Ο μηχανισμός CBAM, που τίθεται σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου, αποσκοπεί στη χρέωση του άνθρακα που εκπέμπεται κατά την παραγωγή ενεργοβόρων προϊόντων τα οποία εισάγονται στην ΕΕ. Οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι ευελπιστούν ότι το μέτρο θα ενθαρρύνει πιο καθαρή βιομηχανική παραγωγή εκτός ΕΕ και θα ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων που ήδη πληρώνουν για τις εκπομπές τους
Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να μεταρρυθμίσει το Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών (ETS) ώστε να προστατεύσει την ανταγωνιστικότητα των βιομηχανιών της, καθώς ο επερχόμενος Μηχανισμός Συνοριακής Προσαρμογής Άνθρακα (CBAM) από το επόμενο έτος πιθανότατα θα αποτύχει, προειδοποίησε την Τρίτη (11/11) ο επικεφαλής του Συνδέσμου Χημικής Βιομηχανίας της Γερμανίας (VCI), Βόλφγκανγκ Γκρόσε Έντρουπ.
Μιλώντας σε δημοσιογράφους στο πλαίσιο τριμηνιαίας ενημέρωσης, ο Έντρουπ δήλωσε πως το CBAM «δεν πρόκειται να λειτουργήσει», χαρακτηρίζοντάς το «μια παράλογα γραφειοκρατική τερατουργία».
Ο μηχανισμός CBAM, που τίθεται σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου, αποσκοπεί στη χρέωση του άνθρακα που εκπέμπεται κατά την παραγωγή ενεργοβόρων προϊόντων τα οποία εισάγονται στην ΕΕ. Οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι ευελπιστούν ότι το μέτρο θα ενθαρρύνει πιο καθαρή βιομηχανική παραγωγή εκτός ΕΕ και θα ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων που ήδη πληρώνουν για τις εκπομπές τους.
Ωστόσο, ο επικεφαλής του VCI προειδοποίησε ότι οι βιομηχανίες εκτός ΕΕ θα βρουν τρόπους να παρακάμπτουν το CBAM, αναγκάζοντας τις Βρυξέλλες να μπουν σε έναν «ατέρμονο κύκλο» διορθωτικών ρυθμίσεων. Το CBAM, όπως τόνισε, προοριζόταν για να ενισχύσει –όχι να υπονομεύσει– το ETS.
Η ΕΕ σχεδιάζει την πλήρη αντικατάσταση του σημερινού συστήματος δωρεάν δικαιωμάτων εκπομπών έως το 2034, καθώς το CBAM θα εφαρμοστεί σταδιακά από το 2026. Σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες του ETS, οι δωρεάν κατανομές θα μειώνονται, ενώ οι αναλυτές προβλέπουν ότι η τιμή του δικαιώματος εκπομπών (EUA) Δεκεμβρίου 2025 θα μπορούσε να αυξηθεί από περίπου 80 ευρώ ανά τόνο σήμερα σε 100 έως 150 ευρώ ανά τόνο μέχρι το 2027.
Ορισμένες εταιρείες στην ευρύτερη περιοχή της Κολωνίας εκτιμούν ότι αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε επιπλέον κόστος έως και 250 εκατομμυρίων ευρώ σε σύγκριση με αντίστοιχες μονάδες στις Ηνωμένες Πολιτείες, πρόσθεσε ο Έντρουπ.
«Αυτά είναι βάρη που οι επιχειρήσεις δεν μπορούν να αντέξουν. Για αυτό πρέπει να συνεχιστεί η δωρεάν κατανομή δικαιωμάτων και να επιμηκυνθεί η περίοδος κατάργησης», υπογράμμισε. «Δεν ζητούμε την κατάργηση ή τη χαλάρωση του ETS — ζητούμε μια ουσιαστική μεταρρύθμισή του ώστε να μην πλήττεται η ανταγωνιστικότητα».
Κριτική στο γερμανικό σχέδιο
Στην ίδια συνέντευξη Τύπου, ο Έντρουπ επέκρινε το σχέδιο της γερμανικής κυβέρνησης για καθορισμένη βιομηχανική τιμή ρεύματος, ζητώντας πολιτική σαφήνεια και «τέλος στη ρυθμιστική παράνοια των Βρυξελλών» που, όπως είπε, αποθαρρύνει τις επενδύσεις.
Χωρίς αλλαγές, η ενεργοβόρος βιομηχανία κινδυνεύει να «εκτοπιστεί από την παγκόσμια αγορά», προειδοποίησε.
