Πάνω από 2 εκατομμύρια κυψέλες με 20.000 τόνους παραγωγή μελιού κάθε χρόνο για έναν κλάδο που ολοένα και αναπτύσσεται παρά τις δυσκολίες.
Μελισσοκομία: Το χόμπι που έγινε επάγγελμα ανθεί στην Ελλάδα
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία ου Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, η Ελλάδα διαθέτει σήμερα έναν από τους μεγαλύτερους πληθυσμούς κυψελών στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Τα τελευταία διαθέσιμα δεδομένα τοποθετούν τον αριθμό τους πάνω από τα 2 εκατομμύρια, με ορισμένες καταγραφές να κυμαίνονται μεταξύ 2,1 και 2,5 εκατομμυρίων κυψελών, ανάλογα με τη χρονιά και τη δήλωση στο Εθνικό Μελισσοκομικό Μητρώο. Η αντίστοιχη ετήσια παραγωγή μελιού εκτιμάται στους 15.000 έως 20.000 τόνους. Με έντονες διακυμάνσεις, πάντως, από χρονιά σε χρονιά.
Η ΕΛΣΤΑΤ, μέσα από τις ετήσιες στατιστικές έρευνες, επιβεβαιώνει αυτή την εικόνα: η μελισσοκομία αποτελεί έναν από τους πιο εκτεταμένους, αλλά και πιο κατακερματισμένους κλάδους της πρωτογενούς παραγωγής. Δεν πρόκειται για λίγες μεγάλες μονάδες, αλλά για χιλιάδες μικρές και μεσαίες εκμεταλλεύσεις, διάσπαρτες σε ορεινές, ημιορεινές και νησιωτικές περιοχές. Εκεί ακριβώς όπου οι εναλλακτικές μορφές εισοδήματος είναι συχνά περιορισμένες.
Η αλλαγή στον χαρακτήρα της
Το ενδιαφέρον στοιχείο της τελευταίας δεκαετίας δεν είναι μόνο το μέγεθος, αλλά η αλλαγή χαρακτήρα. Οι εγγεγραμμένοι μελισσοκόμοι στο Εθνικό Μελισσοκομικό Μητρώο ξεπερνούν πλέον τις 20.000, με τις επίσημες αναφορές του Υπουργείου να καταγράφουν αυξητική τάση τα τελευταία χρόνια. Πίσω από αυτούς τους αριθμούς κρύβεται μια αργή αλλά σταθερή μετάβαση: από τη μελισσοκομία ως πάρεργο ή χόμπι, στη μελισσοκομία ως επάγγελμα.
Όλο και περισσότεροι είναι οι παραγωγοί που δηλώνουν δραστηριότητα με συγκεκριμένους ΚΑΔ (Κωδικούς Αριθμούς Δραστηριότητας) για την παραγωγή φυσικού μελιού, επιδιώκοντας πρόσβαση σε προγράμματα στήριξης, επιδοτήσεις και χρηματοδοτικά εργαλεία.
Η «επισημοποίηση» δεν είναι απλή υπόθεση: συνεπάγεται κόστος, υποχρεώσεις και γραφειοκρατία. Για πολλούς αποτελεί τη μοναδική διέξοδο ώστε η μελισσοκομία να μην παραμείνει μια συμπληρωματική απασχόληση χωρίς προοπτική.
Οι εξαγωγές του ελληνικού μελιού
Αυτή η εξέλιξη έχει αρχίσει να αντανακλάται και στο εξωτερικό. Οι εξαγωγές ελληνικού μελιού, αν και παραμένουν περιορισμένες σε απόλυτα μεγέθη σε σύγκριση με χώρες μαζικής παραγωγής, παρουσιάζουν ανοδική τάση τα τελευταία χρόνια. Αγορές όπως η Γερμανία, η Γαλλία, οι Ηνωμένες Πολιτείες και χώρες της Μέσης Ανατολής δείχνουν αυξημένο ενδιαφέρον για τυποποιημένο ελληνικό μέλι, ιδιαίτερα όταν αυτό συνοδεύεται από πιστοποιήσεις και ξεκάθαρη προέλευση. Για πολλές από τις μικρές εταιρείες, οι εξαγωγές δεν είναι ακόμη ο βασικός όγκος πωλήσεων, αλλά λειτουργούν ως στρατηγικό στοίχημα για το μέλλον.
Προβλήματα με τους πληθυσμούς των μελισσών
Οι ήπιοι χειμώνες απορρυθμίζουν τον βιολογικό κύκλο των μελισσών. Οι ξαφνικές παγωνιές της άνοιξης καταστρέφουν ανθοφορίες. Οι παρατεταμένοι καύσωνες του καλοκαιριού μειώνουν δραστικά το νέκταρ. Και ως συνέπεια, ενώ ο αριθμός των κυψελών παραμένει υψηλός, η παραγωγή γίνεται όλο και πιο ασταθής. Ταυτόχρονα, σύμφωνα και με στοιχεία των περιβαλλοντικών οργανώσεων οι πληθυσμοί των μελισσών μειώνονται δραματικά, λόγω της ανθρωπογενούς καταστροφής του περιβάλλοντος και της αποψίλωσης του πρασίνου, κάτι που οδηγεί σε ένα μέλλον αβέβαιο για την παραγωγή μελιού, όχι μόνο στην χώρα μας, αλλά σε ολόκληρο τον πλανήτη.
Όσοι παίρνουν αυτήν την δύσκολή απόφαση να ασχοληθούν αποκλειστικά με την μελισσοκομία, γνωρίζουν ο ρίσκο που αναλαμβάνουν. Όμως, παρά τις αντιξοότητες ο κλάδος δείχνει να ανθεί και οι άνθρωποι να στρέφονται στην παραγωγή νέων προϊόντων για τις αγορές.
www.worldenergynews.gr






