Η επιτάχυνση των αμερικανικών εξαγωγών αναμένεται να ενισχύσει την γεωπολιτική επιρροή των ΗΠΑ, σε μια περίοδο που η Ευρώπη προσπαθεί να εγκαταλείψει το ρωσικό φυσικό αέριο έως το 2027
Η εμπορική συμφωνία ΗΠΑ-ΕΕ προβλέπει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα αγοράζει αμερικανική ενέργεια αξίας 250 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως για τα επόμενα τρία χρόνια.
Αν και η αύξηση της προσφοράς ενέργειας από τις Ηνωμένες Πολιτείες θα ενίσχυε την ευρωπαϊκή πορεία απεξάρτησης από τις ρωσικές εισαγωγές, οι αναγκαίες ποσότητες για την επίτευξη του στόχου κρίνονται από αναλυτές ως μη ρεαλιστικές.
Οι εξαγωγείς και αναπτυξιακοί φορείς του αμερικανικού LNG αξιοποιούν τη δυναμική που δημιουργεί το τέλος του μορατόριουμ της εποχής Μπάιντεν για την έγκριση νέων έργων, ενώ η κυβέρνηση Τραμπ δείχνει πρόθυμη να στηρίξει νέες συμφωνίες πώλησης φυσικού αερίου, όπως το μεγαλεπήβολο project στην Αλάσκα.
Η αμερικανική ενέργεια αναδεικνύεται σε νικητή της συμφωνίας, η οποία μειώνει τους δασμούς στα περισσότερα ευρωπαϊκά προϊόντα στο 15%, ποσοστό που είναι το μισό από αυτό που αρχικά είχε προταθεί.
Ωστόσο, για να επιτευχθεί ο στόχος των 750 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε εισαγωγές ενέργειας από τις ΗΠΑ μέσα σε τρία χρόνια, θα απαιτηθεί δραματική αύξηση των εξαγωγών LNG, οι οποίες ήδη κινούνται σε ιστορικά υψηλά επίπεδα.
Ενισχυμένη η γεωπολιτική επιρροή των ΗΠΑ
Η επιτάχυνση των αμερικανικών εξαγωγών αναμένεται να ενισχύσει την γεωπολιτική επιρροή των ΗΠΑ, σε μια περίοδο που η Ευρώπη προσπαθεί να εγκαταλείψει το ρωσικό φυσικό αέριο έως το 2027.
Όμως, οι αναλυτές αμφισβητούν τη δυνατότητα της αμερικανικής βιομηχανίας να τριπλασιάσει τις εξαγωγές της σε πετρέλαιο, φυσικό αέριο και άνθρακα, ώστε να ανταποκριθεί στους όρους της συμφωνίας.
Σύμφωνα με την Υπηρεσία Πληροφοριών Ενέργειας των ΗΠΑ (EIA), το 2024 σημειώθηκαν ρεκόρ στις εξαγωγές προϊόντων πετρελαίου, αργού και φυσικού αερίου.
Συνολικά, η αξία των ενεργειακών εξαγωγών των ΗΠΑ σε όλο τον πλανήτη, ανήλθε σε περίπου 318 δισεκατομμύρια δολάρια.
Από αυτά, η ΕΕ εισήγαγε ενέργεια αξίας 76 δισεκατομμυρίων δολαρίων, σύμφωνα με υπολογισμούς του Reuters που βασίζονται σε δεδομένα της Eurostat.
Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να τριπλασιάσει τις εισαγωγές της, κάτι που θεωρείται απίθανο.
Παρά τα διαδοχικά ρεκόρ στις εξαγωγές LNG, η ικανότητα των ΗΠΑ να αυξήσουν ουσιαστικά την προσφορά τους στο άμεσο ή μεσοπρόθεσμο μέλλον είναι περιορισμένη.
Η εξαγωγική ικανότητα αυξάνεται σταδιακά, καθώς παλαιότερα εγκεκριμένες εγκαταστάσεις τίθενται τώρα σε λειτουργία, αλλά η κατασκευή νέων υποδομών, παρά τις τελικές επενδυτικές αποφάσεις της εποχής Τραμπ, απαιτεί χρόνια για να ολοκληρωθεί.
Το υφιστάμενο δίκτυο των ΗΠΑ φτάνει τα όριά του, ενώ η δέσμευση της ΕΕ για αυξημένες εισαγωγές LNG και άλλων μορφών ενέργειας κινδυνεύει να δημιουργήσει τεχνητή ζήτηση που δεν αντανακλά τις πραγματικές ανάγκες της αγοράς.