Ο επικεφαλής οικονομολόγος του VCI, Χένρικ Μάινκε, τόνισε ότι τα εργαλεία πολιτικής δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται απομονωμένα: «Όταν υπάρχει ETS, το κόστος του CO₂ αυξάνει αυτόματα και τις τιμές ηλεκτρικής ενέργειας. Είναι αλληλένδετα· δεν μπορείς να τα εξετάζεις ξεχωριστά», σημείωσε.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Γερμανικής Υπηρεσίας Περιβάλλοντος, οι βιομηχανικές εκπομπές της Γερμανίας ανήλθαν το 2024 σε 102,1 εκατομμύρια τόνους, με τη χημική βιομηχανία να ευθύνεται για περίπου 13,3% και τη χαλυβουργία για 32,4% του συνόλου.
www.worldenergynews.gr
Μιλώντας σε δημοσιογράφους στο πλαίσιο τριμηνιαίας ενημέρωσης, ο Έντρουπ δήλωσε πως το CBAM «δεν πρόκειται να λειτουργήσει», χαρακτηρίζοντάς το «μια παράλογα γραφειοκρατική τερατουργία».
Ο μηχανισμός CBAM, που τίθεται σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου, αποσκοπεί στη χρέωση του άνθρακα που εκπέμπεται κατά την παραγωγή ενεργοβόρων προϊόντων τα οποία εισάγονται στην ΕΕ. Οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι ευελπιστούν ότι το μέτρο θα ενθαρρύνει πιο καθαρή βιομηχανική παραγωγή εκτός ΕΕ και θα ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων που ήδη πληρώνουν για τις εκπομπές τους.
Ωστόσο, ο επικεφαλής του VCI προειδοποίησε ότι οι βιομηχανίες εκτός ΕΕ θα βρουν τρόπους να παρακάμπτουν το CBAM, αναγκάζοντας τις Βρυξέλλες να μπουν σε έναν «ατέρμονο κύκλο» διορθωτικών ρυθμίσεων. Το CBAM, όπως τόνισε, προοριζόταν για να ενισχύσει –όχι να υπονομεύσει– το ETS.
Η ΕΕ σχεδιάζει την πλήρη αντικατάσταση του σημερινού συστήματος δωρεάν δικαιωμάτων εκπομπών έως το 2034, καθώς το CBAM θα εφαρμοστεί σταδιακά από το 2026. Σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες του ETS, οι δωρεάν κατανομές θα μειώνονται, ενώ οι αναλυτές προβλέπουν ότι η τιμή του δικαιώματος εκπομπών (EUA) Δεκεμβρίου 2025 θα μπορούσε να αυξηθεί από περίπου 80 ευρώ ανά τόνο σήμερα σε 100 έως 150 ευρώ ανά τόνο μέχρι το 2027.
Ορισμένες εταιρείες στην ευρύτερη περιοχή της Κολωνίας εκτιμούν ότι αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε επιπλέον κόστος έως και 250 εκατομμυρίων ευρώ σε σύγκριση με αντίστοιχες μονάδες στις Ηνωμένες Πολιτείες, πρόσθεσε ο Έντρουπ.
«Αυτά είναι βάρη που οι επιχειρήσεις δεν μπορούν να αντέξουν. Για αυτό πρέπει να συνεχιστεί η δωρεάν κατανομή δικαιωμάτων και να επιμηκυνθεί η περίοδος κατάργησης», υπογράμμισε. «Δεν ζητούμε την κατάργηση ή τη χαλάρωση του ETS — ζητούμε μια ουσιαστική μεταρρύθμισή του ώστε να μην πλήττεται η ανταγωνιστικότητα».
Κριτική στο γερμανικό σχέδιο
Στην ίδια συνέντευξη Τύπου, ο Έντρουπ επέκρινε το σχέδιο της γερμανικής κυβέρνησης για καθορισμένη βιομηχανική τιμή ρεύματος, ζητώντας πολιτική σαφήνεια και «τέλος στη ρυθμιστική παράνοια των Βρυξελλών» που, όπως είπε, αποθαρρύνει τις επενδύσεις.
Χωρίς αλλαγές, η ενεργοβόρος βιομηχανία κινδυνεύει να «εκτοπιστεί από την παγκόσμια αγορά», προειδοποίησε.
Ο επικεφαλής οικονομολόγος του VCI, Χένρικ Μάινκε, τόνισε ότι τα εργαλεία πολιτικής δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται απομονωμένα: «Όταν υπάρχει ETS, το κόστος του CO₂ αυξάνει αυτόματα και τις τιμές ηλεκτρικής ενέργειας. Είναι αλληλένδετα· δεν μπορείς να τα εξετάζεις ξεχωριστά», σημείωσε.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Γερμανικής Υπηρεσίας Περιβάλλοντος, οι βιομηχανικές εκπομπές της Γερμανίας ανήλθαν το 2024 σε 102,1 εκατομμύρια τόνους, με τη χημική βιομηχανία να ευθύνεται για περίπου 13,3% και τη χαλυβουργία για 32,4% του συνόλου.
www.worldenergynews.gr






