Παρότι η CCS παραμένει βασικό εργαλείο σε εθνικά σχέδια δράσης για την κλιματική κρίση και στους στόχους της Συμφωνίας του Παρισιού, η υλοποίησή της παραμένει αργή, με πολλές αβεβαιότητες γύρω από τις πραγματικές δυνατότητες αποθήκευσης
Η πραγματική δυνατότητα της Γης να αποθηκεύσει με ασφάλεια διοξείδιο του άνθρακα (CO₂) μπορεί να είναι πολύ μικρότερη από ό,τι πιστευόταν έως τώρα, σύμφωνα με νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε στις 3 Σεπτεμβρίου στην επιστημονική επιθεώρηση Nature.
Οι ερευνητές εκτιμούν ότι η «συνετή» χρήση τεχνολογιών δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα (CCS) μπορεί να μειώσει τη μέση παγκόσμια θέρμανση μόλις κατά 0,7°C – πολύ χαμηλότερα από προηγούμενες εκτιμήσεις που έκαναν λόγο για δυνατότητα περιορισμού έως και 5-6°C.
Η πιο συνηθισμένη μορφή CCS περιλαμβάνει την έγχυση CO₂ σε υπόγεια πετρώματα, με στόχο να παραμείνει εκεί για χιλιάδες χρόνια. Προηγούμενες έρευνες υπολόγιζαν πως υπάρχει χώρος για την αποθήκευση από 8.000 έως και 55.000 γιγατόνους CO₂.
Ωστόσο, η νέα μελέτη υποστηρίζει ότι τα γεωλογικά και περιβαλλοντικά ρίσκα περιορίζουν σοβαρά τη βιώσιμη χωρητικότητα.
Συγκεκριμένα, η ομάδα του Matthew Gidden από το Διεθνές Ινστιτούτο Εφαρμοσμένων Συστημικών Αναλύσεων στην Αυστρία χαρτογράφησε περιοχές κατάλληλες για γεωλογική αποθήκευση και υπολόγισε συνολικά διαθέσιμη χωρητικότητα 11.800 γιγατόνων CO₂.
Αφαιρώντας περιοχές με κινδύνους για μόλυνση υδάτων, σεισμούς, διαρροές ή που βρίσκονται κοντά σε κατοικημένες περιοχές, η ρεαλιστικά αξιοποιήσιμη χωρητικότητα περιορίστηκε δραστικά σε περίπου 1.460 γιγατόνους.
«Η γεωλογική αποθήκευση άνθρακα θα είναι σημαντικό εργαλείο για την επίτευξη μηδενικών ή και αρνητικών εκπομπών CO₂», δήλωσε ο Gidden. Ωστόσο, όπως τόνισε, πρέπει να αντιμετωπίζεται ως περιορισμένος πόρος που απαιτεί στρατηγική διαχείριση. Η μελέτη υπογραμμίζει την ανάγκη να αξιοποιηθεί κυρίως σε τομείς με δύσκολη απανθρακοποίηση – όπως η βαριά βιομηχανία και η γεωργία – και όχι για τον γενικευμένο συμψηφισμό εκπομπών από μεταφορές ή ενέργεια.
Παρότι η CCS παραμένει βασικό εργαλείο σε εθνικά σχέδια δράσης για την κλιματική κρίση και στους στόχους της Συμφωνίας του Παρισιού, η υλοποίησή της παραμένει αργή, με πολλές αβεβαιότητες γύρω από τις πραγματικές δυνατότητες αποθήκευσης.
Από την πλευρά του, ο Jarad Daniels, διευθύνων σύμβουλος του Global CCS Institute στην Αυστραλία, συμφώνησε ότι η γεωλογική αποθήκευση πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ένας πεπερασμένος πόρος μεταξύ γενεών, αλλά χαρακτήρισε τις παραδοχές της μελέτης «υπερβολικά αυστηρές».
