
Σε φάση έντονων ανακατατάξεων βρίσκεται η ενεργειακή αγορά. Εκτιμάται ότι τα επόμενα 3-4 χρόνια θα διατηρηθεί η κατάσταση υψηλού ρίσκου που επικρατεί σήμερα, ενώ προβλέπεται ισχυρό κύμα εξαγορών και συγχωνεύσεων τόσο στον τομέα των ΑΠΕ όσο και στην προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας.
Σε ότι αφορά τις ΑΠΕ η αύξηση των περικοπών, αλλά και των μηδενικών-αρνητικών τιμών, αναμένεται να αποτελέσει τον κανόνα έως ότου αναπτυχθεί επαρκώς η αγορά των μπαταριών.
Και σε αυτό το σημείο όμως απαιτείται η εξεύρεση του σημείου ισορροπίας καθώς μακροπρόθεσμα η εγκατάσταση μεγάλης ισχύος μπαταριών εκτιμάται ότι θα οδηγήσει σε «κανιβαλισμό» των τιμών. Μάλιστα παράγοντες της αγοράς εκτιμούν ότι οι προβλέψεις του ΕΣΕΚ για την εγκατάσταση περισσότερων από 4,3 GW μπαταριών έως το 2030 καθώς και για την αύξηση κατά 31% του στόλου των ηλεκτρικών οχημάτων της ίδια περίοδο, είναι εξαιρετικά φιλόδοξοι και είναι αμφίβολο ότι θα επιτευχθούν .
Σε κίνδυνο τις επενδύσεις
Έτσι οι περικοπές παραγωγής από ΑΠΕ θα συνεχιστούν και θα ενταθεί θέτοντας σε κίνδυνο τις επενδύσεις.
Εντός του 2024 οι περικοπές ενέργειας από ΑΠΕ ανήλθαν σε περίπου 3,5% της συνολικής παραγωγής και το ποσοστό αυτό αναμένεται να αυξηθεί κατακόρυφα το 2025 φθάνοντας στο 10%.
Όσο δε, καθυστερεί η εγκατάσταση των μπαταριών τόσο το πρόβλημα θα επιδεινώνεται. Σημειώνεται ότι το 2024 η εγκατεστημένη ισχύς από ΑΠΕ στο ελληνικό σύστημα ήταν 12,8 GWκαι τον Μάρτιο του 2025 έφθασε στα 14,65 GW εκ των οποίων τα 5,3 GW είναι αιολικά και τα 8,83 GW φωτοβολταϊκά. Από μονάδες ΑΠΕ και ΣΥΘΗΑ το 2024 παρήχθησαν 25,5 TWh και το πρώτο τρίμηνο του 2025 4,8 TWh.
Με βάση αυτά τα δεδομένα η ταχεία εγκατάσταση μπαταριών θεωρείται επί του παρόντος το «κλειδί» για να υπάρξει ισορροπία στο σύστημα.
Ωστόσο οι διαδικασίες αδειοδότησης των μπαταριών παραμένουν αργές κυρίως σε ότι αφορά την απόκτηση όρων σύνδεσης με αποτέλεσμα οι πρώτες μονάδες που έχουν εγκριθεί να λάβουν επενδυτική και λειτουργική ενίσχυση μέσω των διαγωνισμών που διενήργησε η ΡΑΑΕΥ να αναμένεται ότι θα τεθούν σε λειτουργία στις αρχές του 2026 παρά το γεγονός ότι τα αιτήματα για την απόκτηση όρων σύνδεσης άρχισαν να υποβάλλοντα το 2023.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον αναμένεται ότι πολλά έργα ΑΠΕ θα αλλάξουν χέρια προκειμένου να περάσουν στον έλεγχο των μεγάλων καθετοποιημένων παικτών οι οποίοι διαθέτουν τα κεφάλαια, τη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας, τη διασπορά της παραγωγής τους τόσο τοπικά όσος και σε επίπεδο τεχνολογιών και έχουν αναπτύξει υπηρεσίες energy management που είναι καθοριστικές για να ανταπεξέλθουν στις προκλήσεις της νέας εποχής.
Αντίστοιχες κινήσεις εξαγορών και συγχωνεύσεων θεωρούνται βέβαιες και στον τομέα της προμήθειας ηλεκτρικής ο οποίος επίσης θα πρέπει να διαθέτει κρίσιμο μέγεθος για να ανταπεξέλθει στις προκλήσεις.
Αποχωρούν οι ξένοι
Σε επίπεδο ΑΠΕ σε εξέλιξη βρίσκεται εδώ και κάποια χρόνια η αποχώρηση μεγάλων ξένων παικτών που δραστηριοποιήθηκαν στην Ελλάδα. Όπως αναφέρουν πηγές της αγοράς πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι οι ξένοι παίκτες θα πουλήσουν σε καθετοποιημένους.
Πλέον πρόσφατο όσο και χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της πορτογαλικής EDPR που έχει ανακοινώσει την πρόθεση της να πουλήσει τα περιουσιακά στοιχεία που διαθέτει στη χώρα μας.
Εξάλλου αντίστοιχες κινήσεις καταγράφονται και στο εξωτερικό. Η BP για παράδειγμα επιδιώκει να πουλήσει το 50% της Lightsource bp η οποία έχει δραστηριότητα και στην Ελλάδα. Στόχος του πολυεθνικού ομίλου είναι να βρει έναν στρατηγικό εταίρο έναντι μετρητών και δέσμευσης για μελλοντικές επενδύσεις, με τις προσφορές να αναμένονται εντός του Ιουνίου.
Πρέπει να σημειωθεί ότι ο τομέας της ενέργειας κυρίως σε ότι αφορά της ΑΠΕ ήταν από τους κορυφαίους σε ότι αφορά τις εξαγορές και συγχωνεύσεις το 2024, ενώ από τις κορυφαίες συναλλαγές που πραγματοποιήθηκαν στη χώρα μας το ίδιο έτος ξεχωρίζουν το project της ΔΕΗ για την ανάπτυξη έργων ΑΠΕ 629 MW και αξίας 700 εκατ. ευρώ όπως και η συμφωνία TERNA Energy και Masdar Hellas αξίας 1,680 εκατ ευρώ.
www.worldenergynews.gr