Αλ. Λαγάκος (Blue Grid): Το LNG ως βαρόμετρο για την ενεργειακή τροφοδοσία της Ευρώπης

Αλ. Λαγάκος (Blue Grid): Το LNG ως βαρόμετρο για την ενεργειακή τροφοδοσία της Ευρώπης
Το διάστημα μέχρι το 2025 η αγορά δείχνει να παραμένει «στενή» ως προς τη σχέση προσφοράς-ζήτησης

Το 2022 για το φυσικό αέριο ήταν η χρονιά της έντονης μεταβλητότητας των τιμών, της επιβεβαίωσης του θεμελιώδους ρόλου του για το ενεργειακό μας μίγμα και της δραστικής κινητοποίησης για τον εξορθολογισμό των «θεμελιωδών» της αγοράς (market fundamentals). 

Μέσα σε ένα περίπου έτος, ένα εκρηκτικό μίγμα αβεβαιότητας, αρνητικών ειδήσεων και απρόσμενων – προσωρινών ή μόνιμων – διακοπών τροφοδοσίας οδήγησαν τη μεταβλητότητα (volatility) των τιμών σε ιστορικά υψηλά. Οι τιμές φυσικού αερίου δοκίμασαν νέα ιστορικά επίπεδα, τα οποία την στιγμή που γράφεται το παρόν άρθρο άγγιξαν ακόμη και υπερδιπλάσια επίπεδα σε σχέση με τις τρέχουσες τιμές, παρόλο που τα «θεμελιώδη» (fundamentals) της αγοράς δεν άλλαξαν δραματικά έκτοτε.

Αυτά είναι - κατά κανόνα - γνωρίσματα μίας «στενής» (tight) αγοράς, όπου ο φόβος αποκτά βαρύνουσα σημασία στη διαμόρφωση των τιμών, τόσο προς τα πάνω όταν αυτός επικρατεί, όσο και προς τα κάτω όταν τελικά αυτός διαψεύδεται από τα «θεμελιώδη», δηλαδή την πραγματική σχέση προσφοράς και ζήτησης. Γι’ αυτό, άλλωστε και η έντονη μεταβλητότητα και ανοδική πορεία των τιμών ξεκίνησε να εμφανίζεται ήδη αρκετούς μήνες πριν τη στρατιωτική επέμβαση στην Ουκρανία.

Σήμερα η ευρωπαϊκή αγορά φυσικού αερίου βρίσκεται σε μία πρωτόγνωρη και συνάμα ιδιόμορφη κατάσταση, όπου η σχέση προσφοράς-ζήτησης διαφέρει αισθητά μεταξύ διαφορετικών γεωγραφικών τμημάτων της Γηραιάς Ηπείρου. Ο λόγος που συμβαίνει αυτό είναι η έλλειψη επαρκούς δυναμικότητας διασυνοριακών οδεύσεων αερίου, καθώς και η σημαντική αύξηση εισαγωγών LNG στα κράτη με αντίστοιχη δυνατότητα.

5_62.jpg

Το 2022 ήταν το έτος των ιστορικά υψηλότερων εισαγωγών LNG προς την Ευρώπη, ως (μερικό) αντιστάθμισμα στις μειωμένες ροές από την Ρωσία, ενώ το υπόλοιπο έλλειμα καλύφθηκε από την αποκαλούμενη «καταστροφή ζήτησης» (αναγκαστική εξοικονόμηση ή προσωρινή εναλλαγή καυσίμου). Το LNG συνεχίζει μέχρι σήμερα να φτάνει στην Ευρώπη σε τιμές πιο ανταγωνιστικές ως προς τα επίπεδα τιμών TTF (του επικρατούντα δείκτη τιμών φυσικού αερίου) της Ολλανδίας. Αν σήμερα υπήρχαν αρκετοί τερματικοί σταθμοί εισαγωγής, καθώς και αρκετοί διασυνοριακοί αγωγοί, προκειμένου το LNG να μπορέσει να διαχυθεί αποτελεσματικά στην ευρωπαϊκή ενδοχώρα, τότε τα επίπεδα τιμών TTF θα είχαν σχετικά συγκρατηθεί και το μεγάλο χάσμα μεταξύ τιμών εισαγωγής LNG και TTF θα είχε συρρικνωθεί.

Υπάρχουν, λοιπόν, σήμερα επιμέρους γεωγραφικά τμήματα της Ευρώπης όπως η Ισπανία, η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο που έχουν μεγιστοποιήσει την αξιοποίηση του LNG ως προς την τροφοδοσία τους σε φυσικό αέριο και ως εκ τούτου το 2022 είδαν έως και 35% φθηνότερες τιμές ενέργειας ως προς το TTF, δηλαδή την Ολλανδία (που μέχρι πρόσφατα διέθετε μόνο ένα τερματικό) και την Γερμανία (που μόλις την προηγούμενη εβδομάδα απέκτησε το πρώτο της τερματικό).

Όσον αφορά την Ελλάδα, παρά την αύξηση δυναμικότητας εισαγωγής LNG με την προσθήκη του νέου FSU, η πρόσβαση στη Ρεβυθούσα παραμένει δύσκολη, η αγορά αερίου στο Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας «ρηχή», ενώ το μερίδιο αγοράς του ρωσικού αερίου στο εθνικό μας μίγμα υψηλό, διατηρώντας προς το παρόν την τιμολόγηση του φυσικού αερίου εγγύτερα στα επίπεδα του δείκτη TTF.

