Οι στρατηγικές επιλογές της Ελλάδας στα ενεργειακά δεν αλλάζουν θεμελιωδώς, επισημαίνει η πρώην υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας
Η Ευρώπη πέτυχε όλα τα προηγούμενα χρόνια το στόχο που έθεσε ώστε να γίνει πρωταγωνιστής στη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Η πτώση τους υπήρξε ραγδαία στην ήπειρό μας και συνδυάστηκε με ταυτόχρονη άνοδο του ΑΕΠ. Έτσι, η Ε.Ε. έδειξε σε όλους ότι η πράσινη ανάπτυξη είναι ένα ρεαλιστικό και επιτεύξιμο εγχείρημα. Κατ' επέκταση, το πρόβλημα της Ευρώπης βρίσκεται όχι στην κεντρική της επιλογή για απανθρακοποίηση, αλλά στις επιμέρους αποτυχίες της πολιτικής της.
Η ανάπτυξη των ΑΠΕ και της αποθήκευσης ενέργειας έγινε μέχρι σήμερα κυρίως με εξοπλισμό made in China, καθώς οι ευρωπαϊκοί όμιλοι δεν μπόρεσαν να φανούν ανταγωνιστικοί. Συνολικά στην καινοτομία η Ε.Ε. έχασε έδαφος και αυτό αφορά όχι μόνο τις ενεργειακές τεχνολογίες, αλλά και την ψηφιοποίηση και την πληροφορική, όπου οι ΗΠΑ και η Κίνα κατέχουν τα πρωτεία.
Επίσης, σε πολλές περιπτώσεις το ενεργειακό κόστος για τον καταναλωτή υπήρξε δυσβάσταχτο, με αποκορύφωμα την ενεργειακή κρίση του 2022. Η Ευρώπη δεν φρόντισε να συμπληρώσει τις πράσινες πολιτικές με ένα δίχτυ προστασίας ή με έγκαιρα προληπτικά μέτρα. Εν τέλει το πλήρωσε ακριβά με αποβιομηχάνιση, απώλεια ανταγωνιστικότητας και επιδείνωση της ενεργειακής φτώχειας.
Ταυτόχρονα, υπήρξαν αστοχίες στον κεντρικό σχεδιασμό, με υιοθέτηση πολλών διαφορετικών στόχων στις ΑΠΕ, την εξοικονόμηση και τους ρύπους, που λειτούργησαν ανασταλτικά και δεν βοήθησαν τα κράτη-μέλη.
Κατ΄επέκταση, η όποια βιασύνη ή παιδικές ασθένειες χαρακτήρισαν την πρώτη φάση της ενεργειακής μετάβασης, πρέπει τώρα να διορθωθούν. Η ελληνική κυβέρνηση δίνει το παράδειγμα ποικιλοτρόπως μέσα από τις μεταρρυθμίσεις που προωθεί:
Αρχικά το ΥΠΕΝ αναθεώρησε το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), αντλώντας πολύτιμα συμπεράσματα από τις κρίσεις των τελευταίων ετών. Πλέον, γνώμονας είναι η εκμετάλλευση των φθηνότερων και πιο επωφελών τεχνολογιών που είναι διαθέσιμες ανά πάσα στιγμή. Σήμερα οι λύσεις είναι τα αιολικά, τα φωτοβολταϊκά και η αποθήκευση. Τις επόμενες δεκαετίες θα πλαισιωθούν σταδιακά από τα εναλλακτικά καύσιμα, το πράσινο υδρογόνο και τη δέσμευση άνθρακα, καθώς θα ωριμάζουν βήμα-βήμα.
