμές του φυσικού αερίου εξακολουθούν να κινούνται σε επίπεδα σημαντικά υψηλότερα από τον ιστορικό μέσο όρο, ενώ οι εναλλακτικές μορφές εφοδιασμού –όπως το LNG– παραμένουν ακριβότερες
H Ευρωπαϊκή Ένωση θα αποκλείσει οριστικά το ρωσικό φυσικό αέριο από το ενεργειακό της μείγμα, έστω και αν ο πόλεμος στην Ουκρανία τελειώσει.
Αυτή είναι η ουσία της πρόσφατης δήλωσης του Δανού Επιτρόπου Ενέργειας της ΕΕ, Dan Jørgensen, o oποίος τόνισε ότι καμία ποσότητα ρωσικού αερίου δεν θα πρέπει να καταναλώνεται στην Ε.Ε. έως το 2027, προαναγγέλλοντας και σχετικές πολιτικές αποφάσεις με βαρύ ενεργειακό αποτύπωμα.
Η γραμμή αυτή, εγείρει ανησυχίες και αμφιβολίες για τον οικονομικό της αντίκτυπο στο ήδη υψηλό ενεργειακό κόστος που επιβαρύνει τους ευρωπαίους καταναλωτές και τη βιομηχανία.
Σε κάθε περίπτωση, ο επιδιωκόμενος τερματισμός των εισαγωγών αερίου από τη Ρωσία δεν φαίνεται να βασίζεται σε ρεαλιστικά σενάρια κόστους-οφέλους.
Πηγές της αγοράς επισημαίνουν ότι η απαγόρευση νέων και υφιστάμενων ρωσικών συμβολαίων φυσικού αερίου, που θα προταθεί νομοθετικά τον Ιούνιο, ενδέχεται να προκαλέσει νέο κύμα ανατιμήσεων στην ήδη ευάλωτη αγορά ενέργειας της Ε.Ε.
Η απόφαση έρχεται τη στιγμή που οι τιμές του φυσικού αερίου εξακολουθούν να κινούνται σε επίπεδα σημαντικά υψηλότερα από τον ιστορικό μέσο όρο, ενώ οι εναλλακτικές μορφές εφοδιασμού –όπως το LNG– παραμένουν ακριβότερες και περιορισμένες σε διαθεσιμότητα.
Για τις ευρωπαϊκές βιομηχανίες που βασίζονται σε ανταγωνιστική ενέργεια για να παραμείνουν βιώσιμες και διεθνώς ανταγωνιστικές, η νέα αυτή πραγματικότητα μεταφράζεται σε άμεση επιβάρυνση του κόστους παραγωγής.
Ακόμη πιο σοβαρά είναι τα προβλήματα για χώρες όπως η Ουγγαρία και η Σλοβακία, οι οποίες παραμένουν εξαρτημένες από το ρωσικό αέριο μέσω μακροχρόνιων συμβάσεων.
Η Βουδαπέστη, που καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος των αναγκών της μέσω 15ετούς σύμβασης με την Gazprom, χαρακτήρισε την πρόταση της Επιτροπής «σοβαρό λάθος».
Δεν πρόκειται για πολιτική δήλωση, αλλά για κραυγή αγωνίας μιας χώρας που βλέπει τον ενεργειακό της εφοδιασμό να απειλείται.
Αντίστοιχα, η Σλοβακία, που διέκοψε τις εισαγωγές μέσω Ουκρανίας αλλά συνεχίζει να λαμβάνει ρωσικό αέριο από τον TurkStream, αδυνατεί να βρει αξιόπιστες και επαρκείς εναλλακτικές.
Η αγορά LNG δεν επαρκεί, ούτε υπάρχει η απαιτούμενη υποδομή για να καλύψει τις ανάγκες της κεντρικής Ευρώπης με χαμηλό κόστος.
Σε τελική ανάλυση, το οικονομικό βάρος αυτής της πολιτικής θα πέσει στους ώμους των Ευρωπαίων πολιτών.
