Η παγκόσμια αγορά πετρελαίου βρίσκεται σε φάση έντονων μεταβλητών, όμως τα τρέχοντα δεδομένα προσφοράς και ζήτησης δείχνουν προς την κατεύθυνση της υπερπροσφοράς και συγκρατημένων τιμών, εφόσον δεν σημειωθούν αιφνίδιες διαταραχές στη Μέση Ανατολή
Παρά την εντεινόμενη γεωπολιτική ένταση στη Μέση Ανατολή, οι τιμές του πετρελαίου εκτιμάται ότι θα παραμείνουν κάτω από τα 70 δολάρια το βαρέλι έως το τέλος του έτους, εξαιτίας της άφθονης προσφοράς και της αβεβαιότητας γύρω από τη ζήτηση.
Σύμφωνα με αναλυτές και επενδυτικές τράπεζες, εκτός εάν προκύψουν πραγματικές διαταραχές στην προσφορά από περιοχές-εστίες έντασης στη Μέση Ανατολή, οι τιμές θα συνεχίσουν να καθορίζονται από την ισορροπία προσφοράς και ζήτησης.
Η αυξανόμενη παραγωγή από τον OPEC+, αν και χαμηλότερη από τον επίσημο μηνιαίο αριθμό των 411.000 βαρελιών ημερησίως, αναμένεται να οδηγήσει σε υπερπροσφορά το φθινόπωρο, ακόμα και αν η καλοκαιρινή ζήτηση παραμείνει ισχυρή.
Από την πλευρά της ζήτησης, η κορύφωση των ταξιδιών κατά την καλοκαιρινή περίοδο δικαιολογεί την αυξημένη προσφορά, ωστόσο η επιφυλακτικότητα που επικρατεί στο παγκόσμιο εμπόριο και οι οικονομικές αβεβαιότητες περιορίζουν τις προσδοκίες για άνοδο των τιμών.
Οι περισσότεροι αναλυτές προβλέπουν ότι οι τιμές του πετρελαίου θα κυμανθούν κοντά στα σημερινά επίπεδα, στα μέσα των 60 δολαρίων ανά βαρέλι, και θα διαμορφωθούν κατά μέσο όρο κάτω από τα 70 δολάρια για το 2025.
Οι προβλέψεις
Όπως ανέφερε στο BNN Bloomberg ο Rob Thummel, ανώτερος διαχειριστής χαρτοφυλακίου στην Tortoise Capital, η φυσιολογική» τιμή για το πετρέλαιο θα έπρεπε να βρίσκεται στη ζώνη των 70 δολαρίων, ωστόσο η υπερπροσφορά κρατά τις τιμές στα 60 δολάρια. Για να επιστρέψουν σε αυτά τα επίπεδα, η αγορά πρέπει να εξισορροπηθεί, είτε μέσω μείωσης της παραγωγής σε άλλες περιοχές είτε με αύξηση της ζήτησης στο δεύτερο μισό του έτους πάνω από τις προβλέψεις.
Ο Ole Hansen, επικεφαλής στρατηγικής εμπορευμάτων της Saxo Bank, σημείωσε ότι το αργό ενδέχεται να αντιμετωπίσει πιέσεις κατά το δεύτερο εξάμηνο του έτους, λόγω αυξανόμενης παραγωγής και ανησυχιών για την παγκόσμια ανάπτυξη.
Σύμφωνα με τον ίδιο, ο OPEC+ συνεχίζει να αυξάνει την παραγωγή, επιδιώκοντας να τιμωρήσει χώρες που ξεπερνούν τα όρια ποσοστώσεων και να ανακτήσει μερίδιο αγοράς από παραγωγούς με υψηλότερο κόστος, οι οποίοι ίσως αναγκαστούν να περιορίσουν την παραγωγή λόγω των χαμηλών τιμών.
Μεγάλοι οίκοι όπως οι Goldman Sachs, Morgan Stanley και JP Morgan αναμένουν, σύμφωνα με έρευνα της Wall Street Journal του Ιουνίου, ότι η μέση τιμή του Brent θα διαμορφωθεί στα 66,32 δολάρια και του WTI στα 63,03 δολάρια ανά βαρέλι για φέτος.
Οι εκτιμήσεις αυτές είναι ελαφρώς αυξημένες σε σχέση με τις προβλέψεις του Μαΐου, αλλά εξακολουθούν να δείχνουν ότι τα βασικά θεμελιώδη μεγέθη της αγοράς οδηγούν σε υπερπροσφορά, εν μέσω αβέβαιου οικονομικού κλίματος και ασταθούς εμπορικής πολιτικής στις ΗΠΑ.