Πώς προδιαγράφεται, λοιπόν, το μέλλον της αγοράς τα επόμενα χρόνια; Ξεκινάω με το προφανές. Ανά πάσα στιγμή, η λήξη του πολέμου θα σημάνει, κατά τη γνώμη μου, την «αρχή του τέλους» για τις υψηλές τιμές ενέργειας που ναρκοθετούν την ευρωπαϊκή οικονομία. Αυτό είναι το ενδεχόμενο που κανείς δεν μπορεί ούτε να προβλέψει, ούτε να αποκλείσει και το οποίο όμως όλοι συμφωνούν πως έχει τη δυναμική να αποκλιμακώσει ραγδαία την παρούσα ενεργειακή κρίση, όποτε αυτό και αν συμβεί.

Υπό τις παρούσες συνθήκες πάντως, το διάστημα μέχρι το 2025 η αγορά δείχνει να παραμένει «στενή» ως προς τη σχέση προσφοράς-ζήτησης. Σε μία «στενή» αγορά, αστάθμητοι παράγοντες όπως ο καιρός, οι αβαρίες σε κρίσιμες υποδομές και οι ειδήσεις προκαλούν έντονη μεταβλητότητα τιμών. Συνεπώς, θα παραμείνει πολύτιμη για τις επιχειρήσεις η δυνατότητα αντιστάθμισης ρίσκων (hedging), δηλαδή η δυνατότητα «κλειδώματος» των τιμών.

17_3.jpg

Ήδη όμως από το 2023 εντάσσεται στο ευρωπαϊκό σύστημα ένας σημαντικός αριθμός νέων τερματικών σταθμών εισαγωγής, που θα δώσουν ευρύτερη πρόσβαση στο LNG στις κατά τόπους αγορές. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Γερμανία, η οποία έως το τέλος του 2023 θα έχει αποκτήσει πέντε νέα πλωτά τερματικά που θα της επιτρέπουν να καλύπτει περίπου το 50% των εθνικών της αναγκών σε φυσικό αέριο μέσω LNG.

Η καλύτερη διάχυση του LNG στις αγορές της Γερμανίας και της Ολλανδίας (που είναι επαρκώς διασυνδεδεμένες μεταξύ τους) αναμένεται – πάντα εκτός συγκλονιστικού απροόπτου - να αποφορτίσει τις υψηλές τιμές TTF σε σχέση με το 2022. Καθώς, μάλιστα, θα προστίθενται νέα τερματικά εισαγωγής στην Ευρώπη, ο πλανήτης θα αποκτά ταυτόχρονα και νέους σταθμούς παραγωγής LNG. Μέχρι το 2026 θα έχει προστεθεί επιπλέον δυναμικότητα παραγωγής LNG, που ισοδυναμεί με το σύνολο των ετήσιων ρωσικών εξαγωγών αερίου προς την Ευρώπη στο αποκορύφωμά τους προ Ουκρανικής κρίσης.

Συνεπώς, προδιαγράφεται ήδη στην προθεσμιακή αγορά – υπό τις παρούσες συνθήκες και εν μέσω Πολέμου – μία σταδιακή αποκλιμάκωση των τιμών αερίου στην Ευρώπη. Την στιγμή που γράφεται το παρόν άρθρο, η τιμή που μπορεί κανείς σήμερα να προ-αγοράσει αέριο παραδοτέο στην Ολλανδία το χειμώνα του 2024 είναι 30% χαμηλότερη σε σχέση με σήμερα, ενώ το 2026 είναι έως και 70% χαμηλότερη.

Άρα το φυσικό αέριο είναι «καταδικασμένο» να επανέλθει σε ανταγωνιστικά επίπεδα, διότι η πραγματικότητα έχει ήδη δώσει τα ισχυρά «σινιάλα» στην αγορά, προκειμένου αυτή να αντιδράσει για να αποκαταστήσει τα «θεμελιώδη» της.

Ναι, το φυσικό αέριο παραμένει ο κύριος άξονας της ενεργειακής και οικονομικής πραγματικότητας της Ευρώπης για τις δεκαετίες που ακολουθούν για μία σειρά λόγων:

Διότι το επιτάσσει η σταθερότητα κάθε συστήματος ηλεκτροπαραγωγής που φιλοδοξεί να ενσωματώνει ένα διαρκώς αυξανόμενο αριθμό μονάδων ΑΠΕ.

Διότι μετά από 27 παγκόσμιες συνδιασκέψεις για το Κλίμα, ο άνθρακας εξακολουθεί να κατέχει ένα σημαντικό μερίδιο αγοράς στο ενεργειακό μίγμα.

Διότι τα πετρελαιοειδή καύσιμα συνεχίζουν να καθιστούν τον τομέα των οδικών και θαλασσίων μεταφορών την μεγαλύτερη πηγή ρύπανσης της ατμόσφαιρας.

Διότι η Ενεργειακή Μετάβαση θα είναι καταδικασμένη να αποτύχει χωρίς το «καύσιμο-γέφυρα» που θα εκτοπίσει τους πλέον ρυπογόνους υδρογονάνθρακες (άνθρακας, πετρέλαιο) στο δρόμο μας προς το 2050.

*Ο Αλέξανδρος Λαγάκος είναι Γενικός Διευθυντής της Blue Grid

www.worldenergynews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Δείτε επίσης