Στις αμερικανικές…αγκάλες η Ευρώπη
«Οι εισαγωγές αμερικανικής ενέργειας θα διαφοροποιήσουν τις πηγές εφοδιασμού μας και θα ενισχύσουν την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης», δήλωσε την περασμένη εβδομάδα η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, σχολιάζοντας τη συμφωνία.
«Θα αντικαταστήσουμε το ρωσικό αέριο και πετρέλαιο με σημαντικές εισαγωγές αμερικανικού LNG, πετρελαίου και πυρηνικών καυσίμων».
Η δραματική αύξηση των ευρωπαϊκών εισαγωγών αμερικανικού LNG, όπως προβλέπεται στη νέα εμπορική συμφωνία ΗΠΑ-ΕΕ, απαιτεί αντίστοιχα δραστική ενίσχυση της εξαγωγικής ικανότητας των Ηνωμένων Πολιτειών.
Ωστόσο, σύμφωνα με την τελευταία ετήσια έκθεση του Γραφείου Ενεργειακών Προβλέψεων (EIA), όλη η αύξηση της εξαγωγικής δυναμικότητας έως το 2028 θα προέλθει αποκλειστικά από εγκαταστάσεις που είτε λειτουργούν ήδη είτε βρίσκονται υπό κατασκευή και είχαν ανακοινωθεί μέχρι τον Ιούνιο του 2024.
Οι εξαγωγές LNG των ΗΠΑ αυξάνονται σταθερά από το 2016, οπότε και ανήλθαν σε 0,5 δισεκατομμύρια κυβικά πόδια την ημέρα (Bcf/d), φτάνοντας τα 11,9 Bcf/d το 2024.
Αυτή η εκρηκτική άνοδος έχει καταστήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες τον μεγαλύτερο εξαγωγέα LNG παγκοσμίως για τα έτη 2023 και 2024.
Η τάση αναμένεται να συνεχιστεί, καθώς νέα έργα όπως το Plaquemines LNG, το τρίτο στάδιο του Corpus Christi LNG και το Golden Pass LNG πρόκειται να τεθούν σταδιακά σε λειτουργία.
Οι εγκαταστάσεις αυτές προσθέτουν ονομαστική εξαγωγική δυναμικότητα 5,3 Bcf/d (με δυνατότητα αιχμής έως 6,3 Bcf/d), γεγονός που μεταφράζεται σε αύξηση σχεδόν 50% της σημερινής αμερικανικής δυναμικότητας μόλις ολοκληρωθούν πλήρως.
Ωστόσο, σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, η δημιουργία νέας δυναμικότητας εξαγωγών LNG μεταξύ 2030 και 2050 θα μπορούσε να φτάσει ετησίως έως και τα 0,8 τρισεκατομμύρια κυβικά πόδια, και μόνο αν αυτό είναι οικονομικά βιώσιμο, όπως τονίζει η αμερικανική διοίκηση.
Ακόμα κι αν όλα τα υπόλοιπα έργα που έχουν προταθεί ή ανακοινωθεί εγκρίνονταν άμεσα, δεν θα προλάβαιναν να συμβάλουν ουσιαστικά στην αύξηση των εξαγωγών εντός της τριετίας που προβλέπει η συμφωνία με την ΕΕ.
Η Ευρώπη έχει ήδη καταστεί ένας από τους βασικότερους αγοραστές αμερικανικού LNG, ωστόσο το ευέλικτο μοντέλο πώλησης χωρίς γεωγραφικούς περιορισμούς οδηγεί συχνά τους εξαγωγείς σε αγορές με υψηλότερες τιμές, κυρίως στην Ασία.
Εκεί, χώρες όπως η Ιαπωνία και η Ινδία ανταγωνίζονται ευθέως την Ευρώπη, δεσμευόμενες για μελλοντικές εισαγωγές προκειμένου να εξασφαλίσουν καλύτερους εμπορικούς όρους και μειώσεις δασμών.
Με απλά λόγια, η άνθηση των αμερικανικών εξαγωγών LNG δεν επαρκεί για να βοηθήσει την Ευρώπη να τριπλασιάσει τις εισαγωγές της, όπως προβλέπεται από τη συμφωνία.
Ο ανταγωνισμός Ευρώπης-Ασίας για την εξασφάλιση αμερικανικού LNG θα έχει αναπόφευκτα επιπτώσεις στις τιμές.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, η αυξημένη ζήτηση μπορεί να οδηγήσει σε άνοδο των τιμών LNG, γεγονός που ενδέχεται να παρακινήσει περισσότερους Αμερικανούς παραγωγούς να στραφούν στις εξαγωγές.
