Η παγκόσμια ζήτηση για κρίσιμα ορυκτά αυξήθηκε θεαματικά το 2024, με το λίθιο να καταγράφει άνοδο 30%, ενώ η ζήτηση για νικέλιο, κοβάλτιο, γραφίτη και σπάνιες γαίες αυξήθηκε μεταξύ 6% και 8%
Για να καλυφθεί η αυξανόμενη ζήτηση ενέργειας και να ενισχυθεί η παγκόσμια δυναμικότητα ανανεώσιμων πηγών, καθίσταται επιτακτική η επέκταση των δραστηριοτήτων εξόρυξης κρίσιμων ορυκτών.
Η εξόρυξη μετάλλων και ορυκτών όπως το κοβάλτιο, ο χαλκός και το λίθιο έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια και αναμένεται να συνεχίσει την ανοδική της πορεία, παράλληλα με την παγκόσμια στροφή στην καθαρή ενέργεια.
Αν και οι κυβερνήσεις παγκοσμίως στηρίζουν την εξόρυξη ως βασικό μοχλό για την επιτάχυνση της πράσινης μετάβασης, περιβαλλοντικές οργανώσεις και τοπικές κοινότητες εκφράζουν σοβαρές ανησυχίες για τις επιπτώσεις της εξορυκτικής δραστηριότητας στο περιβάλλον.
Η παγκόσμια ζήτηση για κρίσιμα ορυκτά αυξήθηκε θεαματικά το 2024, με το λίθιο να καταγράφει άνοδο 30%, ενώ η ζήτηση για νικέλιο, κοβάλτιο, γραφίτη και σπάνιες γαίες αυξήθηκε μεταξύ 6% και 8%.
Η αύξηση οφείλεται κυρίως στην ενεργειακή μετάβαση, με βασικούς πυλώνες την ηλεκτροκίνηση, την αποθήκευση ενέργειας, τις ΑΠΕ και τα δίκτυα ηλεκτρισμού, σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας (IEA).
Για τα μέταλλα που σχετίζονται με τις μπαταρίες, όπως το λίθιο, το νικέλιο, το κοβάλτιο και ο γραφίτης, ο ενεργειακός τομέας ευθύνεται για το 85% της συνολικής αύξησης της ζήτησης τα τελευταία δύο χρόνια.
Τριπλάσια η ζήτηση για ορυκτά έως το 2030 - Τετρπλάσια ως το 2040
Ο IEA προβλέπει ότι η παγκόσμια ζήτηση για κρίσιμα ορυκτά θα πρέπει να τριπλασιαστεί έως το 2030 και να τετραπλασιαστεί έως το 2040, εάν πρόκειται να επιτευχθεί ο στόχος των καθαρών μηδενικών εκπομπών.
Το Υπουργείο Ενέργειας των ΗΠΑ περιλαμβάνει συνολικά 50 ορυκτά στον κατάλογο των «κρίσιμων», ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει αναγνωρίσει 34.
Ο IEA θεωρεί ότι τα πιο ευρέως χρησιμοποιούμενα ορυκτά είναι το λίθιο, το νικέλιο, το κοβάλτιο, το μαγγάνιο και ο γραφίτης — όλα απαραίτητα για την παραγωγή μπαταριών.
Το αλουμίνιο και ο χαλκός παίζουν κρίσιμο ρόλο στα δίκτυα ηλεκτρισμού, ενώ οι σπάνιες γαίες είναι βασικές για τους μαγνήτες που χρησιμοποιούνται σε ανεμογεννήτριες και ηλεκτρικά οχήματα.
Κυρίαρχη στο παιχνίδι η Κίνα
Ωστόσο, η επέκταση της εξόρυξης κρίσιμων ορυκτών δεν είναι τόσο απλή υπόθεση, καθώς πολλά από τα απαραίτητα μέταλλα και ορυκτά είναι σπάνια και συγκεντρωμένα σε περιορισμένες γεωγραφικές περιοχές του πλανήτη, με κυρίαρχη την Κίνα — από την οποία προέρχεται, για παράδειγμα, το 95% του γαλλίου.
Η Αυστραλία παράγει περίπου το 50% της παγκόσμιας παραγωγής λιθίου, ενώ η Κίνα ακολουθεί με ποσοστό 18%.
Η Ινδονησία προμηθεύει σχεδόν το 40% του παγκόσμιου νικελίου, με την Αυστραλία και τη Βραζιλία να διαθέτουν επίσης σημαντικά αποθέματα.
Το κοβάλτιο εξορύσσεται κυρίως στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (DRC), με την Αυστραλία να κατέχει περίπου το 15% των αποθεμάτων.
Όσον αφορά τα σπάνια μέταλλα, η Κίνα διατηρεί περίπου το 40% της παγκόσμιας παραγωγής, ενώ το Βιετνάμ και η Βραζιλία ακολουθούν με ποσοστά περίπου 20% η καθεμία.
