Ελλείψει κατάλληλων υποδομών αποθήκευσης και δικτύων, σημαντικές ποσότητες παραγόμενης ενέργειας παραμένουν ανεκμετάλλευτες, καθώς δεν μπορούν ούτε να χρησιμοποιηθούν άμεσα ούτε να διατηρηθούν για μελλοντική χρήση — γεγονός που συνεπάγεται απώλειες ευκαιριών και εντείνει την οικονομική αβεβαιότητα των έργων ΑΠΕ
Πράσινη μετάβαση δίχως μπαταρίες δεν γίνεται. Η αποθήκευση ενέργειας βρίσκεται στο επίκεντρο της λύσης που απαιτούν οι προκλήσεις που απορρέουν από τη ραγδαία ανάπτυξη των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) η οποία συνοδεύεται από νέες τεχνικές απαιτήσεις και σύνθετα τεχνοοικονομικά ζητήματα και καθίσταται επιτακτικό να αντιμετωπιστούν άμεσα. Υπό το σημερινό ρυθμιστικό και οικονομικό πλαίσιο, αναδεικνύεται ως ζωτικής σημασίας η εγκατάσταση και λειτουργία συστημάτων αποθήκευσης ενέργειας, με γνώμονα ένα ξεκάθαρο και ασφαλές κανονιστικό περιβάλλον.
Η ανάγκη ωστόσο για την άμεση ενσωμάτωση λύσεων αποθήκευσης δεν είναι απλώς τεχνική, αλλά ζήτημα διαχειριστικής βιωσιμότητας του ενεργειακού συστήματος.
Το πλήθος των υφιστάμενων και υπό ανάπτυξη έργων ΑΠΕ στη χώρα έχει φτάσει πλέον σε μη διαχειρίσιμα επίπεδα. Ήδη στο τέλος του 2024 είχαν εγκατασταθεί 15 GW (γιγαβάτ) ΑΠΕ εκ των οποίων 5,5 GW αιολικά. Μόνο το 2024 εγκαταστάθηκαν 2,5 GW φωτοβολταϊκά και 125 MW (μεγαβάτ) αιολικά.
Τους πρώτους μήνες του 2025 προστέθηκε επιπλέον 1 GW φωτοβολταϊκών, ενώ στο τέλος της χρονιάς η εγκατεστημένη ισχύς των φωτοβολταϊκών εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει τα 3 GW. Όσον αφορά τα υπό ανάπτυξη έργα, αυτή τη στιγμή υπάρχουν 9.500 με 11.000 MW.
Παράλληλα, εκκρεμούν αιτήσεις για όρους σύνδεσης για νέα έργα συνολικής ισχύος άνω των 40 GW. Το άθροισμα εκτοξεύει τον συνολικό ενεργειακό σχεδιασμό στις ΑΠΕ περί τα 70 GW — αριθμός που δεν περιλαμβάνει μελλοντικά έργα που αναμένεται να κατατεθούν.
Η αποθήκευση σε ρόλο μονάδων βάσης
Η διαχείριση αυτής της δυναμικής προϋποθέτει άμεσα και αποφασιστικά βήματα, με την αποθήκευση ενέργειας να αποτελεί πλέον όχι επιλογή, αλλά αναγκαιότητα για την ασφαλή και αποδοτική ενσωμάτωση των ΑΠΕ στο εθνικό δίκτυο.
Οι σταθμοί αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας θα μπορούν να αναλαμβάνουν τον ρόλο των συμβατικών μονάδων τις ώρες αιχμής, καλύπτοντας τη ζήτηση με αποθηκευμένη ενέργεια. Η φόρτισή τους θα πραγματοποιείται κυρίως κατά τις μεσημεριανές ώρες, όταν η παραγωγή από ΑΠΕ κορυφώνεται και είναι πιο φθηνή και πολλές φορές με μηδενική ή και αρνητική τιμή. Μια παραγωγή η οποία ήδη σήμερα, και σε αυξανόμενο βαθμό στο μέλλον, περισσεύει και απορρίπτεται. Ελλείψει κατάλληλων υποδομών αποθήκευσης και δικτύων, σημαντικές ποσότητες παραγόμενης ενέργειας παραμένουν ανεκμετάλλευτες, καθώς δεν μπορούν ούτε να χρησιμοποιηθούν άμεσα ούτε να διατηρηθούν για μελλοντική χρήση — γεγονός που συνεπάγεται απώλειες ευκαιριών και εντείνει την οικονομική αβεβαιότητα των έργων ΑΠΕ.
Ιερό δισκοπότηρο της ενεργειακής μετάβασης
Απαραίτητες είναι οι λύσεις αποθήκευσης βιομηχανικής κλίμακας, τόσο ως αυτόνομα έργα (standalone συστήματα) όσο και σε συνδυασμό με φωτοβολταϊκές εγκαταστάσεις αλλά και τα υβριδικά ενεργειακά σχήματα. Όπως έχει αναφέρει στο παρελθόν και ο Νίκος Παπαπέτρου, executive director στην M Renewables της εταιρείας, η αποθήκευση αποτελεί το ιερό δισκοπότηρο της ενεργειακής μετάβασης.