Αυτό, με τη σειρά του, θα μειώσει τη διαθεσιμότητα φυσικού αερίου στην εσωτερική αγορά των ΗΠΑ, οδηγώντας σε αύξηση του κόστους ενέργειας για τους Αμερικανούς καταναλωτές – ένα ενδεχόμενο που η κυβέρνηση Τραμπ επιθυμεί να αποφύγει.
Αν και η αύξηση της προσφοράς ενέργειας από τις Ηνωμένες Πολιτείες θα ενίσχυε την ευρωπαϊκή πορεία απεξάρτησης από τις ρωσικές εισαγωγές, οι αναγκαίες ποσότητες για την επίτευξη του στόχου κρίνονται από αναλυτές ως μη ρεαλιστικές.
Οι εξαγωγείς και αναπτυξιακοί φορείς του αμερικανικού LNG αξιοποιούν τη δυναμική που δημιουργεί το τέλος του μορατόριουμ της εποχής Μπάιντεν για την έγκριση νέων έργων, ενώ η κυβέρνηση Τραμπ δείχνει πρόθυμη να στηρίξει νέες συμφωνίες πώλησης φυσικού αερίου, όπως το μεγαλεπήβολο project στην Αλάσκα.
Η αμερικανική ενέργεια αναδεικνύεται σε νικητή της συμφωνίας, η οποία μειώνει τους δασμούς στα περισσότερα ευρωπαϊκά προϊόντα στο 15%, ποσοστό που είναι το μισό από αυτό που αρχικά είχε προταθεί.
Ωστόσο, για να επιτευχθεί ο στόχος των 750 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε εισαγωγές ενέργειας από τις ΗΠΑ μέσα σε τρία χρόνια, θα απαιτηθεί δραματική αύξηση των εξαγωγών LNG, οι οποίες ήδη κινούνται σε ιστορικά υψηλά επίπεδα.
Ενισχυμένη η γεωπολιτική επιρροή των ΗΠΑ
Η επιτάχυνση των αμερικανικών εξαγωγών αναμένεται να ενισχύσει την γεωπολιτική επιρροή των ΗΠΑ, σε μια περίοδο που η Ευρώπη προσπαθεί να εγκαταλείψει το ρωσικό φυσικό αέριο έως το 2027.
Όμως, οι αναλυτές αμφισβητούν τη δυνατότητα της αμερικανικής βιομηχανίας να τριπλασιάσει τις εξαγωγές της σε πετρέλαιο, φυσικό αέριο και άνθρακα, ώστε να ανταποκριθεί στους όρους της συμφωνίας.
Σύμφωνα με την Υπηρεσία Πληροφοριών Ενέργειας των ΗΠΑ (EIA), το 2024 σημειώθηκαν ρεκόρ στις εξαγωγές προϊόντων πετρελαίου, αργού και φυσικού αερίου.
Συνολικά, η αξία των ενεργειακών εξαγωγών των ΗΠΑ σε όλο τον πλανήτη, ανήλθε σε περίπου 318 δισεκατομμύρια δολάρια.
Από αυτά, η ΕΕ εισήγαγε ενέργεια αξίας 76 δισεκατομμυρίων δολαρίων, σύμφωνα με υπολογισμούς του Reuters που βασίζονται σε δεδομένα της Eurostat.
Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να τριπλασιάσει τις εισαγωγές της, κάτι που θεωρείται απίθανο.
Παρά τα διαδοχικά ρεκόρ στις εξαγωγές LNG, η ικανότητα των ΗΠΑ να αυξήσουν ουσιαστικά την προσφορά τους στο άμεσο ή μεσοπρόθεσμο μέλλον είναι περιορισμένη.
Η εξαγωγική ικανότητα αυξάνεται σταδιακά, καθώς παλαιότερα εγκεκριμένες εγκαταστάσεις τίθενται τώρα σε λειτουργία, αλλά η κατασκευή νέων υποδομών, παρά τις τελικές επενδυτικές αποφάσεις της εποχής Τραμπ, απαιτεί χρόνια για να ολοκληρωθεί.
Το υφιστάμενο δίκτυο των ΗΠΑ φτάνει τα όριά του, ενώ η δέσμευση της ΕΕ για αυξημένες εισαγωγές LNG και άλλων μορφών ενέργειας κινδυνεύει να δημιουργήσει τεχνητή ζήτηση που δεν αντανακλά τις πραγματικές ανάγκες της αγοράς.
Στις αμερικανικές…αγκάλες η Ευρώπη
«Οι εισαγωγές αμερικανικής ενέργειας θα διαφοροποιήσουν τις πηγές εφοδιασμού μας και θα ενισχύσουν την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης», δήλωσε την περασμένη εβδομάδα η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, σχολιάζοντας τη συμφωνία.