Από την άλλη, ο χαλκός εξορύσσεται σε 56 χώρες, με τη Χιλή και το Περού να συμβάλλουν με 28% και 10% αντίστοιχα στην παγκόσμια παραγωγή.
Κρίσιμα για την πράσινη μετάβαση
Είναι γενικά αποδεκτό ότι η εξόρυξη κρίσιμων ορυκτών πρέπει να ενταθεί ώστε να επιτευχθεί η παγκόσμια πράσινη μετάβαση.
Παρ’ όλα αυτά, κυβερνήσεις και εταιρείες εξόρυξης συχνά έρχονται αντιμέτωπες με περιβαλλοντικές οργανώσεις και τοπικές κοινότητες κατά την προσπάθεια ανάπτυξης νέων έργων σε περιοχές πλούσιες σε ορυκτά.
Η Ελίζα Μοργκέρα, ειδική εισηγήτρια του ΟΗΕ για την κλιματική αλλαγή και τα ανθρώπινα δικαιώματα, δήλωσε πως «η ανάγκη για κρίσιμα ορυκτά στο πλαίσιο της κλιματικής δράσης είναι μια υπόθεση που πρέπει να αμφισβητήσουμε».
Σε διαδικτυακή παρέμβασή της, διερωτήθηκε: «Πώς λαμβάνουμε υπόψη την υπερκατανάλωση από την υπερελίτ, η οποία συμβάλλει στην κλιματική αλλαγή με τρόπους ασύγκριτους σε σχέση με τον υπόλοιπο παγκόσμιο πληθυσμό;»
Η ίδια κάλεσε σε «ένα βήμα πίσω… ώστε οι αποφάσεις για τα κρίσιμα ορυκτά να λαμβάνονται με πλήρη κατανόηση των επιπτώσεων στο περιβάλλον και στα ανθρώπινα δικαιώματα όλων».
Τόνισε ότι πρέπει να διενεργούνται ανεξάρτητες αξιολογήσεις και υπογράμμισε πως η ανάγκη για άμεση δράση κατά της κλιματικής αλλαγής δεν μπορεί να υπερισχύσει της προστασίας των δικαιωμάτων των Ιθαγενών, στις περιοχές των οποίων εντοπίζονται συχνά τα ορυκτά.
Ο αριθμός των νομικών προσφυγών κατά έργων εξόρυξης αυξάνεται παράλληλα με την ανάπτυξη της βιομηχανίας.
Το εργαλείο παρακολούθησης νομικών υποθέσεων του Business and Human Rights Resource Centre (BHRRC) για τη δίκαιη μετάβαση έχει καταγράψει 95 προσφυγές από το 2008, με τα τρία τέταρτα αυτών να έχουν κατατεθεί τα τελευταία επτά χρόνια.
Το BHRRC διαπίστωσε ότι το 71% των υποθέσεων σχετίζεται με την εξόρυξη βαξίτη, κοβαλτίου, χαλκού, λιθίου, μαγγανίου, νικελίου, ψευδαργύρου και σιδηρομεταλλεύματος.
Σχεδόν οι μισές από τις αγωγές κατατέθηκαν από αυτόχθονες πληθυσμούς, με το 49% αυτών να σχετίζεται με παραβιάσεις των δικαιωμάτων τους.
Η Ελοντί Άμπα, ανώτερη νομική ερευνήτρια του BHRRC, σχολίασε πως «οι αγωγές, παρότι συχνά αποτελούν έσχατη λύση, έχουν εξελιχθεί σε ισχυρό εργαλείο για όσους αποκλείονται από τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων».
Διευκρίνισε ότι αυτές οι προσφυγές «δεν συνιστούν απόρριψη της κλιματικής δράσης· είναι μια απαίτηση για δίκαιη μετάβαση».
Ο ΙΕΑ έχει καταγράψει σχεδόν 200 εθνικές πολιτικές και στρατηγικές που σχετίζονται με τα κρίσιμα ορυκτά, γεγονός που δείχνει ότι πολλές χώρες προχωρούν στη δημιουργία εξειδικευμένου νομικού πλαισίου για την εξορυκτική δραστηριότητα.
Ωστόσο, για να διασφαλιστεί ότι η εξόρυξη αυτών των ορυκτών δεν θα προκαλέσει ανεπανόρθωτη περιβαλλοντική ζημιά ή θα παραβιάσει ανθρώπινα δικαιώματα, είναι απαραίτητη η θέσπιση αυστηρότερων διεθνών κανόνων και ρυθμίσεων.