Σε ανάλογα συμπεράσματα κατέληξε και έρευνα του Reuters σε 40 αναλυτές και οικονομολόγους, σύμφωνα με την οποία η μέση τιμή του Brent αναμένεται να ανέλθει στα 67,86 δολάρια το 2025, από 66,98 τον Μάιο, ενώ το WTI εκτιμάται στα 64,51 δολάρια, έναντι 63,35 δολαρίων προηγουμένως.
Η συντριπτική πλειονότητα των αναλυτών συμφωνεί ότι, εφόσον δεν υπάρξει ευρύτερη κλιμάκωση της σύγκρουσης στη Μέση Ανατολή που να προκαλέσει σημαντικές διαταραχές στην προσφορά, η υπερπροσφορά θα περιορίσει κάθε ενδεχόμενο μεγάλης ανόδου στις τιμές.
Αν η θερινή ζήτηση δεν αποδειχθεί επαρκής και η υπερπροσφορά επιβαρύνει την αγορά, ο OPEC+ αναμένεται να δράσει άμεσα, παγώνοντας τις αυξήσεις στην παραγωγή προκειμένου να αποτρέψει περαιτέρω πτώση στις τιμές.
Όπως δήλωσε στο Reuters ο Matthew Sherwood, επικεφαλής αναλυτής εμπορευμάτων στην EIU, ο οργανισμός θα κινηθεί με προσοχή και δεν αποκλείεται να αναστείλει επ’ αόριστον τα σχέδια για νέες αυξήσεις στην παραγωγή αν διαπιστώσει σοβαρές πιέσεις στις τιμές.
Η αβεβαιότητα αναμένεται να ενταθεί και από τη λήξη, στις 9 Ιουλίου, της 90ήμερης αναστολής των «ανταποδοτικών» δασμών του πρώην προέδρου Τραμπ.
Όπως σημείωσαν σε έκθεσή τους οι αναλυτές της ING, Warren Patterson και Ewa Manthey, εάν δεν επιτευχθούν νέες εμπορικές συμφωνίες, ενδέχεται να επανέλθουν αυξήσεις δασμών για ορισμένους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ, διατηρώντας σε υψηλά επίπεδα την αβεβαιότητα.
Η παγκόσμια αγορά πετρελαίου βρίσκεται σε φάση έντονων μεταβλητών, όμως τα τρέχοντα δεδομένα προσφοράς και ζήτησης δείχνουν προς την κατεύθυνση της υπερπροσφοράς και συγκρατημένων τιμών, εφόσον δεν σημειωθούν αιφνίδιες διαταραχές στη Μέση Ανατολή.
www.worldenergynews.gr
Σύμφωνα με αναλυτές και επενδυτικές τράπεζες, εκτός εάν προκύψουν πραγματικές διαταραχές στην προσφορά από περιοχές-εστίες έντασης στη Μέση Ανατολή, οι τιμές θα συνεχίσουν να καθορίζονται από την ισορροπία προσφοράς και ζήτησης.
Η αυξανόμενη παραγωγή από τον OPEC+, αν και χαμηλότερη από τον επίσημο μηνιαίο αριθμό των 411.000 βαρελιών ημερησίως, αναμένεται να οδηγήσει σε υπερπροσφορά το φθινόπωρο, ακόμα και αν η καλοκαιρινή ζήτηση παραμείνει ισχυρή.
Από την πλευρά της ζήτησης, η κορύφωση των ταξιδιών κατά την καλοκαιρινή περίοδο δικαιολογεί την αυξημένη προσφορά, ωστόσο η επιφυλακτικότητα που επικρατεί στο παγκόσμιο εμπόριο και οι οικονομικές αβεβαιότητες περιορίζουν τις προσδοκίες για άνοδο των τιμών.
Οι περισσότεροι αναλυτές προβλέπουν ότι οι τιμές του πετρελαίου θα κυμανθούν κοντά στα σημερινά επίπεδα, στα μέσα των 60 δολαρίων ανά βαρέλι, και θα διαμορφωθούν κατά μέσο όρο κάτω από τα 70 δολάρια για το 2025.
Οι προβλέψεις
Όπως ανέφερε στο BNN Bloomberg ο Rob Thummel, ανώτερος διαχειριστής χαρτοφυλακίου στην Tortoise Capital, η φυσιολογική» τιμή για το πετρέλαιο θα έπρεπε να βρίσκεται στη ζώνη των 70 δολαρίων, ωστόσο η υπερπροσφορά κρατά τις τιμές στα 60 δολάρια. Για να επιστρέψουν σε αυτά τα επίπεδα, η αγορά πρέπει να εξισορροπηθεί, είτε μέσω μείωσης της παραγωγής σε άλλες περιοχές είτε με αύξηση της ζήτησης στο δεύτερο μισό του έτους πάνω από τις προβλέψεις.