«Θα αντικαταστήσουμε το ρωσικό αέριο και πετρέλαιο με σημαντικές εισαγωγές αμερικανικού LNG, πετρελαίου και πυρηνικών καυσίμων».
Η δραματική αύξηση των ευρωπαϊκών εισαγωγών αμερικανικού LNG, όπως προβλέπεται στη νέα εμπορική συμφωνία ΗΠΑ-ΕΕ, απαιτεί αντίστοιχα δραστική ενίσχυση της εξαγωγικής ικανότητας των Ηνωμένων Πολιτειών.
Ωστόσο, σύμφωνα με την τελευταία ετήσια έκθεση του Γραφείου Ενεργειακών Προβλέψεων (EIA), όλη η αύξηση της εξαγωγικής δυναμικότητας έως το 2028 θα προέλθει αποκλειστικά από εγκαταστάσεις που είτε λειτουργούν ήδη είτε βρίσκονται υπό κατασκευή και είχαν ανακοινωθεί μέχρι τον Ιούνιο του 2024.
Οι εξαγωγές LNG των ΗΠΑ αυξάνονται σταθερά από το 2016, οπότε και ανήλθαν σε 0,5 δισεκατομμύρια κυβικά πόδια την ημέρα (Bcf/d), φτάνοντας τα 11,9 Bcf/d το 2024.
Αυτή η εκρηκτική άνοδος έχει καταστήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες τον μεγαλύτερο εξαγωγέα LNG παγκοσμίως για τα έτη 2023 και 2024.
Η τάση αναμένεται να συνεχιστεί, καθώς νέα έργα όπως το Plaquemines LNG, το τρίτο στάδιο του Corpus Christi LNG και το Golden Pass LNG πρόκειται να τεθούν σταδιακά σε λειτουργία.
Οι εγκαταστάσεις αυτές προσθέτουν ονομαστική εξαγωγική δυναμικότητα 5,3 Bcf/d (με δυνατότητα αιχμής έως 6,3 Bcf/d), γεγονός που μεταφράζεται σε αύξηση σχεδόν 50% της σημερινής αμερικανικής δυναμικότητας μόλις ολοκληρωθούν πλήρως.
Ωστόσο, σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, η δημιουργία νέας δυναμικότητας εξαγωγών LNG μεταξύ 2030 και 2050 θα μπορούσε να φτάσει ετησίως έως και τα 0,8 τρισεκατομμύρια κυβικά πόδια, και μόνο αν αυτό είναι οικονομικά βιώσιμο, όπως τονίζει η αμερικανική διοίκηση.
Ακόμα κι αν όλα τα υπόλοιπα έργα που έχουν προταθεί ή ανακοινωθεί εγκρίνονταν άμεσα, δεν θα προλάβαιναν να συμβάλουν ουσιαστικά στην αύξηση των εξαγωγών εντός της τριετίας που προβλέπει η συμφωνία με την ΕΕ.
Η Ευρώπη έχει ήδη καταστεί ένας από τους βασικότερους αγοραστές αμερικανικού LNG, ωστόσο το ευέλικτο μοντέλο πώλησης χωρίς γεωγραφικούς περιορισμούς οδηγεί συχνά τους εξαγωγείς σε αγορές με υψηλότερες τιμές, κυρίως στην Ασία.
Εκεί, χώρες όπως η Ιαπωνία και η Ινδία ανταγωνίζονται ευθέως την Ευρώπη, δεσμευόμενες για μελλοντικές εισαγωγές προκειμένου να εξασφαλίσουν καλύτερους εμπορικούς όρους και μειώσεις δασμών.
Με απλά λόγια, η άνθηση των αμερικανικών εξαγωγών LNG δεν επαρκεί για να βοηθήσει την Ευρώπη να τριπλασιάσει τις εισαγωγές της, όπως προβλέπεται από τη συμφωνία.
Ο ανταγωνισμός Ευρώπης-Ασίας για την εξασφάλιση αμερικανικού LNG θα έχει αναπόφευκτα επιπτώσεις στις τιμές.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, η αυξημένη ζήτηση μπορεί να οδηγήσει σε άνοδο των τιμών LNG, γεγονός που ενδέχεται να παρακινήσει περισσότερους Αμερικανούς παραγωγούς να στραφούν στις εξαγωγές.
Αυτό, με τη σειρά του, θα μειώσει τη διαθεσιμότητα φυσικού αερίου στην εσωτερική αγορά των ΗΠΑ, οδηγώντας σε αύξηση του κόστους ενέργειας για τους Αμερικανούς καταναλωτές – ένα ενδεχόμενο που η κυβέρνηση Τραμπ επιθυμεί να αποφύγει.
www.worldenergynews.gr