Καθώς η παγκόσμια κοινότητα απομακρύνεται από τα ορυκτά καύσιμα και στρέφεται προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας για τον περιορισμό της υπερθέρμανσης του πλανήτη, δεν πρέπει να υποπέσουμε στο σφάλμα της αντικατάστασης ενός επιβλαβούς συστήματος με ένα άλλο, χωρίς προηγουμένως να έχουμε λάβει υπόψη και να έχουμε μετριάσει τις πιθανές αρνητικές συνέπειες.
www.worldenergynews.gr
Η εξόρυξη μετάλλων και ορυκτών όπως το κοβάλτιο, ο χαλκός και το λίθιο έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια και αναμένεται να συνεχίσει την ανοδική της πορεία, παράλληλα με την παγκόσμια στροφή στην καθαρή ενέργεια.
Αν και οι κυβερνήσεις παγκοσμίως στηρίζουν την εξόρυξη ως βασικό μοχλό για την επιτάχυνση της πράσινης μετάβασης, περιβαλλοντικές οργανώσεις και τοπικές κοινότητες εκφράζουν σοβαρές ανησυχίες για τις επιπτώσεις της εξορυκτικής δραστηριότητας στο περιβάλλον.
Η παγκόσμια ζήτηση για κρίσιμα ορυκτά αυξήθηκε θεαματικά το 2024, με το λίθιο να καταγράφει άνοδο 30%, ενώ η ζήτηση για νικέλιο, κοβάλτιο, γραφίτη και σπάνιες γαίες αυξήθηκε μεταξύ 6% και 8%.
Η αύξηση οφείλεται κυρίως στην ενεργειακή μετάβαση, με βασικούς πυλώνες την ηλεκτροκίνηση, την αποθήκευση ενέργειας, τις ΑΠΕ και τα δίκτυα ηλεκτρισμού, σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας (IEA).
Για τα μέταλλα που σχετίζονται με τις μπαταρίες, όπως το λίθιο, το νικέλιο, το κοβάλτιο και ο γραφίτης, ο ενεργειακός τομέας ευθύνεται για το 85% της συνολικής αύξησης της ζήτησης τα τελευταία δύο χρόνια.
Τριπλάσια η ζήτηση για ορυκτά έως το 2030 - Τετρπλάσια ως το 2040
Ο IEA προβλέπει ότι η παγκόσμια ζήτηση για κρίσιμα ορυκτά θα πρέπει να τριπλασιαστεί έως το 2030 και να τετραπλασιαστεί έως το 2040, εάν πρόκειται να επιτευχθεί ο στόχος των καθαρών μηδενικών εκπομπών.
Το Υπουργείο Ενέργειας των ΗΠΑ περιλαμβάνει συνολικά 50 ορυκτά στον κατάλογο των «κρίσιμων», ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει αναγνωρίσει 34.
Ο IEA θεωρεί ότι τα πιο ευρέως χρησιμοποιούμενα ορυκτά είναι το λίθιο, το νικέλιο, το κοβάλτιο, το μαγγάνιο και ο γραφίτης — όλα απαραίτητα για την παραγωγή μπαταριών.
Το αλουμίνιο και ο χαλκός παίζουν κρίσιμο ρόλο στα δίκτυα ηλεκτρισμού, ενώ οι σπάνιες γαίες είναι βασικές για τους μαγνήτες που χρησιμοποιούνται σε ανεμογεννήτριες και ηλεκτρικά οχήματα.
Κυρίαρχη στο παιχνίδι η Κίνα
Ωστόσο, η επέκταση της εξόρυξης κρίσιμων ορυκτών δεν είναι τόσο απλή υπόθεση, καθώς πολλά από τα απαραίτητα μέταλλα και ορυκτά είναι σπάνια και συγκεντρωμένα σε περιορισμένες γεωγραφικές περιοχές του πλανήτη, με κυρίαρχη την Κίνα — από την οποία προέρχεται, για παράδειγμα, το 95% του γαλλίου.
Η Αυστραλία παράγει περίπου το 50% της παγκόσμιας παραγωγής λιθίου, ενώ η Κίνα ακολουθεί με ποσοστό 18%.
Η Ινδονησία προμηθεύει σχεδόν το 40% του παγκόσμιου νικελίου, με την Αυστραλία και τη Βραζιλία να διαθέτουν επίσης σημαντικά αποθέματα.
Το κοβάλτιο εξορύσσεται κυρίως στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (DRC), με την Αυστραλία να κατέχει περίπου το 15% των αποθεμάτων.
Όσον αφορά τα σπάνια μέταλλα, η Κίνα διατηρεί περίπου το 40% της παγκόσμιας παραγωγής, ενώ το Βιετνάμ και η Βραζιλία ακολουθούν με ποσοστά περίπου 20% η καθεμία.
Από την άλλη, ο χαλκός εξορύσσεται σε 56 χώρες, με τη Χιλή και το Περού να συμβάλλουν με 28% και 10% αντίστοιχα στην παγκόσμια παραγωγή.