Συγκεκριμένα, χαρακτήρισε το όριο των 25 χλμ από κατοικημένες περιοχές «υπερβολικά συντηρητικό», αναφέροντας υπάρχοντα έργα όπως το Carbfix στην Ισλανδία, που λειτουργούν με ασφάλεια πλησίον αστικών περιοχών.
Ο Daniels σημείωσε ότι έργα όπως το Northern Lights στη Νορβηγία καταφέρνουν να αποθηκεύουν CO₂ σε μεγαλύτερα βάθη απ’ ό,τι εξετάστηκε στη μελέτη και ότι η διεθνής εμπειρία αποδεικνύει πως μπορούν να τηρηθούν αυστηρά πρότυπα ασφαλείας. Παρ’ όλα αυτά, η μελέτη ενισχύει το επιχείρημα για στοχευμένη και προσεκτική χρήση της CCS, εστιάζοντας σε εφαρμογές όπου δεν υπάρχουν άλλες εφικτές κλιματικές λύσεις.
Η ανθρωπότητα χρειάζεται όλα τα διαθέσιμα εργαλεία για την απομάκρυνση CO₂, τονίζουν οι επιστήμονες
Οι συντάκτες της πρόσφατης μελέτης για την αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα προειδοποιούν πως για την καταπολέμηση της κλιματικής κρίσης απαιτείται η αξιοποίηση όλων των διαθέσιμων μέσων, παρά τους περιορισμούς της τεχνολογίας δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα (CCS).
Όπως αναφέρει ο επικεφαλής ερευνητής Matthew Gidden, η αβεβαιότητα γύρω από το πόσο βιώσιμη και ασφαλής είναι η CCS καθιστά κρίσιμο να δίνονται στους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής ρεαλιστικά δεδομένα — ειδικά όταν πρόκειται για μακροπρόθεσμα κλιματικά σχέδια.
Ο Gidden επεσήμανε ότι οι επιστήμονες δεν είναι ακόμη βέβαιοι πως η αφαίρεση CO₂ από την ατμόσφαιρα θα προκαλέσει μείωση της θερμοκρασίας στον ίδιο βαθμό που αυτή αυξάνεται με τις εκπομπές του.
Την ίδια ώρα, ο Jarad Daniels από το Global CCS Institute υπογράμμισε ότι η μελέτη ενισχύει την ανάγκη για άμεση ενίσχυση της ικανότητας CCS παγκοσμίως. «Η άμεση δράση είναι επιτακτική. Κάθε χρόνος καθυστέρησης κάνει την επίτευξη των κλιματικών στόχων πιο δύσκολη και πιο δαπανηρή», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Αν και η CCS θεωρείται αναγκαία για τον μετριασμό της υπερθέρμανσης του πλανήτη, ο Gidden σημειώνει ότι τα σημερινά σενάρια προβλέπουν άνοδο της θερμοκρασίας έως και κατά 3°C ως το 2100. Αυτό σημαίνει ότι, ακόμη και με τη μέγιστη αξιοποίηση της τεχνολογίας, η CCS δεν αρκεί για να επαναφέρει τις θερμοκρασίες εντός των ορίων της Συμφωνίας του Παρισιού, δηλαδή κάτω από τους 2°C σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα.
Για την αποτελεσματική αναχαίτιση της κλιματικής αλλαγής, απαιτείται άμεση μείωση των εκπομπών CO₂ και παράλληλη επένδυση σε φυσικές λύσεις. Ο Gidden ανέφερε πως τα δάση και τα χερσαία οικοσυστήματα απορροφούν ήδη 2 γιγατόνους CO₂ ετησίως — περισσότερα από οποιαδήποτε άλλη μέθοδο.
«Αυτός είναι ένας αριθμός που μπορούμε να αυξήσουμε με βιώσιμο τρόπο», τόνισε. «Μπορούμε να ενισχύσουμε την αναδάσωση, τη διατήρηση φυσικών περιοχών και την προστασία των βιοτόπων μας».
Η στρατηγική αυτή, πρόσθεσε, φέρνει πολλαπλά οφέλη, όπως η προστασία της βιοποικιλότητας και των οικοσυστημικών υπηρεσιών.