Ο Ole Hansen, επικεφαλής στρατηγικής εμπορευμάτων της Saxo Bank, σημείωσε ότι το αργό ενδέχεται να αντιμετωπίσει πιέσεις κατά το δεύτερο εξάμηνο του έτους, λόγω αυξανόμενης παραγωγής και ανησυχιών για την παγκόσμια ανάπτυξη.
Σύμφωνα με τον ίδιο, ο OPEC+ συνεχίζει να αυξάνει την παραγωγή, επιδιώκοντας να τιμωρήσει χώρες που ξεπερνούν τα όρια ποσοστώσεων και να ανακτήσει μερίδιο αγοράς από παραγωγούς με υψηλότερο κόστος, οι οποίοι ίσως αναγκαστούν να περιορίσουν την παραγωγή λόγω των χαμηλών τιμών.
Μεγάλοι οίκοι όπως οι Goldman Sachs, Morgan Stanley και JP Morgan αναμένουν, σύμφωνα με έρευνα της Wall Street Journal του Ιουνίου, ότι η μέση τιμή του Brent θα διαμορφωθεί στα 66,32 δολάρια και του WTI στα 63,03 δολάρια ανά βαρέλι για φέτος.
Οι εκτιμήσεις αυτές είναι ελαφρώς αυξημένες σε σχέση με τις προβλέψεις του Μαΐου, αλλά εξακολουθούν να δείχνουν ότι τα βασικά θεμελιώδη μεγέθη της αγοράς οδηγούν σε υπερπροσφορά, εν μέσω αβέβαιου οικονομικού κλίματος και ασταθούς εμπορικής πολιτικής στις ΗΠΑ.
Σε ανάλογα συμπεράσματα κατέληξε και έρευνα του Reuters σε 40 αναλυτές και οικονομολόγους, σύμφωνα με την οποία η μέση τιμή του Brent αναμένεται να ανέλθει στα 67,86 δολάρια το 2025, από 66,98 τον Μάιο, ενώ το WTI εκτιμάται στα 64,51 δολάρια, έναντι 63,35 δολαρίων προηγουμένως.
Η συντριπτική πλειονότητα των αναλυτών συμφωνεί ότι, εφόσον δεν υπάρξει ευρύτερη κλιμάκωση της σύγκρουσης στη Μέση Ανατολή που να προκαλέσει σημαντικές διαταραχές στην προσφορά, η υπερπροσφορά θα περιορίσει κάθε ενδεχόμενο μεγάλης ανόδου στις τιμές.
Αν η θερινή ζήτηση δεν αποδειχθεί επαρκής και η υπερπροσφορά επιβαρύνει την αγορά, ο OPEC+ αναμένεται να δράσει άμεσα, παγώνοντας τις αυξήσεις στην παραγωγή προκειμένου να αποτρέψει περαιτέρω πτώση στις τιμές.
Όπως δήλωσε στο Reuters ο Matthew Sherwood, επικεφαλής αναλυτής εμπορευμάτων στην EIU, ο οργανισμός θα κινηθεί με προσοχή και δεν αποκλείεται να αναστείλει επ’ αόριστον τα σχέδια για νέες αυξήσεις στην παραγωγή αν διαπιστώσει σοβαρές πιέσεις στις τιμές.
Η αβεβαιότητα αναμένεται να ενταθεί και από τη λήξη, στις 9 Ιουλίου, της 90ήμερης αναστολής των «ανταποδοτικών» δασμών του πρώην προέδρου Τραμπ.
Όπως σημείωσαν σε έκθεσή τους οι αναλυτές της ING, Warren Patterson και Ewa Manthey, εάν δεν επιτευχθούν νέες εμπορικές συμφωνίες, ενδέχεται να επανέλθουν αυξήσεις δασμών για ορισμένους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ, διατηρώντας σε υψηλά επίπεδα την αβεβαιότητα.
Η παγκόσμια αγορά πετρελαίου βρίσκεται σε φάση έντονων μεταβλητών, όμως τα τρέχοντα δεδομένα προσφοράς και ζήτησης δείχνουν προς την κατεύθυνση της υπερπροσφοράς και συγκρατημένων τιμών, εφόσον δεν σημειωθούν αιφνίδιες διαταραχές στη Μέση Ανατολή.
www.worldenergynews.gr