Κρίσιμα για την πράσινη μετάβαση
Είναι γενικά αποδεκτό ότι η εξόρυξη κρίσιμων ορυκτών πρέπει να ενταθεί ώστε να επιτευχθεί η παγκόσμια πράσινη μετάβαση.
Παρ’ όλα αυτά, κυβερνήσεις και εταιρείες εξόρυξης συχνά έρχονται αντιμέτωπες με περιβαλλοντικές οργανώσεις και τοπικές κοινότητες κατά την προσπάθεια ανάπτυξης νέων έργων σε περιοχές πλούσιες σε ορυκτά.
Η Ελίζα Μοργκέρα, ειδική εισηγήτρια του ΟΗΕ για την κλιματική αλλαγή και τα ανθρώπινα δικαιώματα, δήλωσε πως «η ανάγκη για κρίσιμα ορυκτά στο πλαίσιο της κλιματικής δράσης είναι μια υπόθεση που πρέπει να αμφισβητήσουμε».
Σε διαδικτυακή παρέμβασή της, διερωτήθηκε: «Πώς λαμβάνουμε υπόψη την υπερκατανάλωση από την υπερελίτ, η οποία συμβάλλει στην κλιματική αλλαγή με τρόπους ασύγκριτους σε σχέση με τον υπόλοιπο παγκόσμιο πληθυσμό;»
Η ίδια κάλεσε σε «ένα βήμα πίσω… ώστε οι αποφάσεις για τα κρίσιμα ορυκτά να λαμβάνονται με πλήρη κατανόηση των επιπτώσεων στο περιβάλλον και στα ανθρώπινα δικαιώματα όλων».
Τόνισε ότι πρέπει να διενεργούνται ανεξάρτητες αξιολογήσεις και υπογράμμισε πως η ανάγκη για άμεση δράση κατά της κλιματικής αλλαγής δεν μπορεί να υπερισχύσει της προστασίας των δικαιωμάτων των Ιθαγενών, στις περιοχές των οποίων εντοπίζονται συχνά τα ορυκτά.
Ο αριθμός των νομικών προσφυγών κατά έργων εξόρυξης αυξάνεται παράλληλα με την ανάπτυξη της βιομηχανίας.
Το εργαλείο παρακολούθησης νομικών υποθέσεων του Business and Human Rights Resource Centre (BHRRC) για τη δίκαιη μετάβαση έχει καταγράψει 95 προσφυγές από το 2008, με τα τρία τέταρτα αυτών να έχουν κατατεθεί τα τελευταία επτά χρόνια.
Το BHRRC διαπίστωσε ότι το 71% των υποθέσεων σχετίζεται με την εξόρυξη βαξίτη, κοβαλτίου, χαλκού, λιθίου, μαγγανίου, νικελίου, ψευδαργύρου και σιδηρομεταλλεύματος.
Σχεδόν οι μισές από τις αγωγές κατατέθηκαν από αυτόχθονες πληθυσμούς, με το 49% αυτών να σχετίζεται με παραβιάσεις των δικαιωμάτων τους.
Η Ελοντί Άμπα, ανώτερη νομική ερευνήτρια του BHRRC, σχολίασε πως «οι αγωγές, παρότι συχνά αποτελούν έσχατη λύση, έχουν εξελιχθεί σε ισχυρό εργαλείο για όσους αποκλείονται από τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων».
Διευκρίνισε ότι αυτές οι προσφυγές «δεν συνιστούν απόρριψη της κλιματικής δράσης· είναι μια απαίτηση για δίκαιη μετάβαση».
Ο ΙΕΑ έχει καταγράψει σχεδόν 200 εθνικές πολιτικές και στρατηγικές που σχετίζονται με τα κρίσιμα ορυκτά, γεγονός που δείχνει ότι πολλές χώρες προχωρούν στη δημιουργία εξειδικευμένου νομικού πλαισίου για την εξορυκτική δραστηριότητα.
Ωστόσο, για να διασφαλιστεί ότι η εξόρυξη αυτών των ορυκτών δεν θα προκαλέσει ανεπανόρθωτη περιβαλλοντική ζημιά ή θα παραβιάσει ανθρώπινα δικαιώματα, είναι απαραίτητη η θέσπιση αυστηρότερων διεθνών κανόνων και ρυθμίσεων.
Καθώς η παγκόσμια κοινότητα απομακρύνεται από τα ορυκτά καύσιμα και στρέφεται προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας για τον περιορισμό της υπερθέρμανσης του πλανήτη, δεν πρέπει να υποπέσουμε στο σφάλμα της αντικατάστασης ενός επιβλαβούς συστήματος με ένα άλλο, χωρίς προηγουμένως να έχουμε λάβει υπόψη και να έχουμε μετριάσει τις πιθανές αρνητικές συνέπειες.
www.worldenergynews.gr