«Πρέπει να αξιοποιήσουμε όλα τα εργαλεία που έχουμε στη διάθεσή μας», δήλωσε ο Gidden, «και η διατήρηση των φυσικών απορροφητήρων άνθρακα είναι το πρώτο βήμα».
www.worldenergynews.gr
Οι ερευνητές εκτιμούν ότι η «συνετή» χρήση τεχνολογιών δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα (CCS) μπορεί να μειώσει τη μέση παγκόσμια θέρμανση μόλις κατά 0,7°C – πολύ χαμηλότερα από προηγούμενες εκτιμήσεις που έκαναν λόγο για δυνατότητα περιορισμού έως και 5-6°C.
Η πιο συνηθισμένη μορφή CCS περιλαμβάνει την έγχυση CO₂ σε υπόγεια πετρώματα, με στόχο να παραμείνει εκεί για χιλιάδες χρόνια. Προηγούμενες έρευνες υπολόγιζαν πως υπάρχει χώρος για την αποθήκευση από 8.000 έως και 55.000 γιγατόνους CO₂.
Ωστόσο, η νέα μελέτη υποστηρίζει ότι τα γεωλογικά και περιβαλλοντικά ρίσκα περιορίζουν σοβαρά τη βιώσιμη χωρητικότητα.
Συγκεκριμένα, η ομάδα του Matthew Gidden από το Διεθνές Ινστιτούτο Εφαρμοσμένων Συστημικών Αναλύσεων στην Αυστρία χαρτογράφησε περιοχές κατάλληλες για γεωλογική αποθήκευση και υπολόγισε συνολικά διαθέσιμη χωρητικότητα 11.800 γιγατόνων CO₂.
Αφαιρώντας περιοχές με κινδύνους για μόλυνση υδάτων, σεισμούς, διαρροές ή που βρίσκονται κοντά σε κατοικημένες περιοχές, η ρεαλιστικά αξιοποιήσιμη χωρητικότητα περιορίστηκε δραστικά σε περίπου 1.460 γιγατόνους.
«Η γεωλογική αποθήκευση άνθρακα θα είναι σημαντικό εργαλείο για την επίτευξη μηδενικών ή και αρνητικών εκπομπών CO₂», δήλωσε ο Gidden. Ωστόσο, όπως τόνισε, πρέπει να αντιμετωπίζεται ως περιορισμένος πόρος που απαιτεί στρατηγική διαχείριση. Η μελέτη υπογραμμίζει την ανάγκη να αξιοποιηθεί κυρίως σε τομείς με δύσκολη απανθρακοποίηση – όπως η βαριά βιομηχανία και η γεωργία – και όχι για τον γενικευμένο συμψηφισμό εκπομπών από μεταφορές ή ενέργεια.
Παρότι η CCS παραμένει βασικό εργαλείο σε εθνικά σχέδια δράσης για την κλιματική κρίση και στους στόχους της Συμφωνίας του Παρισιού, η υλοποίησή της παραμένει αργή, με πολλές αβεβαιότητες γύρω από τις πραγματικές δυνατότητες αποθήκευσης.
Από την πλευρά του, ο Jarad Daniels, διευθύνων σύμβουλος του Global CCS Institute στην Αυστραλία, συμφώνησε ότι η γεωλογική αποθήκευση πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ένας πεπερασμένος πόρος μεταξύ γενεών, αλλά χαρακτήρισε τις παραδοχές της μελέτης «υπερβολικά αυστηρές».
Συγκεκριμένα, χαρακτήρισε το όριο των 25 χλμ από κατοικημένες περιοχές «υπερβολικά συντηρητικό», αναφέροντας υπάρχοντα έργα όπως το Carbfix στην Ισλανδία, που λειτουργούν με ασφάλεια πλησίον αστικών περιοχών.