Ζωτικής σημασίας αποτελεί η θέσπιση κατάλληλων κινήτρων τόσο στο στάδιο της αδειοδότησης νέων μονάδων αποθήκευσης (μπαταριών), όσο και κατά τη φάση της λειτουργίας τους, ώστε οι σταθμοί αυτοί να συμβάλλουν ουσιαστικά και στην αποσυμφόρηση των δικτύων, ιδιαίτερα σε περιοχές όπου παρατηρείται κορεσμός. Είναι αξιοσημείωτο ότι σε χώρες όπως η Γερμανία, για την εξασφάλιση της εύρυθμης και ασφαλούς λειτουργίας του συστήματος, έχει δοκιμαστεί και το μοντέλο ανάπτυξης και λειτουργίας συστημάτων αποθήκευσης απευθείας από τον Διαχειριστή του Συστήματος, με στόχο τη βέλτιστη αξιοποίησή τους σε κρίσιμες στιγμές.
Στην παρούσα φάση, η ελληνική αγορά δεν διαθέτει εν λειτουργία σύγχρονους σταθμούς αποθήκευσης ενέργειας, με εξαίρεση τα παλαιότερα υδροηλεκτρικά έργα με δυνατότητα άντλησης, συνολικής εγκατεστημένης ισχύος περίπου 700 MW της ΔΕΗ.
Το γεγονός αυτό αναδεικνύει τα όρια του υφιστάμενου ηλεκτρικού συστήματος, το οποίο πλέον δυσκολεύεται να διαχειριστεί την αυξημένη διείσδυση των ΑΠΕ. Ενδεικτικά της πίεσης που δέχεται το σύστημα είναι οι ολοένα συχνότερες περικοπές παραγωγής από Ανανεώσιμες Πηγές, καθώς και η εμφάνιση μηδενικών ή και αρνητικών τιμών στη χονδρεμπορική αγορά της επόμενης ημέρας — εξέλιξη που γεννά σοβαρές προκλήσεις για τη σταθερότητα και τη βιωσιμότητα της ενεργειακής μετάβασης.
Οι διαγωνισμοί και η πρόσκληση
Ένα σημαντικό ορόσημο για την αποθήκευση ενέργειας στην Ελλάδα αποτελεί το πρόγραμμα στήριξης για αυτόνομα (stand-alone) συστήματα με μπαταρίες, μέσω των τριών διαγωνισμών της ΡΑΑΕΥ. Ωστόσο, η υλοποίηση των πρώτων έργων αποθήκευσης ενέργειας καθυστερεί, παρατείνοντας την αναμονή για την πολυπόθητη ευελιξία και ενίσχυση της ασφάλειας στο εγχώριο ενεργειακό σύστημα.
Σύμφωνα με πηγές της αγοράς, οι εταιρείες που προκρίθηκαν στον πρώτο διαγωνισμό για επιδότηση των έργων αποθήκευσης δεν θα καταφέρουν να ολοκληρώσουν και να διασυνδέσουν τα έργα τους εγκαίρως. Γι΄ αυτό ζητούν παράταση έως τον Ιούλιο του 2026.
Κύριο εμπόδιο είναι οι όροι σύνδεσης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα των καθυστερήσεων αποτελεί η περίπτωση των επιτυχόντων του πρώτου διαγωνισμού αποθήκευσης (Αύγουστος 2023), οι οποίοι τελικά εξασφάλισαν Σύμβαση Σύνδεσης μόλις εντός του Β΄ τριμήνου του 2025. Δηλαδή, σχεδόν 20 μήνες μετά την ανακοίνωση των οριστικών αποτελεσμάτων και μόλις πέντε μήνες πριν από την κρίσιμη προθεσμία της 30ής Σεπτεμβρίου 2025, όταν και απαιτείται η υποβολή δήλωσης ετοιμότητας. Η δήλωση αυτή αποτελεί προϋπόθεση για την έναρξη λειτουργίας των έργων έως τις 31 Δεκεμβρίου 2025, όπως προβλέπεται από το χρονοδιάγραμμα. Πάντως, προς το παρόν δεν έχει ληφθεί απόφαση από το ΥΠΕΝ για παράταση στα έργα των διαγωνισμών.
Επίσης, λόγω της υποτονικότητας που καταγράφεται και στην πρόσκληση του ΥΠΕΝ για αιτήματα χορήγησης Οριστικής Προσφοράς Σύνδεσης για εγκατάσταση μεμονωμένων σταθμών αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας (stand alone) δόθηκε νέα προθεσμία έως την 30η Σεπτεμβρίου του 2025, για όλες τις ομάδες έργων.
Νέα αγορά για υπηρεσίες στο δίκτυο
Πάντως, οι μπαταρίες δεν αποφέρουν τα κύρια έσοδά τους από την αγοραπωλησία ενέργειας, αλλά κυρίως μέσω της παροχής υπηρεσιών υποστήριξης προς το δίκτυο. Και στην Ελλάδα, δεν υπάρχουν ανεπτυγμένες τέτοιες αγορές, αλλά είναι απαραίτητο να δημιουργηθούν, ώστε τα έργα αποθήκευσης να καταστούν οικονομικά βιώσιμα και λειτουργικά αποτελεσματικά. Γι΄ αυτό και η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ εξετάζει τη δυνατότητα δημιουργίας τέτοιων αγορών.
www.worldenergynews.gr