Οι λογαριασμοί φυσικού αερίου και ρεύματος κινδυνεύουν να αυξηθούν και πάλι, ενώ το εισόδημα των νοικοκυριών συμπιέζεται ήδη από τις επιπτώσεις του πληθωρισμού και της ενεργειακής κρίσης των τελευταίων ετών.
www.worldenergynews.gr
Αυτή είναι η ουσία της πρόσφατης δήλωσης του Δανού Επιτρόπου Ενέργειας της ΕΕ, Dan Jørgensen, o oποίος τόνισε ότι καμία ποσότητα ρωσικού αερίου δεν θα πρέπει να καταναλώνεται στην Ε.Ε. έως το 2027, προαναγγέλλοντας και σχετικές πολιτικές αποφάσεις με βαρύ ενεργειακό αποτύπωμα.
Η γραμμή αυτή, εγείρει ανησυχίες και αμφιβολίες για τον οικονομικό της αντίκτυπο στο ήδη υψηλό ενεργειακό κόστος που επιβαρύνει τους ευρωπαίους καταναλωτές και τη βιομηχανία.
Σε κάθε περίπτωση, ο επιδιωκόμενος τερματισμός των εισαγωγών αερίου από τη Ρωσία δεν φαίνεται να βασίζεται σε ρεαλιστικά σενάρια κόστους-οφέλους.
Πηγές της αγοράς επισημαίνουν ότι η απαγόρευση νέων και υφιστάμενων ρωσικών συμβολαίων φυσικού αερίου, που θα προταθεί νομοθετικά τον Ιούνιο, ενδέχεται να προκαλέσει νέο κύμα ανατιμήσεων στην ήδη ευάλωτη αγορά ενέργειας της Ε.Ε.
Η απόφαση έρχεται τη στιγμή που οι τιμές του φυσικού αερίου εξακολουθούν να κινούνται σε επίπεδα σημαντικά υψηλότερα από τον ιστορικό μέσο όρο, ενώ οι εναλλακτικές μορφές εφοδιασμού –όπως το LNG– παραμένουν ακριβότερες και περιορισμένες σε διαθεσιμότητα.
Για τις ευρωπαϊκές βιομηχανίες που βασίζονται σε ανταγωνιστική ενέργεια για να παραμείνουν βιώσιμες και διεθνώς ανταγωνιστικές, η νέα αυτή πραγματικότητα μεταφράζεται σε άμεση επιβάρυνση του κόστους παραγωγής.
Ακόμη πιο σοβαρά είναι τα προβλήματα για χώρες όπως η Ουγγαρία και η Σλοβακία, οι οποίες παραμένουν εξαρτημένες από το ρωσικό αέριο μέσω μακροχρόνιων συμβάσεων.
Η Βουδαπέστη, που καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος των αναγκών της μέσω 15ετούς σύμβασης με την Gazprom, χαρακτήρισε την πρόταση της Επιτροπής «σοβαρό λάθος».
Δεν πρόκειται για πολιτική δήλωση, αλλά για κραυγή αγωνίας μιας χώρας που βλέπει τον ενεργειακό της εφοδιασμό να απειλείται.
Αντίστοιχα, η Σλοβακία, που διέκοψε τις εισαγωγές μέσω Ουκρανίας αλλά συνεχίζει να λαμβάνει ρωσικό αέριο από τον TurkStream, αδυνατεί να βρει αξιόπιστες και επαρκείς εναλλακτικές.
Η αγορά LNG δεν επαρκεί, ούτε υπάρχει η απαιτούμενη υποδομή για να καλύψει τις ανάγκες της κεντρικής Ευρώπης με χαμηλό κόστος.
Σε τελική ανάλυση, το οικονομικό βάρος αυτής της πολιτικής θα πέσει στους ώμους των Ευρωπαίων πολιτών.
Οι λογαριασμοί φυσικού αερίου και ρεύματος κινδυνεύουν να αυξηθούν και πάλι, ενώ το εισόδημα των νοικοκυριών συμπιέζεται ήδη από τις επιπτώσεις του πληθωρισμού και της ενεργειακής κρίσης των τελευταίων ετών.
www.worldenergynews.gr