Ο Daniels σημείωσε ότι έργα όπως το Northern Lights στη Νορβηγία καταφέρνουν να αποθηκεύουν CO₂ σε μεγαλύτερα βάθη απ’ ό,τι εξετάστηκε στη μελέτη και ότι η διεθνής εμπειρία αποδεικνύει πως μπορούν να τηρηθούν αυστηρά πρότυπα ασφαλείας. Παρ’ όλα αυτά, η μελέτη ενισχύει το επιχείρημα για στοχευμένη και προσεκτική χρήση της CCS, εστιάζοντας σε εφαρμογές όπου δεν υπάρχουν άλλες εφικτές κλιματικές λύσεις.
Η ανθρωπότητα χρειάζεται όλα τα διαθέσιμα εργαλεία για την απομάκρυνση CO₂, τονίζουν οι επιστήμονες
Οι συντάκτες της πρόσφατης μελέτης για την αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα προειδοποιούν πως για την καταπολέμηση της κλιματικής κρίσης απαιτείται η αξιοποίηση όλων των διαθέσιμων μέσων, παρά τους περιορισμούς της τεχνολογίας δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα (CCS).
Όπως αναφέρει ο επικεφαλής ερευνητής Matthew Gidden, η αβεβαιότητα γύρω από το πόσο βιώσιμη και ασφαλής είναι η CCS καθιστά κρίσιμο να δίνονται στους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής ρεαλιστικά δεδομένα — ειδικά όταν πρόκειται για μακροπρόθεσμα κλιματικά σχέδια.
Ο Gidden επεσήμανε ότι οι επιστήμονες δεν είναι ακόμη βέβαιοι πως η αφαίρεση CO₂ από την ατμόσφαιρα θα προκαλέσει μείωση της θερμοκρασίας στον ίδιο βαθμό που αυτή αυξάνεται με τις εκπομπές του.
Την ίδια ώρα, ο Jarad Daniels από το Global CCS Institute υπογράμμισε ότι η μελέτη ενισχύει την ανάγκη για άμεση ενίσχυση της ικανότητας CCS παγκοσμίως. «Η άμεση δράση είναι επιτακτική. Κάθε χρόνος καθυστέρησης κάνει την επίτευξη των κλιματικών στόχων πιο δύσκολη και πιο δαπανηρή», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Αν και η CCS θεωρείται αναγκαία για τον μετριασμό της υπερθέρμανσης του πλανήτη, ο Gidden σημειώνει ότι τα σημερινά σενάρια προβλέπουν άνοδο της θερμοκρασίας έως και κατά 3°C ως το 2100. Αυτό σημαίνει ότι, ακόμη και με τη μέγιστη αξιοποίηση της τεχνολογίας, η CCS δεν αρκεί για να επαναφέρει τις θερμοκρασίες εντός των ορίων της Συμφωνίας του Παρισιού, δηλαδή κάτω από τους 2°C σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα.
Για την αποτελεσματική αναχαίτιση της κλιματικής αλλαγής, απαιτείται άμεση μείωση των εκπομπών CO₂ και παράλληλη επένδυση σε φυσικές λύσεις. Ο Gidden ανέφερε πως τα δάση και τα χερσαία οικοσυστήματα απορροφούν ήδη 2 γιγατόνους CO₂ ετησίως — περισσότερα από οποιαδήποτε άλλη μέθοδο.
«Αυτός είναι ένας αριθμός που μπορούμε να αυξήσουμε με βιώσιμο τρόπο», τόνισε. «Μπορούμε να ενισχύσουμε την αναδάσωση, τη διατήρηση φυσικών περιοχών και την προστασία των βιοτόπων μας».
Η στρατηγική αυτή, πρόσθεσε, φέρνει πολλαπλά οφέλη, όπως η προστασία της βιοποικιλότητας και των οικοσυστημικών υπηρεσιών.
«Πρέπει να αξιοποιήσουμε όλα τα εργαλεία που έχουμε στη διάθεσή μας», δήλωσε ο Gidden, «και η διατήρηση των φυσικών απορροφητήρων άνθρακα είναι το πρώτο βήμα».
www.worldenergynews.gr