Η παραπάνω κεντρική επιλογή σημαίνει ταυτόχρονα ότι η ανάπτυξη των πράσινων τεχνολογιών θα προχωρήσει από εδώ και πέρα δίχως επιδοτήσεις πλην ελαχίστων εξαιρέσεων. Ο καταναλωτής δεν θα επωμίζεται το βάρος, ενώ χρόνο με το χρόνο οι ΑΠΕ μαζί με τις διασυνδέσεις και την αποθήκευση θα ρίχνουν το ενεργειακό κόστος σε μόνιμη βάση. Προς την ίδια κατεύθυνση συμβάλλει και η διαδικασία της απολιγνιτοποίησης που εξελίσσεται με βάση συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα.
Στον τομέα του φυσικού αερίου, η Ελλάδα εξακολουθεί να τάσσεται υπέρ της σταδιακής του απομάκρυνσης από το ενεργειακό μείγμα. Αυτό που αλλάζει σε σχέση με πριν είναι ότι έχουμε κάθε λόγο να εκμεταλλευτούμε στο μεσοδιάστημα τα όποια αποθέματα υπάρχουν στον ελληνικό χώρο, αντί να εισάγουμε πανάκριβο αέριο από το εξωτερικό.
Με βάση τα παραπάνω, οι στρατηγικές επιλογές της Ελλάδας στα ενεργειακά δεν αλλάζουν θεμελιωδώς: Η χώρα μας θέλει να εκμεταλλευτεί τις εγχώριες πηγές, να ρίξει το κόστος, να ενισχύσει την ενεργειακή ασφάλεια και το διεθνή της ρόλο. Η νέα προσέγγιση αφορά ρεαλιστικότερα και πιο κοστοστρεφή μέτρα, αφήνοντας έξω τυχόν ακριβά "πειράματα" και μειώνοντας το ρίσκο.
Προς την ίδια κατεύθυνση δείχνουν να πορεύονται και οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, γεγονός που δικαιώνει τις επιλογές μας. Η ελληνική κυβέρνηση έχει ταχθεί ήδη υπέρ μιας απλοποίησης των κλιματικών και ενεργειακών στόχων της Ε.Ε., καθώς και για δομικές αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας της αγοράς για τη διαμόρφωση πιο δίκαιων τιμών, ιδίως στην περιοχή της ΝΑ Ευρώπης.
Μέσα από την ορθολογικοποίηση της ευρωπαϊκής πολιτικής και τα νέα εγχώρια μέτρα, σύντομα θα δούμε να διαμορφώνονται πολύ καλύτερες συνθήκες για τους καταναλωτές, με διατήρηση της υψηλής κλιματικής μας φιλοδοξίας.
Η ανάπτυξη των ΑΠΕ και της αποθήκευσης ενέργειας έγινε μέχρι σήμερα κυρίως με εξοπλισμό made in China, καθώς οι ευρωπαϊκοί όμιλοι δεν μπόρεσαν να φανούν ανταγωνιστικοί. Συνολικά στην καινοτομία η Ε.Ε. έχασε έδαφος και αυτό αφορά όχι μόνο τις ενεργειακές τεχνολογίες, αλλά και την ψηφιοποίηση και την πληροφορική, όπου οι ΗΠΑ και η Κίνα κατέχουν τα πρωτεία.
Επίσης, σε πολλές περιπτώσεις το ενεργειακό κόστος για τον καταναλωτή υπήρξε δυσβάσταχτο, με αποκορύφωμα την ενεργειακή κρίση του 2022. Η Ευρώπη δεν φρόντισε να συμπληρώσει τις πράσινες πολιτικές με ένα δίχτυ προστασίας ή με έγκαιρα προληπτικά μέτρα. Εν τέλει το πλήρωσε ακριβά με αποβιομηχάνιση, απώλεια ανταγωνιστικότητας και επιδείνωση της ενεργειακής φτώχειας.
Ταυτόχρονα, υπήρξαν αστοχίες στον κεντρικό σχεδιασμό, με υιοθέτηση πολλών διαφορετικών στόχων στις ΑΠΕ, την εξοικονόμηση και τους ρύπους, που λειτούργησαν ανασταλτικά και δεν βοήθησαν τα κράτη-μέλη.
Κατ΄επέκταση, η όποια βιασύνη ή παιδικές ασθένειες χαρακτήρισαν την πρώτη φάση της ενεργειακής μετάβασης, πρέπει τώρα να διορθωθούν. Η ελληνική κυβέρνηση δίνει το παράδειγμα ποικιλοτρόπως μέσα από τις μεταρρυθμίσεις που προωθεί:
Αρχικά το ΥΠΕΝ αναθεώρησε το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), αντλώντας πολύτιμα συμπεράσματα από τις κρίσεις των τελευταίων ετών. Πλέον, γνώμονας είναι η εκμετάλλευση των φθηνότερων και πιο επωφελών τεχνολογιών που είναι διαθέσιμες ανά πάσα στιγμή. Σήμερα οι λύσεις είναι τα αιολικά, τα φωτοβολταϊκά και η αποθήκευση. Τις επόμενες δεκαετίες θα πλαισιωθούν σταδιακά από τα εναλλακτικά καύσιμα, το πράσινο υδρογόνο και τη δέσμευση άνθρακα, καθώς θα ωριμάζουν βήμα-βήμα.
Η παραπάνω κεντρική επιλογή σημαίνει ταυτόχρονα ότι η ανάπτυξη των πράσινων τεχνολογιών θα προχωρήσει από εδώ και πέρα δίχως επιδοτήσεις πλην ελαχίστων εξαιρέσεων. Ο καταναλωτής δεν θα επωμίζεται το βάρος, ενώ χρόνο με το χρόνο οι ΑΠΕ μαζί με τις διασυνδέσεις και την αποθήκευση θα ρίχνουν το ενεργειακό κόστος σε μόνιμη βάση. Προς την ίδια κατεύθυνση συμβάλλει και η διαδικασία της απολιγνιτοποίησης που εξελίσσεται με βάση συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα.
Στον τομέα του φυσικού αερίου, η Ελλάδα εξακολουθεί να τάσσεται υπέρ της σταδιακής του απομάκρυνσης από το ενεργειακό μείγμα. Αυτό που αλλάζει σε σχέση με πριν είναι ότι έχουμε κάθε λόγο να εκμεταλλευτούμε στο μεσοδιάστημα τα όποια αποθέματα υπάρχουν στον ελληνικό χώρο, αντί να εισάγουμε πανάκριβο αέριο από το εξωτερικό.
Με βάση τα παραπάνω, οι στρατηγικές επιλογές της Ελλάδας στα ενεργειακά δεν αλλάζουν θεμελιωδώς: Η χώρα μας θέλει να εκμεταλλευτεί τις εγχώριες πηγές, να ρίξει το κόστος, να ενισχύσει την ενεργειακή ασφάλεια και το διεθνή της ρόλο. Η νέα προσέγγιση αφορά ρεαλιστικότερα και πιο κοστοστρεφή μέτρα, αφήνοντας έξω τυχόν ακριβά "πειράματα" και μειώνοντας το ρίσκο.
Προς την ίδια κατεύθυνση δείχνουν να πορεύονται και οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, γεγονός που δικαιώνει τις επιλογές μας. Η ελληνική κυβέρνηση έχει ταχθεί ήδη υπέρ μιας απλοποίησης των κλιματικών και ενεργειακών στόχων της Ε.Ε., καθώς και για δομικές αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας της αγοράς για τη διαμόρφωση πιο δίκαιων τιμών, ιδίως στην περιοχή της ΝΑ Ευρώπης.
Μέσα από την ορθολογικοποίηση της ευρωπαϊκής πολιτικής και τα νέα εγχώρια μέτρα, σύντομα θα δούμε να διαμορφώνονται πολύ καλύτερες συνθήκες για τους καταναλωτές, με διατήρηση της υψηλής κλιματικής μας φιλοδοξίας.
www.worldenergynews.gr














